Αυτή τη φορά θα πάμε λίγο ανατολικά, στα εγκληματολογικά αρχεία της Ασίας και θα δούμε έναν δολοφόνο, που όχι μόνο δεν καταδικάστηκε για τις αποτρόπαιες πράξεις του, αλλά τις έγραψε και σε βιβλίο και έγινε διάσημος μέσα από αυτές.
Ο Ιάπωνας κανίβαλος, Issei Sagawa, που σκότωσε και έφαγε μια γυναίκα την δεκαετία του ’80, ζει μέχρι σήμερα ελεύθερος, δραστηριοποιείται ως συγγραφέας και φωτογράφος και απολαμβάνει κυριολεκτικά ανενόχλητος τον απόηχο της μακάβριας ιστορίας του.
*οφείλω να σας προειδοποιήσω ότι θα ακολουθήσουν και μερικές περιγραφές για γερά στομάχια.
____________________
Σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία των ειδεχθών δολοφόνων ο Ισέι Σαγκάουα δεν μεγάλωσε σε κάποιο προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον, ούτε φαίνεται πως είχε τραυματικές εμπειρίες στα παιδικά του χρόνια. Γεννήθηκε στις 11 Ιουνίου του 1949 και ήταν ο δεύτερος γιός μιας αρκετά πλούσιας οικογένειας με πατέρα βιομήχανο.
Τον Ισέι τον χαρακτήριζαν ανέκαθεν σαν άνθρωπο δύο βασικά και “αντιφατικά” μεταξύ τους χαρακτηριστικά. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του ήταν η εξυπνάδα του. Από μικρό παιδί του άρεσε να διαβάζει πολύ, ήταν πάντα πολύ καλός στις σπουδές του και είχε αξιοσημείωτη ευφράδεια στον λόγο, αλλά και στη γραφή. Το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, από την άλλη (πέρα από το ότι λιγουρευόταν ανθρώπους), ήταν το ισχνό και μικροκαμωμένο -για άντρα ειδικά- παρουσιαστικό του.
Είχε ύψος περίπου 1,50 μ., το σώμα και τα άκρα του ήταν υπερβολικά αδύνατα και η φωνή του αρκετά ψιλή, κάπως θηλυπρεπής. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του “κοντό και άσχημο” και πίστευε πως δεν είναι ο τύπος αρσενικού που αρέσει στις γυναίκες. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτή η ανασφάλειά του έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην διαμόρφωση του ψυχισμού του και της αλλόκοτης εμμονής που απέκτησε στην πορεία απέναντι στις γυναίκες.
Κατά τα άλλα ήταν ένας ήρεμος, αρκετά ντροπαλός τύπος, μοναχικός, ταπεινός και άκακος. Εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, γιατί “τα σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι”…
Η αρχή μιας εμμονής
Όπως αποκάλυψε και ο ίδιος αργότερα, σε μια από τις πολλές συνεντεύξεις που έχει δώσει ως celebrity μέχρι σήμερα, είχε τάσεις κανιβαλισμού από πολύ νωρίς, πολύ πριν τις κάνει όντως πράξη. Όταν ήταν ακόμα μικρός, είχε δει ένα περίεργο όνειρο με εκείνον και τον αδερφό του να βράζουν σε ένα μεγάλο καζάνι και αυτή η εικόνα ήταν που ενεργοποίησε μέσα του τις σκέψεις περί ανθρωποφαγίας.
Για πολλά χρόνια ονειρευόταν να φάει μια πολύ όμορφη γυναίκα και η εικόνα που είχε κολλήσει στο μυαλό του ως ιδανική ήταν αυτή μιας Σκανδιναβής ή Γερμανίδας, μεγαλόσωμης, ψηλής, ξανθιάς με λευκό δέρμα. Ακριβώς τα χαρακτηριστικά δηλαδή που ήθελε να έχει, αλλά δεν είχε ο ίδιος…
Τα χρόνια περνούσαν και οι εμμονικές σκέψεις του για ανθρωποφαγία όχι απλά δεν ξεθώριασαν, αλλά στέριωσαν ακόμα περισσότερο μέσα του. Ήταν για εκείνον κάτι σαν στόχος ζωής, ένα life goal που ήθελε σίγουρα κάποια στιγμή να πραγματοποιήσει.
Ήταν όμως αρκετά έξυπνος και μεθοδικός για να γνωρίζει ότι θα έπρεπε να οργανώσει πολύ καλά το σκηνικό, ώστε να μην γίνει αντιληπτός. Ταυτόχρονα ο εσωστρεφής χαρακτήρας του τον έκανε πολλές φορές να διστάσει και κάπως έτσι γλίτωσαν οι ανυποψίαστες για τις προθέσεις του ιερόδουλες που μπήκαν σπίτι του.
Την δεκαετία του 1970 και ενώ σπούδαζε Αγγλική Φιλολογία σε Πανεπιστήμιο του Τόκιο, έβαλε στο μάτι μια Γερμανίδα καθηγήτριά του. Ένιωσε πιο έτοιμος από ποτέ να πραγματοποιήσει την σκοτεινή του φαντασίωση και άρχισε να την παρακολουθεί ακόμα και έξω από το σπίτι της. Ένα βράδυ προσπάθησε να μπει από ένα παράθυρο του σπιτιού, όμως η γυναίκα τον κατάλαβε και φώναξε τρομαγμένη κι έτσι εκείνος αναγκάστηκε να φύγει.
Μετά από αυτό το περιστατικό ο Σαγκάουα επισκέφθηκε έναν ψυχίατρο και μίλησε για την μακάβρια επιθυμία του και την απόπειρα που έκανε. Ο γιατρός τον χαρακτήρισε ψυχασθενή και επικίνδυνο, όμως ο πατέρας του με τις υψηλές γνωριμίες του κατάφερε να κουκουλώσει το γεγονός και να ξελασπώσει τον γιό του.
Φόνος στο Παρίσι
Το 1981 ο 32χρονος τότε Ισέι Σαγκάουα βρισκόταν στο Παρίσι, όπου σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης κάνοντας το διδακτορικό του στη λογοτεχνία.
Εκεί ερωτεύτηκε την 25χρονη Ολλανδή συμφοιτήτριά του Renee Hartevelt. Και όταν λέμε “ερωτεύτηκε”, μην φαντάζεστε τα κλασσικά γλυκά και ρομαντικά πράγματα. Η ερωτική έλξη που ένιωθε ο Σαγκάουα συνεπαγόταν με την επιθυμία να φάει στην κυριολεξία το αντικείμενο του πόθου του. Ένιωθε ότι αυτό ήταν και η μεγαλύτερη ένδειξη της αγάπης του.
“Όταν έκατσα δίπλα της στην τάξη, ένιωσα ότι την ερωτεύτηκα αμέσως και δεν μπορούσα να σταματήσω να σκέφτομαι το λευκό δέρμα των χεριών της”.
Με όπλο την εξυπνάδα και τις γνώσεις του άρχισε να έρχεται κοντά με τη Renee. Εκείνη του είχε ιδιαίτερη εκτίμηση και συμπάθεια, όμως σίγουρα μόνο σαν φίλο. Πήγαιναν μαζί σε εκθέσεις και συναυλίες, χόρευαν και πολλές φορές είχαν πάει και μαζί σπίτι της για τσάι. Η στενή τους επαφή φούντωνε ακόμα περισσότερο μέσα του την επιθυμία να την κάνει δική του ολοκληρωτικά (όπως θέλει να κάνει κάποιος “δικό του” ένα λαχταριστό πιτόγυρο).
Ο Σαγκάουα είναι πιθανόν ο μόνος άντρας στον πλανήτη που δεν τον ένοιαζε καθόλου που η αγαπημένη του τον έβλεπε σαν φίλο. Ο στόχος ήταν να έρθουν κοντά, τα υπόλοιπα θα τα κανόνιζε ο ίδιος.
Πράγματι μια μέρα, στις 11 Ιουνίου του 1981, την κάλεσε σπίτι του για δείπνο και της ζήτησε να του διαβάσει ένα ποίημα ενός αγαπημένου του Γερμανού εξπρεσιονιστή. Την ώρα που εκείνη διάβαζε, ο Σαγκάουα πήγε ήρεμα πίσω της και την πυροβόλησε στο σβέρκο σκοτώνοντάς την ακαριαία.
Για λίγα λεπτά ο Σαγκάουα στεκόταν και παρατηρούσε την ξαφνική απόλυτη ησυχία στο διαμέρισμα. Με αρκετή δυσκολία άρχισε να της βγάζει τα ρούχα και με τη χαρά ότι δεν μπορούσε να του προβάλει πλέον καμία αντίσταση, ασέλγησε στο νεκρό σώμα της. Στη συνέχεια πήρε ένα μαχαίρι και έκοψε μερικά κομμάτια του σώματός της, τα οποία και μαγείρεψε και έφαγε αμέσως. Κάπου εκεί συνειδητοποίησε ότι είχε έντονο πονοκέφαλο.
Στο βιβλίο του “In The Fog” που έγραψε αργότερα, περιγράφει με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια το έγκλημά του. Περιγράφει την όψη, την υφή και την γεύση από κάθε διαφορετικό κομμάτι κρέατος που δοκίμασε καταλήγοντας ότι του θυμίζει την γεύση του ωμού τόνου. Αναφέρει επίσης και ποιά σημεία του φάνηκαν άνοστα ή αδιάφορα, αλλά προφανώς και δεν θα μπω σε άλλες λεπτομέρειες σχετικά με αυτό.
Ήταν εκστασιασμένος που μετά από 30 χρόνια είχε πραγματοποιήσει την μεγαλύτερή του φαντασίωση. Αφού ξεπέρασε τον πρώτο ενθουσιασμό, άρχισε να κόβει το πτώμα σε κομμάτια, κρατώντας μερικά από αυτά για να τα μαγειρέψει αργότερα. Έβγαλε φωτογραφίες και ικανοποιήθηκε ξανά σεξουαλικά με το κατόρθωμά του. Στο τέλος της είπε και ότι την αγαπάει και κοιμήθηκε δίπλα στα κατακρεουργημένα απομεινάρια της.
Την επόμενη μέρα συνέχισε την γευστική του εξερεύνηση δοκιμάζοντας διάφορα σημεία κρέατος και τρόπους μαγειρέματος για να δει τι του αρέσει τελικά περισσότερο. Όταν το πτώμα άρχισε πλέον να μυρίζει και να μαζεύονται γύρω του μύγες, ο Σαγκάουα άρχισε να νιώθει ότι είχε χάσει πλέον τη Renee και ο “μήνας του μέλιτος” έπρεπε να τελειώσει.
Στοίβαξε τα μέρη του σώματος που είχαν μείνει σε δύο βαλίτσες, που είχε αγοράσει ακριβώς γι’αυτό τον λόγο. Κράτησε παρόλα αυτά μερικά κομμάτια μεταξύ των οποίων και τα χείλη της, τα οποία ήθελε να χρησιμοποιήσει αργότερα. Τη στιγμή που τοποθετούσε και το κομμένο σχεδόν χωρίς δέρμα κεφάλι στην βαλίτσα, τότε, όπως έγραψε ο ίδιος, παραδέχτηκε στον εαυτό του ότι ναι, είναι κανίβαλος.
Ήταν πλέον βράδυ της δεύτερης μέρας μετά τον φόνο όταν ο Σαγκάουα τελείωσε με το “μάζεμα” και κάλεσε ένα ταξί για να πάει κάπου όπου θα μπορούσε να ξεφορτωθεί τις βαλίτσες. Διάλεξε γι’ αυτό τον σκοπό το πάρκο της Βουλώνης στα προάστια του Παρισιού, όπου υπήρχε και μια λίμνη.
Εκεί έριξε όπως όπως τις βαριές βαλίτσες και έφυγε, όμως έγινε αντιληπτός από κάποιους περαστικούς, οι οποίοι σύντομα είδαν τις αποσκευές που έσταζαν αίμα και κάλεσαν την αστυνομία.
Όσο η αστυνομία έψαχνε να βρει τον δράστη του φρικτού εγκλήματος που είχε μπροστά της, ο Σαγκάουα καθόταν αμέριμνος στο σπίτι του απολαμβάνοντας το δείπνο του με τα κομμάτια της Renee που είχε κρατήσει και βλέποντας ταινίες πορνό.
Κάπως έτσι τον βρήκε και η αστυνομία την επόμενη μέρα και εκείνος τους δέχτηκε χωρίς κανέναν δισταγμό. Στο ψυγείο του βρέθηκαν τα υπόλοιπα κομμάτια κρέατος που είχαν μείνει και ο Σαγκάουα ομολόγησε με κάθε ειλικρίνεια τι είχε κάνει αναφέροντας επίσης (ως έξυπνος) ότι είχε ιστορικό ψυχασθενούς.
Αντί για καταδίκη, διασημότητα
Προφασιζόμενος την ψυχική ασθένεια και με τη βοήθεια του πλούσιου πατέρα του, που εξαγόρασε τους καλύτερους δικηγόρους, ο Σαγκάουα θεωρήθηκε ακατάλληλος για δίκη λόγω παραφροσύνης. Ταυτόχρονα το νομικό πλαίσιο της Γαλλίας είχε αρκετά κενά αναφορικά με τέτοιες περιπτώσεις και έτσι, αφού τον κράτησαν για 4 χρόνια σε μια ψυχιατρική κλινική υψίστης ασφαλείας, τον απέλασαν στην Ιαπωνία.
Οι πηγές αναφέρουν ότι αυτά τα χρόνια που ήταν έγκλειστος στην κλινική διάβασε διάφορα βιβλία σχετικά με περιπτώσεις κανιβαλισμού, γεγονός που, όπως είπε ο ίδιος, “τον έκανε να συνειδητοποιήσει ότι δεν ήταν τόσο διαφορετικός”. Επίσης είπε ότι είχε μάθει πως να διαχειρίζεται ένα τέτοιο έγκλημα, ώστε να μην τον συλλάβουν ξανά…
Οι ψυχίατροί του υποστήριζαν προφανώς ότι δεν θεραπεύτηκε ποτέ και ότι ήταν ξεκάθαρα επικίνδυνος, όμως παρόλα αυτά τον άφησαν να φύγει. Πίσω στην Ιαπωνία ο πατέρας του φρόντισε να τον βάλει σε μια άλλη ψυχιατρική κλινική, όπου έμεινε για μόλις 15 μήνες μέχρι τον Αύγουστο του 1986, που θεωρήθηκε πως έχει σώας τας φρένας και αφέθηκε ελεύθερος.
Μόλις 5 χρόνια αφού είχε σκοτώσει έναν άνθρωπο και είχε προβεί σε πράξεις νεκροφιλίας και κανιβαλισμού, ο Ισέι Σαγκάουα ήταν ξανά ελεύθερος πολίτης, όπως και παραμένει μέχρι σήμερα!
Και το χειρότερο είναι ότι αυτή η φαρσοκωμωδία έχει και συνέχεια.
Η πρωτοφανής περίπτωση ενός εγκληματία που παραδέχεται την αρρώστια του και κυκλοφορεί ελεύθερος στην κοινωνία, τραβούσε ανέλπιστα το ενδιαφέρον του κοινού και ο Σαγκάουα το εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο. Αφού επίσης το θύμα ήταν μια ξένη και όχι κάποια Γιαπωνέζα, ο Σαγκάουα έγινε κάτι σαν αντί-ήρωας.
Έγινε συγγραφέας έχοντας γράψει 20 βιβλία, με πρώτο το αυτοβιογραφικό και best-seller “In The Fog”, όπου περιγράφει το φρικτό του έγκλημα με κάθε λεπτομέρεια. Έδωσε διαλέξεις σε πανεπιστήμια με θέμα τον κανιβαλισμό, πολλές τηλεοπτικές συνεντεύξεις με περισσή αλαζονεία, ενώ έπαιξε και σε μια ταινία πορνό, όπου υποδύθηκε τον εαυτό του ως κανίβαλο (“UnfaithfWife: Shameful Torture”, 1992).
“Το κοινό με έκανε τον Νονό του κανιβαλισμού και είμαι χαρούμενος γι’ αυτό”.
Και γιατί να μην είναι;! Αντί να τιμωρηθεί με οποιονδήποτε τρόπο, έγινε ένας διάσημος που μιλούσε δημόσια για το πως είναι να γεύεσαι ανθρώπινο κρέας και μέχρι σήμερα ζει μια άνετη ζωή έχοντας μόνο κερδίσει από όλο αυτό!
Είχε αναλάβει μια εβδομαδιαία στήλη, όπου έγραφε για κανιβαλιστικές φαντασιώσεις, έγινε εξώφυλλο ενός περιοδικού gourmet μαγειρικής, κυκλοφόρησε ένα κόμικ με την ιστορία του, το οποίο σχεδίασε μόνος του, ενώ ζωγραφίζει και πουλάει και δικούς του πίνακες με το ανάλογο περιεχόμενο. Στην προσωπική του ιστοσελίδα κάνει συχνά συζητήσεις για το έγκλημά του, αλλά και το πόσο “παρεξηγημένος” είναι ο κανιβαλισμός, αφού προφανώς και μετά από όλα αυτά νιώθει ότι δεν έχει κάνει τίποτα κακό!
Τέλος, έχει αναφέρει σε συνέντευξή του ότι θα ήθελε να τον φάει μια γυναίκα από την Δύση και αυτός να είναι ο τρόπος με τον οποίο θα πεθάνει.
“Θα ήθελα να προσκαλέσω όποια γυναίκα θέλει να με σκοτώσει, να το κάνει. Μόνο όμορφες γυναίκες. Αυτός θα ήταν για μένα ο ιδανικός τρόπος να πεθάνω. Μπορούν ίσως να μου ρίξουν μορφίνη για να μην νιώθω πόνο, αν και νομίζω ότι ο πόνος είναι μέρος της απόλαυσης. Το να πεθάνεις αμέσως είναι βαρετό, οπότε θέλω να απολαύσω την διαδικασία. Εναλλακτικά θα μπορούσα να πνιγώ σε γυναικείο σάλιο. Δεν θα ήταν θαυμάσιο;! Αν πέθαινα έτσι θα ήταν το απόλυτο όνειρο που γίνεται πραγματικότητα. Είμαι ένας δειλός άντρας που σκότωσε κάποιον και δεν μπορώ να σκοτώσω τον εαυτό μου. Οπότε πιστεύω ότι το να πεθάνω στα χέρια μιας γυναίκας θα είναι ένας τρόπος να εξιλεωθώ.”
Να σημειωθεί κάπου εδώ ότι ενώ ο ίδιος απολάμβανε όλη αυτή την δημοσιότητα και σχεδόν απενεχοποίηση της πράξης του, η οικογένειά του δεν περνούσε το ίδιο καλά. Το φρικτό του έγκλημα ανάγκασε τον πατέρα του τελικά να απομακρυνθεί από την υψηλή θέση που βρισκόταν και να χάσει την δουλειά του, ο αδερφός του υπέφερε από ψυχολογικά προβλήματα, ενώ η μητέρα του έκανε κάποιες απόπειρες αυτοκτονίας.
Σήμερα, στα 70 του χρόνια, ο Σαγκάουα ζει μόνος του στα προάστια του Τόκιο. Ο ίδιος σε τελευταία του συνέντευξη δήλωσε ότι πλέον θεωρεί ομορφότερες γυναίκες τις νεαρές Γιαπωνέζες. Παραδέχεται ανοιχτά ότι οι τάσεις του δεν έχουν αλλάξει καθόλου και έχει καθημερινά την επιθυμία να ξαναφάει μια κοπέλα, όμως δεν θέλει καθόλου να σκοτώσει ξανά. Έτσι, κάθε φορά που τον πνίγει αυτή η επιθυμία, κάθεται στο σπίτι του και ξεσπάει με άλλους τρόπους μέχρι να ηρεμήσει…
Ας μάθουμε και λίγα πράγματα για τον Κανιβαλισμό
Ο Κανιβαλισμός, η πράξη δηλαδή στην οποία ένας άνθρωπος τρώει έναν άλλο άνθρωπο, συναντάται αρκετά στην ανθρώπινη ιστορία σε διάφορες κουλτούρες και κυρίως αφορά κάποια μορφή τελετής.
Φυλές όπως οι Αζτέκοι, για παράδειγμα, θυσίαζαν και έτρωγαν χιλιάδες ανθρώπους κάθε χρόνο “για να ικανοποιήσουν τους θεούς” τους, ενώ οι Αβορίγινες έτρωγαν τους εχθρούς τους πιστεύοντας ότι έτσι παίρνουν και “ενσωματώνουν” τις δυνάμεις τους. Άλλες φυλές βέβαια έτρωγαν ανθρώπους και γιατί απλά έτσι τους άρεσε, χωρίς να μπορούν να αντιληφθούν γιατί είναι αφύσικο να τρώνε το ίδιο το είδος τους.
Στην Αρχαία Αίγυπτο η βρώση του ανθρώπινου κρέατος ήταν σχεδόν συνηθισμένη, αφού έξω από τα χρυσά παλάτια ο λαός ζούσε συνήθως σε συνθήκες τρομερής φτώχειας και πείνας. Τα χασάπικα πουλούσαν ανθρώπινο κρέας από ανυποψίαστους περαστικούς ή παιδιά και πολλά χωριά ερήμωναν εξαιτίας αυτής της κατάστασης. Φαινόμενα ανθρωποφαγίας έχουν σημειωθεί και στην νεότερη ιστορία σε περιόδους μεγάλης πείνας και κοινωνικής παρακμής, όπως συγκεκριμένα στην Κίνα επί Μάο Τσε Τουνγκ και στην Ουκρανία επί Στάλιν (βλέπε υπόθεση Τσικατίλο).
Πέρα από τον κανιβαλισμό (ζωοφαγία/ανθρωποφαγία) ως κοινωνικό φαινόμενο, στον κόσμο των δολοφόνων ο κανιβαλισμός εμφανίζεται συνήθως ως σεξουαλικό φετίχ. Έχουμε δει και σε προηγούμενες Ιστορίες για αγρίους ο κανίβαλος-δολοφόνος να βιώνει μέχρι και οργασμό κατά την κανιβαλιστική πράξη, όπως ο Albert Fish και ο Andrei Chicatilo. Από την άλλη ο Richard Chase είχε την ψύχωση ότι έτσι κρατούσε τον εαυτό του ζωντανό, ενώ ο Jeffrey Dahmer έτρωγε μέλη των ερωτικών συντρόφων του “για να τους έχει πάντα μέσα του”.
Στο επίσημο ερευνητικό άρθρο “Cannibalism and Vampirism in Paranoid Schizophrenia” τέσσερις ψυχίατροι αναλύουν σχετικές περιπτώσεις καταλήγοντας ουσιαστικά στο συμπέρασμα ότι οι τάσεις κανιβαλισμού δεν είναι τόσο “παραφυσικές” όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Ξεκινώντας από μια εμμονική φαντασίωση που μπορεί να έχει προκληθεί από τραυματικές εμπειρίες ή ιστορικό παραφροσύνης, το άτομο συνδέει το ερωτικό κάλεσμα με την επιθυμία να φάει κυριολεκτικά το θύμα του. Νιώθοντας πάντα ο ίδιος “λίγος” και “θύμα”, νιώθει πλέον ο απόλυτης θύτης εξουσιάζοντας πλήρως το σώμα του ατόμου που σκοτώνει και τρώει.
____________________
Υ.Γ. Δεν ξέρω αν το παρατηρήσατε, αλλά ο Σαγκάουα είναι ένα από τα μεγαλύτερα βύσματα της παγκόσμιας ιστορίας. Αν δεν είχε την βοήθεια του πατέρα του και του κύκλου του, θα είχε πιθανόν εκτελεστεί ή θα σάπιζε μέχρι σήμερα σε κάποια φυλακή ή άσυλο. Σίγουρα δεν θα κυκλοφορούσε ελεύθερος πουλώντας την περσόνα του τόσα χρόνια σαν πράγματι να μην έγινε τίποτα…