Ενώ βρισκόταν στη φυλακή για δολοφονία, έγραψε ποιήματα, διηγήματα και μια αυτοβιογραφία και κατάφερε να γίνει τόσο δημοφιλής που τελικά εξασφάλισε την ελευθερία του πείθοντας τους πάντες για τον σωφρονισμό του. Όταν όμως βρέθηκε έξω ελεύθερος και διάσημος δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον “κακό εαυτό” του…
Ο Jack Unterweger υπήρξε ο πιο γνωστός κατά συρροή δολοφόνος της Αυστρίας και έδρασε την περίοδο από το 1990 ως το 1992 αφήνοντας πίσω του τουλάχιστον 12 θύματα, όλα γυναίκες ιερόδουλες.
________________________
Ο Johann Jack Unterweger γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου του 1951 στην ιστορική πόλη Judenburg της Αυστρίας ως το εξώγαμο παιδί της ντόπιας μπαργούμαν ή ιερόδουλης Theresia Unterweger και ενός αγνώστου ταυτότητας Αμερικανού στρατιώτη. Όπως εύκολα μπορείτε όλοι να φανταστείτε, η παιδική του ηλικία ήταν κάθε άλλο παρά όμορφη και υγιής.
Όταν ο Jack ήταν μόλις 2 ετών, η μητέρα του βρέθηκε στη φυλακή και την φροντίδα του ανέλαβαν ο αλκοολικός παππούς του και η θεία του, που σύμφωνα με τις πηγές, ήταν επίσης ιερόδουλη και αργότερα δολοφονήθηκε από έναν πελάτη της. Ο παππούς του τον χτυπούσε συχνά, ενώ πολλές φορές τον έπαιρνε και μαζί του για να τον βοηθά να κλέβουν ζώα από γειτονικές φάρμες.
Μεγαλώνοντας σε ένα παρακμιακό περιβάλλον φτώχειας, αδιαφορίας και “βρώμικης” ζωής ο Jack, όπως ήταν φυσικό, οδηγήθηκε από πολύ μικρός στην παραβατικότητα. Πριν τα 10 του χρόνια άρχισε κι εκείνος να πίνει, ενώ από τα 15 ως τα 23 του βρισκόταν κυρίως στη φυλακή, όπου μπήκε 16 φορές για μικροκλοπές, διαρρήξεις και σεξουαλικές επιθέσεις σε ιερόδουλες της περιοχής.
Αν κάτι χαρακτήριζε περισσότερο από όλα τον Jack όσο μεγάλωνε ήταν το ατέρμονο μίσος του για τις ιερόδουλες. Αυτές τις “βρώμικες” γυναίκες που του θύμιζαν πάντα τόσο έντονα την μητέρα του, μια μητέρα από την οποία δεν πήρε ποτέ αγάπη και αποδοχή.
Κάπως έτσι έφτασε και στον πρώτο του φόνο το 1974, όταν δολοφόνησε την 18χρονη Γερμανίδα Margaret Schäfer στραγγαλίζοντάς την με το σουτιέν της. “Φανταζόμουν ότι έβλεπα μπροστά μου την μητέρα μου και την σκότωσα”, ανέφερε στο δικαστήριο. Με συνοπτικές διαδικασίες καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση σε ηλικία 25 ετών.
Ο δολοφόνος συγγραφέας
Φυλακισμένος πλέον ο Jack είχε άπλετο χρόνο μπροστά του να τον περάσει όπως ήθελε και αυτό που επέλεξε να κάνει ήταν να ασχοληθεί με το διάβασμα. Ο νεαρός που δεν είχε γνωρίσει καμία παιδεία και μόρφωση στη ζωή του, κατάφερε μέσα στη φυλακή να μάθει να γράφει και να διαβάζει ανακαλύπτοντας έτσι και την δημιουργική του πλευρά. Σύντομα άρχισε να γράφει διάφορα ποιήματα και μικρά διηγήματα, ακόμη και θεατρικά έργα.
Έγραψε επίσης και την αυτοβιογραφία του με τίτλο “Purgatory or The Trip to Prison – Report of a Guilty Man”, όπου περιέγραφε όλες τις τραυματικές εμπειρίες της παιδικής του ηλικίας και τις καταστροφικές συνέπειες που είχαν στη ζωή του.
Ο Jack Unterweger δεν υπήρξε απλά ένας υποδειγματικός κατάδικος, αλλά η φήμη του ξεπέρασε και τα όρια της φυλακής. Το συγγραφικό του ταλέντο ήταν προφανές και το περιεχόμενο των έργων του έδειχνε ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο που είχε αντιληφθεί τις πράξεις του και βρισκόταν σε μεταμέλεια.
Καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, ακτιβιστές, λογοτέχνες και άλλοι εκπρόσωποι των πνευματικών κύκλων της Βιέννης είχαν εντυπωσιαστεί από τον οίστρο και την συγγραφική του δεξιότητα και το 1985 ξεκίνησαν μια καμπάνια για την αποφυλάκισή του. Την προσπάθειά τους υποβοηθούσε και ο ίδιος ο Jack δίνοντας συνεντεύξεις μέσα από την φυλακή και ενσαρκώνοντας τον ρόλο του μετανοημένου και καθόλα έτοιμου για επανένταξη πρώην εγκληματία.
Πράγματι, τον Μάιο του 1990, και αφού εξέτησε τα πρώτα 15 υποχρεωτικά χρόνια της ποινής του, ο Jack αφέθηκε ελεύθερος! “Αυτή η ζωή τελείωσε, ήρθε η ώρα για την καινούρια”, είχε πει χαρακτηριστικά στα μίντια.
Σε ανύποπτο χρόνο ο πρώην αλήτης του υποκόσμου έγινε πρώτο όνομα στα μέσα ενημέρωσης και ο δημοφιλέστερος guest σε τηλεοπτικές εκπομπές και χλιδάτες κοσμικές εκδηλώσεις. Έγινε το σύμβολο του καλύτερου παραδείγματος επανένταξης πρώην φυλακισμένου και φυσικά ένας μουράτος και περιζήτητος 40άρης νεόπλουτος. Φορούσε ακριβά ρούχα σχεδιαστών, διαφήμιζε πολυτελή προϊόντα, οδηγούσε μια Ford Mustang και συχνά είχε στο πλευρό του κοπελίτσες αρκετά μικρότερές του.
Διπλή ζωή
Καμία ιστορία αυτής της στήλης όμως δεν θα μπορούσε να είναι ένα “κοινό” success story. Μπορεί άπαντες να είχαν πειστεί ότι ο celebrity πλέον Jack Unterweger ήταν ένας αξιοσέβαστος καλλιτέχνης που είχε καταφέρει να βρει τον χαμένο δρόμο του, όμως όλη αυτή η ιστορία ήταν ένα μεθοδικά καμουφλαρισμένο… παραμύθι.
Από τους πρώτους μήνες που είχε αφεθεί ελεύθερος οι δολοφονίες ιερόδουλων στην χώρα ξαφνικά έγιναν σχεδόν το νέο φαινόμενο. Με διαφορά λίγων ημερών μεταξύ τους βρέθηκαν πέντε πτώματα ιερόδουλων πεταμένα σε απόμερα δάση κοντά στη Βιέννη μέσα στο καλοκαίρι του 1990. Όλες είχαν κακοποιηθεί άσχημα σεξουαλικά, είχαν χτυπηθεί βίαια και είχαν στραγγαλιστεί με τα εσώρουχά τους. Τους επόμενους μήνες ακολούθησαν κι άλλες. Όλες ιερόδουλες και όλες δολοφονημένες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Brunhilde Masser (39 ετών), Heidi Hammerer (31 ετών), Elfriede Schrempf (35 ετών), Silvia Zagler (23 ετών), Sabine Moitzl (25 ετών), Karin Eroglu-Sladky (25 ετών), Regina Prem (32 ετών).
Με τα πτώματα τους να ανακαλύπτονται μέσα στα δάση ελλείψει αυτόπτων μαρτύρων και με ελάχιστες πληροφορίες να είναι γνωστές για εκείνες, η αστυνομία δυσκολευόταν να βρει επαρκή στοιχεία και να συνδέσει μεταξύ τους τις δολοφονίες. Ακόμα δεν είχαν καταλάβει ότι είχαν να κάνουν με κατά συρροή δολοφόνο και δεν μπορούσαν (ή δεν ήθελαν) να σκεφτούν ότι αυτός ο δολοφόνος ήταν κάποιος που ήξεραν ήδη…
Εν τω μεταξύ το 1991 ο Jack είχε προσληφθεί από ένα αυστριακό περιοδικό για να κάνει ρεπορτάζ σχετικά με την εγκληματικότητα και την πορνεία στην περιοχή του Λος Άντζελες. Την περίοδο που βρισκόταν στην Αμερική γι’ αυτή την δουλειά άλλες τρεις ιερόδουλες βρέθηκαν νεκρές , κακοποιημένες σεξουαλικά με κλαδιά δέντρων και στραγγαλισμένες με τα εσώρουχά τους. Αυτές ήταν οι Shannon Exley, Irene Rodriguez και Peggy Booth.
Δολοφονήθηκε επίσης μια ιερόδουλη και στην Τσεχοσλοβακία, η Blanka Bockova, τις ημέρες που τύχαινε και ο Jack να βρίσκεται στην Πράγα για τις ανάγκες του ρεπορτάζ του πάνω στα “ερωτικά” στέκια της περιοχής.
Οι συμπτώσεις είχαν γίνει πολλές και μετά την αρχική τους μάλλον άρνηση να το πιστέψουν, οι αρχές συνέδεσαν τελικά τις δολοφονίες αυτών των δύο χρόνων με τον Jack Unterweger. Το χαρακτηριστικό του modus operandi και διάφορα αποδεικτικά στοιχεία, όπως νήματα από τα ρούχα του, που βρέθηκαν στα σώματα των δολοφονημένων γυναικών, πρόδιδαν έντονα την ενοχή του.
Τον Φεβρουάριο του 1992 ο “Jack the Writer” (εκ του “Jack the Ripper”, που “καθάριζε” επίσης ιερόδουλες) συνελήφθη στο Μαϊάμι, όπου είχε καταφύγει κατηγορούμενος για τουλάχιστον 11 δολοφονίες γυναικών, επτά στην Αυστρία, τρεις στο Λος Άντζελες και δύο στην Τσεχία.
Με την χαρακτηριστική του χειριστική συμπεριφορά και το θέατρο “ειλικρίνειας” με το οποίο έπειθε και παλιότερα, προσπάθησε να πείσει ότι είναι αθώος. Μα πως θα μπορούσε να απαρνηθεί όλη αυτή τη χλιδάτη ζωή, την προσπάθεια που έκανε και όσα κέρδισε και να είναι τόσο ηλίθιος που να κάνει κάτι που θα τον καταδίκαζε για πάντα; Αυτό ήταν το επιχείρημά του, αλλά αυτό ακριβώς είχε κάνει.
Η δίκη του ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1994 και κράτησε για δύο μήνες. Ο ψυχίατρος Dr. Reinhard Haller, που τον παρακολουθούσε, τον διέγνωσε με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, γεγονός στο οποίο οφειλόταν και όλο το “κυριλλάτο” προφίλ που διατηρούσε μέχρι τέλους.
Εν ολίγοις, η ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας αφορά την εμμονική ανάγκη για αυτοπροβολή και επιβεβαίωση, την υπερβολική μεγαλομανία και επίδειξη υπεροχής, καθώς και την έλλειψη ενσυναίσθησης και κατανόησης των αναγκών και των συναισθημάτων των άλλων ανθρώπων. Ο ναρκισσισμός ως διαταραχή εμφανίζεται συνήθως στην εφηβική ηλικία και έχει τις ρίζες του σε βιώματα απόρριψης, κατωτερότητας και ψυχολογικής πίεσης, που μπορεί να αισθανθεί στο περιβάλλον του ένα παιδί. Εμφανίζεται επίσης περισσότερο στους άντρες παρά στις γυναίκες, ενώ η θεραπεία της καθίσταται δύσκολη, αφού είναι χαρακτηριστικό των ναρκισσιστών να μην μπορούν να δεχθούν ότι πάσχουν από κάποια ψυχολογική ασθένεια.
Κάποια από τα χαρακτηριστικά ενός πάσχοντα από ναρκισσιστική διαταραχή είναι τα εξής: ανάγκη για συνεχή θαυμασμό από τους γύρω, μεγιστοποίηση των “καθημερινών κατορθωμάτων” του, ανικανότητα αποδοχής της κριτικής, επιθετική και εκδικητική συμπεριφορά, αναίτια ανταγωνιστικότητα και εκδήλωση ζήλιας, φαντασιώσεις δύναμης, γοητείας και χλιδάτης ζωής, ασυναίσθητη και υποτιμητική αντιμετώπιση των άλλων και προσπάθεια συναισθηματικής χειραγώγησής τους, άρνηση ευθυνών και αξιώσεις για ειδική αντιμετώπιση, εκμετάλλευση των άλλων με στόχο το προσωπικό συμφέρον κτλ.
Τελικά ο Jack καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση χωρίς δυνατότητα αναστολής. Η ψυχαναγκαστική του ανάγκη όμως για έλεγχο, που μοιράζονται οι περισσότεροι κατά συρροή δολοφόνοι αυτής της κατηγορίας, δεν θα τον άφηνε να μην πει εκείνος την τελευταία λέξη.
Τα ξημερώματα της 29ης Ιουνίου του 1994, την ίδια μέρα που του ανακοινώθηκε η καταδίκη του, ο Jack αυτοκτόνησε στο κελί του με τον ίδιο σχεδόν τρόπο που αφαίρεσε τη ζωή από τα θύματά του: κρεμάστηκε από τα κορδόνια των παπουτσιών του…