Η Veronica Guerin μπορεί να ασχολήθηκε μόλις έξι χρόνια με τη δημοσιογραφία, όμως το γενναίο έργο της, καθώς και η τελική της «θυσία» στο καθήκον την έχουν καταστήσει μια από τις πιο αξιομνημόνευτες ρεπόρτερ της μαχητικής δημοσιογραφίας.
Ποιά ήταν όμως η Veronica Guerin και πως έφτασε να «παλεύει» τόσο σθεναρά με τους εμπόρους ναρκωτικών της Ιρλανδίας;
_______________________
Τα παιδικά χρόνια, ο αθλητισμός και οι αλλαγές καριέρας
Η Veronica Guerin γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου του 1958 στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας και είχε άλλα τέσσερα αδέρφια. Φοίτησε σε καθολικό σχολείο και από μικρή η «Ronnie» έδειξε την κλίση της στον αθλητισμό. Έπαιζε ποδόσφαιρο και μπάσκετ και μάλιστα έπαιξε στις εθνικές ομάδες γυναικών της χώρας της και στα δύο αθλήματα. Ήταν επίσης φανατική οπαδός της Manchester United, την οποία ακολουθούσε σε κάθε της αγώνα.
Το 1980 ολοκλήρωσε τις σπουδές της στη λογιστική στο Trinity College του Δουβλίνου και άρχισε να δουλεύει στην εταιρεία του πατέρα της. Τρία χρόνια αργότερα, το 1983, ο πατέρας της πεθαίνει και η Βερόνικα αποφασίζει να αλλάξει καριέρα. Ιδρύει έτσι την δική της επιχείρηση δημοσίων σχέσεων, την οποία κράτησε για επτά χρόνια.
Εν τω μεταξύ, το 1985, παντρεύτηκε τον σύζυγό της Graham Turley, με τον οποίο απέκτησε τον γιο της Cathal το 1990.
Η ενασχόληση με τη δημοσιογραφία και το «κυνήγι» των εγκληματιών
Το 1990 η Βερόνικα αποφασίζει να κάνει άλλη μια φορά στροφή στην καριέρα της και να ασχοληθεί αυτή τη φορά με τη δημοσιογραφία. Το λειτούργημα, για εκείνη, που υπηρέτησε με πάθος και τελικά της κόστισε τη ζωή.
Ξεκίνησε ως ρεπόρτερ στην εφημερίδα Sunday Business Post και στη συνέχεια στην Sunday Tribune του Δουβλίνου. Το 1994 ανέλαβε πλέον το αστυνομικό ρεπορτάζ και τις έρευνες πάνω σ’αυτό στην μεγάλη εφημερίδα Sunday Independent.
Στόχος της έγινε ο υπόκοσμος της χώρας της και απώτερος σκοπός της να ξεσκεπάσει το οργανωμένο έγκλημα, που είχε πάρει σημαντικά μεγάλες διαστάσεις εκείνη την εποχή.
Η ανεξέλεγκτη δράση των εγκληματικών στοιχείων και παράλληλα οι ανεπαρκείς κινήσεις της αστυνομίας ήταν οι παράγοντες που φύτεψαν στην Guerin το «μικρόβιο» της δημοσιογραφίας και την αδάμαστη ανάγκη για αποκατάσταση του δικαίου.
Αναζητώντας πάντα τις πληροφορίες από πρώτο χέρι και αδιαφορώντας για την προσωπική της ασφάλεια, στόχευε κατευθείαν στους πυρήνες κάθε υπόθεσης. Ήθελε την πλήρη αλήθεια και την ήθελε από τους ίδιους τους εμπλεκόμενους.
Είχε δημιουργήσει στενές σχέσεις με πρόσωπα των αρχών, αλλά και με αρκετούς από τους ίδιους τους εγκληματίες καταφέρνοντας και οι δύο πλευρές να τις εμπιστεύονται πολλές και σημαντικές πληροφορίες.
Η φήμη της είχε εξαπλωθεί διεθνώς και τα πύρινα κείμενά της «τάραζαν» κάθε φορά τα νερά.
Η Veronica Guerin δεν είχε πανεπιστημιακές γνώσεις δημοσιογραφίας. Όσα έμαθε και κατάφερε ήταν μέσω της εμπειρίας της δουλεύοντας για την Independent, του ενστίκτου της και της αγάπης της για έρευνα. Ασχολούταν εξονυχιστικά με υποθέσεις δολοφονιών, εμπορίου ναρκωτικών και διάφορων εγκληματιών, τους οποίους κυριολεκτικά κυνηγούσε από πίσω.
Περνούσε τις περισσότερες ώρες της ημέρας στο αυτοκίνητό της, το οποίο είχε μετατρέψει σε γραφείο, ώστε να βρίσκεται πάντα σε ετοιμότητα για τις ανάγκες του ρεπορτάζ. Πολλές φορές περίμενε πεισματικά για ώρες έξω από τις πόρτες των ανθρώπων που ήθελε να μιλήσει για να καταφέρει να τους αποσπάσει μια συνέντευξη.
Ήταν επίσης χαρακτηριστικό της να δίνει ευφάνταστα ψευδώνυμα στις πηγές της (που ήταν κυρίως εγκληματίες), όπως «προπονητής», «πιγκουίνος», «μοναχός».
Οι επικίνδυνες αποκαλύψεις και οι απειλές για τη ζωή της
Οι αποκαλύψεις της Guerin για τα μεγάλα κεφάλια πίσω από τα καρτέλ των ναρκωτικών δεν άργησαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο για την ασφάλεια της ίδιας και της οικογένειάς της.
Τον Οκτώβριο του 1994 δέχθηκε την πρώτη απειλή για τη ζωή της, όταν δύο σφαίρες πέρασαν από το παράθυρο του σπιτιού της την ώρα που έπαιζε με τον γιο της. Αυτό συνέβη μετά τις δημοσιογραφικές της αποκαλύψεις σχετικά με τον μεγαλέμπορο ναρκωτικών Martin Cahill, που είχε δολοφονηθεί στο αυτοκίνητό του.
Η Guerin αγνόησε την «προειδοποίηση» και συνέχισε το έργο της με αμείωτη αφοσίωση. Στις 30 Ιανουαρίου του 1995 ένας άντρας χτύπησε την πόρτα του σπιτιού της κρατώντας στο χέρι του ένα περίστροφο και την πυροβόλησε στο πόδι δίνοντάς της μια δεύτερη ευκαιρία να «συμμορφωθεί».
Σύντομα έγινε γνωστό ότι το περιστατικό αυτό ήταν συνέπεια των αποκαλύψεών της σχετικά με μια ύποπτη ληστεία 4,4 εκατομμυρίων δολαρίων που είχε γίνει στο αεροδρόμιο του Δουβλίνου. Αυτή ήταν και η ληστεία με το μεγαλύτερο κλεμμένο χρηματικό ποσό στην ιστορία της Ιρλανδίας.
Αφού βγήκε από το νοσοκομείο, ο διευθυντής της Independent έβαλε συστήματα συναγερμού και άντρες της αστυνομίας να φρουρούν το σπίτι της και την οικογένειά της όλο το 24ωρο. Η Guerin όμως ζήτησε να απομακρυνθούν τα μέτρα ασφαλείας, γιατί εμπόδιζαν την έρευνά της.
Τον Σεπτέμβριο του 1995 επισκέφτηκε στην φάρμα του έναν πρώην κρατούμενο και γνωστό μεγαλοστέλεχος του υποκόσμου, τον John Gilligan. Σκοπός της ήταν να τον «ανακρίνει» για το πως έκανε μια τόσο χλιδάτη ζωή, ενώ δεν εμφάνιζε αντίστοιχα εισοδήματα.
Εκείνος, αφού την έψαξε για κρυμμένα μικρόφωνα που μπορεί να είχε πάνω της, την ξυλοκόπησε άγρια. Για αρκετές μέρες μετά την έπαιρνε καθημερινά τηλέφωνο απειλώντας την ότι θα βιάσει και θα σκοτώσει εκείνη και το παιδί της αν προχωρούσε σε δημοσιεύσεις εναντίον του.
Αυτή τη φορά η Guerin είχε τρομάξει πραγματικά, όμως και πάλι δεν το έβαλε κάτω.
Τον Δεκέμβριο του 1995 βραβεύτηκε για το γενναίο δημοσιογραφικό της έργο με το περίφημο International Press Freedom Award.
Η δολοφονία και η επιρροή της στη χώρα
Το απόγευμα της 26ης Ιουνίου του 1996 η Guerin βρισκόταν στο αυτοκίνητό της κάπου στα προάστια του Δουβλίνου και σταματώντας στο φανάρι, πήρε το κινητό της να κάνει ένα τηλεφώνημα. Τότε σταμάτησε δίπλα της μια μηχανή με δύο άντρες επιβαίνοντες. Ο ένας την πυροβόλησε έξι φορές εξ’ επαφής τραυματίζοντάς την θανάσιμα.
Οι εκτελεστές εξαφανίστηκαν αμέσως και η Guerin ήταν πλέον νεκρή σε ηλικία μόλις 37 ετών.
Η είδηση του θανάτου της θαρραλέας ρεπόρτερ προκάλεσε θλίψη, αλλά και οργή σε όλη τη χώρα. Στην κηδεία της παρευρέθηκε πλήθος κόσμου. Μεταξύ τους ήταν και ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων. Η κηδεία της μεταδόθηκε ζωντανά στους τηλεοπτικούς δέκτες και ακολούθησαν πορείες προς τιμή της σε διάφορα μέρη της χώρας.
Η θυσία της Guerin στο καθήκον είχε ως αποτέλεσμα και μια σειρά σημαντικών αλλαγών στις νομοθεσίες του κράτους. Θεσπίστηκαν νέοι νόμοι σχετικά με την προστασία των μαχόμενων δημοσιογράφων, αλλά και την διευκόλυνση της αστυνομίας στην σύλληψη των εγκληματιών και την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος.
Η Veronica Guerin μπορεί τελικά να «νικήθηκε» από τους εγκληματίες που με τόσο σθένος κυνηγούσε να ξεσκεπάσει, όμως η αφοσίωσή της στην αναζήτηση της αλήθειας για το κοινό καλό της χάρισε μια θέση τιμής και ανέσπερης μνήμης στην ιστορία της μαχητικής δημοσιογραφίας.
Η ιστορία της Guerin δεν θα μπορούσε να περάσει αδιάφορη και από τους παραγωγούς του Hollywood. Το 2003 κυκλοφόρησε η ταινία «Veronica Guerin» με πρωταγωνίστρια την Cate Blanchett, που ερμήνευσε εξαιρετικά τον ρόλο της πασίγνωστης πλέον μαχητικής ρεπόρτερ.