O Herbert Spencer γεννήθηκε στο Derby της Αγγλίας στις 27 Απριλίου 1820. Ήταν το πρώτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας που κατάφερε να επιβιώσει, αφού τα 9 αδέλφια του που ακολούθησαν πέθαναν όλα σε νηπιακή ηλικία.
Ο πατέρας του, William George Spencer, επαναστάτης της εποχής και δάσκαλος στο επάγγελμα, ήταν ένας αντισυμβατικός άνθρωπος. Είχε ιδρύσει ένα σχολείο στο οποίο η εκπαίδευση ακολουθούσε τις πρωτοποριακές μεθόδους του Johann Heinrich Pestalozzi και ήταν γραμματέας στην Derby Philosophical Society, την οποία είχε ιδρύσει το 1783 ο Erasmus Darwin, ο παππούς του Charles Darwin.
Τα παιδικά χρόνια
Ο Herbert εκπαιδεύτηκε με βάση των διαχωρισμό των ανθρώπων τόσο από την θρησκεία όσο και από την εξουσία, με σκοπό την ανάπτυξη μιας ανεξάρτητης σκέψης από κάθε νόρμα, και διδάχθηκε τις θεωρίες της βιολογικής εξέλιξης των Erasmus Darwin και Jean-Baptiste Lamarck.
Ωστόσο, εκτός από την θεωρητική προσέγγιση της κοινωνίας και της ζωής, έλαβε επιστημονική κατάρτιση από τον θείο του, Thomas Spencer, στα μαθηματικά, την πολιτική, τη φυσική, τα Λατινικά, τις οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές, καθώς επίσης τον εισήγαγε σε ιδέες υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και κατά της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία.
Ο τρόπος κατά τον οποίο εκπαιδεύτηκε αλλά και οι ιδέες που αντάλλαξε στην Derby Philosophical Society, καθόρισαν την μετέπειτα πορεία του.
Ως νεαρός άνδρας, ο Herbert δυσκολεύτηκε να αναπτύξει την δική του πνευματική πορεία και οδηγήθηκε στην επιλογή μιας πιο τεχνικής επαγγελματικής σταδιοδρομίας.
Σε ηλικία 16 ετών άρχισε να εργάζεται ως πολιτικός μηχανικός, περίοδο κατά την οποία υπήρχε ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου, ενώ ταυτόχρονα αφιέρωνε μεγάλο μέρος του χρόνου του στη συγγραφή κειμένων για επαρχιακά περιοδικά που δεν ακολουθούσαν κάποιον θρησκευτικό κονφορμισμό και είχαν ριζοσπαστικές πολιτικές πεποιθήσεις.
Η αλλαγή καριέρας
Από το 1848 έως το 1853 εργάστηκε ως συντάκτης στο εβδομαδιαίο περιοδικό ελεύθερου εμπορίου The Economist. Στα πρώτα του άρθρα αναπτύσσει τις ιδέες του για τον ατομικισμό, υπερασπίζεται το laissez-faire στην οικονομική ζωή και τη μη παρέμβαση του κράτους.
Οι ιδέες αυτές συγκροτήθηκαν και εκδόθηκαν το 1851 σε βιβλίο, το Social Statics, or the Conditions Essential to Human Happiness Specified, and the First of Them Developed, που προέβλεπε ότι η ανθρωπότητα τελικά θα προσαρμοστεί πλήρως στις απαιτήσεις της κοινωνίας με τρόπο που θα έχει ως επακόλουθο τον μαρασμό του κράτους.
Μέσω του εκδότη του, John Chapman, εκτός από την ανάπτυξη των ιδεών του, κέρδισε την επαφή με πολλούς ριζοσπαστικούς και προοδευτικούς στοχαστές της εποχής όπως τους John Stuart Mill, Harriet Martineau, George Henry Lewes και την Mary Ann Evans (γνωστή με το συγγραφικό της ψευδώνυμο George Eliot) με την οποία για ένα χρονικό διάστημα είχε αναπτύξει ιδιαίτερη συναισθηματική σχέση.
Μία από τις γνωριμίες όμως που σημάδεψαν την πορεία του, ήταν με τον βιολόγο Thomas Henry Huxley, με τον οποίο παρέμειναν δια βίου φίλοι.
Δείτε επίσης:
Harriet Martineau – Η πρώτη γυναίκα που ανέπτυξε τις βάσεις της Κοινωνιολογίας
Thomas Henry Huxley – Το “μπουλντόγκ του Δαρβίνου” που επινόησε τον αγνωστικισμό
Ωστόσο, η φιλία που ανέπτυξε με την Evans και τον Lewes τον έφερε σε επαφή με το έργο A System of Logic του John Stuart Mill, το οποίο σε συνδυασμό με το Système de Philosophie Positive του Auguste Comte, τον έβαλαν στην διαδικασία να αναπτύξει το δεύτερο έργο της ζωής του, Principles of Psychology, καθώς διαφωνούσε έντονα με τον Comte και ήθελε να επικοινωνήσει την θέση του.
Το Principles of Psychology, δημοσιεύθηκε το 1855 και βασίστηκε στη θεμελιώδη υπόθεση ότι το ανθρώπινο μυαλό υπόκειται σε φυσικούς νόμους και ότι αυτοί θα μπορούσαν να ανακαλυφθούν στο πλαίσιο της γενικής βιολογίας, όχι μόνο του ατόμου αλλά επίσης των ειδών και της φυλής.
Επίσης, υπερασπίστηκε την άποψη ότι οι ιδέες ενσωματώνονται στο σχηματισμό ενώσεων στον εγκέφαλο και με αυτόν τον τρόπο μπορούν να περνούν από τη μια γενιά στην άλλη μέσω της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών που πρώτος υποστήριξε ο Lamarck.
Το ενδιαφέρον του Spencer για την ψυχολογία πηγάζει από την πεποίθηση εγκαθίδρυσης ενός θεμελιακού νόμου παγκόσμιας ισχύος.
Από κοινού με άλλους της γενιάς του, είχε την ιδέα να αποδείξει ότι ήταν δυνατόν να δείξει ότι όλα στο σύμπαν -συμπεριλαμβανομένης της ανθρώπινης κουλτούρας, της γλώσσας και της ηθικής- θα μπορούσαν να εξηγηθούν από νόμους με καθολική εγκυρότητα. Αυτόν το νόμο παγκόσμιας εφαρμογής τον ονόμασε αρχή της εξέλιξης.
Αυτός, όμως, ήταν σε αντίθεση με τις απόψεις των θεολόγων της εποχής που επέμειναν ότι ορισμένα μέρη της δημιουργίας, ιδίως η ανθρώπινη ψυχή, ήταν πέρα από το πεδίο της επιστημονικής έρευνας. Επομένως, το βιβλίο δεν είχε την αναμενόμενη απήχηση, με τα τελευταία αντίτυπα (από τα 251 της πρώτης του έκδοσης) να έχουν μείνει απούλητα έως τον Ιούνιο του 1861.
Το μεγαλύτερο και σημαντικότερο έργο της ζωής του
Το 1858 ο Spencer άρχισε να γράφει το A System of Synthetic Philosophy, ένα έργο που στόχευε στο να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις στους φυσικούς νόμους όλων των φαινομένων του σύμπαντος, πως έχουν εφαρμογή στη βιολογία, την ψυχολογία, την ηθική και την κοινωνιολογία και πως αυτοί οι ίδιοι νόμοι οδηγούν αναπόφευκτα στην πρόοδο όλων των τομέων.
Το μεγάλο αυτό έργο, προέβλεπε ότι θα απαιτούσε συνολικά 20 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Τελικά στην πραγματικότητα χρειάστηκε τον διπλάσιο χρόνο, είχε έκταση 10 τόμων και αφιέρωσε σχεδόν όλη την υπόλοιπη ζωή του πάνω σε αυτό.
Το First Principles δημοσιεύθηκε το 1862 και ολοκληρώθηκε με το Principles of Sociology το 1896
Για την ανάπτυξη του έργου επηρεάστηκε και από την θεωρία της φυσικής επιλογής του Darwin, η οποία του έδωσε μια επιστημονική βάση για να υποστηρίξει την ιδέα ότι η βελτίωση των ανθρώπινων κοινωνιών πρέπει να ακολουθεί αυτόν τον νόμο, όπου κατά την φύση επιβιώνουν οι πιο ικανοί και εξαλείφονται όσοι δεν έχουν τις προϋποθέσεις.
Η κεντρική θεωρία του έργου του είναι γνωστή ως Κοινωνικός Δαρβινισμός.
Μέσα από αυτή την θεωρία κάνει παράλληλη μετάβαση στους κοινωνικούς οργανισμούς που, σύμφωνα με τον ίδιο, εξελίσσονται με διαδικασίες παρόμοιες με εκείνες των ζωντανών ειδών και το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει στις φυσικές διεργασίες τους. Έτσι, θα επιβιώσουν οι ισχυρότεροι άνθρωποι αφήνοντας τους ανίσχυρους να χαθούν και θα υπάρξει μεγαλύτερη και πιο γρήγορη ιστορική εξέλιξη.
Από όλους τους τόμους, έμεινε στην ιστορία για την φράση η επιβίωση του ισχυρότερου καθώς επίσης και για την ανάπτυξη ενός πολύ σημαντικού θεωρητικού πλαισίου της κοινωνιολογίας που αναπτύχθηκε αρκετά χρόνια μετά, του λειτουργισμού (functionalism).
Η αναγνώρισή του ως επιστήμονας
Οι ιδέες του κυκλοφόρησαν σε μια εποχή άκρατου καπιταλισμού και επηρέασαν την ανάπτυξη της οικονομίας, της πολιτικής επιστήμης, της βιολογίας και της φιλοσοφίας, δίνοντάς του πολύ μεγάλη φήμη, ιδίως στην αγγλόφωνη ακαδημαϊκή κοινότητα.
Η φήμη του ήταν εφάμιλλη με του Δαρβίνου, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οπαδοί του, τον σύγκριναν με τον Αριστοτέλη.
Τα έργα του διαβάστηκαν ευρέως και το 1869 κατάφερε να στηρίξει τον εαυτό του αποκλειστικά στο κέρδος των πωλήσεων βιβλίων και στα έσοδα από τις τακτικές συνεισφορές του στα βικτοριανά περιοδικά. Η αποδοχή τους από το διεθνές αναγνωστικό κοινό οδήγησε σε μεταφράσεις στα γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά, γαλλικά, ρωσικά, ιαπωνικά, κινέζικα και σε πολλές άλλες γλώσσες, ενώ του προσφέρθηκαν τιμές και βραβεία σε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.
Παρά, λοιπόν, τις πρώτες προσπάθειές του να καθιερωθεί ως συγγραφέας, φτάνοντας στην δεκαετία του 1870 είχε ήδη γίνει ο πιο διάσημος φιλόσοφος της εποχής.
Έγινε, επίσης, μέλος του Athenaeum, ενός αποκλειστικού Gentleman’s Club του Λονδίνου για όσους διακρίνονται στις τέχνες και τις επιστήμες, όπως και στο X Club, που ιδρύθηκε από τον Huxley και περιλάμβανε μηνιαίες συναντήσεις με μερικούς από τους πιο σημαντικούς στοχαστές της εποχής. Μέσω αυτών των συλλόγων, ο Spencer είχε ισχυρή παρουσία στην καρδιά της επιστημονικής κοινότητας και μπόρεσε να εξασφαλίσει ένα υποστηρικτικό κοινό για τις απόψεις του.
Ενώ, η δημοτικότητα ήταν αυξημένη και οι πωλήσεις οδήγησαν σε πλούτο και φήμη, δεν απέκτησε ποτέ δικό του σπίτι.
Μέχρι το τέλος
Η ζωή του Spencer χαρακτηρίστηκε εντόνως από απογοήτευση και μοναξιά, αφού δεν παντρεύτηκε ποτέ. Αυτό τον έκανε ιδιαιτέρως ευαίσθητο σε πόνους και ασθένειες που κανένας γιατρός δεν μπορούσε να διαγνώσει εκείνη τη στιγμή και κατά πάσα πιθανότητα οφειλόταν στην ψυχολογία του.
Όταν άρχισε να χάνει και τους στενότερους φίλους του, άρχισε να αμφιβάλλει για την εμπιστοσύνη που είχε στο επίκεντρο του φιλοσοφικού του συστήματος ενώ οι πολιτικές του απόψεις έγιναν όλο και πιο συντηρητικές, με αποκορύφωμα το 1880 την εναντίωσή του στη γυναικεία ψηφοφορία, μια στάση που αντικρούεται στις ιδέες που είχε παρουσιάσει στο παρελθόν.
Οι πολιτικές απόψεις του Spencer από αυτήν την περίοδο εκφράστηκαν στο The Man Versus the State.
Κι ενώ από το το 1873 ξεκίνησε τη σειρά έργων Descriptive Sociology, στην οποία δίνονται πληροφορίες για τους κοινωνικούς θεσμούς διαφόρων κοινωνιών, η σειρά που διεκόπη το 1881 λόγω έλλειψης δημόσιας υποστήριξης.
Από εκεί και μετά, αποσύρθηκε και συνέχισε να γράφει, παρότι οι αναγνώστες χάσει το ενδιαφέρον για τη νέα του δουλειά.
Παράλα αυτά, το 1902 έλαβε υποψηφιότητα για το Νόμπελ λογοτεχνίας.
Ο Spencer μόλις ένα έτος μετά, στις 8 Δεκεμβρίου 1903, πέθανε στο Brighton, αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του ενταφιάστηκαν απέναντι από τον τάφο του Karl Heinrich Marx στο νεκροταφείο του Highgate, στο Λονδίνο.
Στην κηδεία του, ο Ινδός ηγέτης Shyamji Krishna Varma ανακοίνωσε δωρεά 1.000 £ για να ιδρύσει ένα τμήμα στο University of Oxford ως φόρο τιμής στον ίδιο και το έργο του.
Η γενική επιρροή
Οι ιδέες του αναπτύχθηκαν μέσα στο κλίμα μιας εποχής, που ο καπιταλισμός βρισκόταν στο απόγειό του και λόγω της ριζοσπαστικής φύσης τους βρήκαν ευρεία ανταπόκριση από το κοινό πολύ γρήγορα.
Ενώ οι περισσότεροι φιλόσοφοι αποτυγχάνουν να κατακτήσουν αναγνώριση από τους κύκλους τους, ο Spencer το κατάφερε από το 1870 έως το 1880, κατακτώντας επιστήμονες και αναγνωστικό κοινό, όπως δείχνει ο τεράστιος όγκος των πωλήσεών του.
Ήταν πιθανώς ο πρώτος, και ίσως ο μόνος, φιλόσοφος στην ιστορία που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα των έργων του κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι πειρατικές εκδόσεις ήταν συνηθισμένες εκείνη την εποχή, ο εξουσιοδοτημένος εκδότης του, Appleton, πούλησε 368.755 αντίγραφα μεταξύ του 1860 και του 1903. Αυτός ο αριθμός δεν διέφερε πολύ από τις πωλήσεις του στη Βρετανία.
Ο Spencer διεύρυνε τη φαντασία και απελευθέρωσε το κερδοσκοπικό μυαλό αμέτρητων γιατρών, μηχανικών και δικηγόρων, πολλών φυσικών και χημικών, και γενικά στοχαστικών λαϊκών. Η επιρροή του στους φιλοσοφικούς κύκλους ήταν επίσης τεράστια, αν και εκφράστηκε περισσότερο με την αντίδρασή τους και την άρνηση των ιδεών του. Πώς όχι άλλωστε, αφού οι αναλύσεις τους ανέτρεπαν την βικτωριανή σκέψη!
Στοχαστές όπως οι Henry Sidgwick, T.H. Green, G.E. Ο Moore, ο William James, Henri Bergson και Durmile Durkheim καθόρισαν τις ιδέες τους σε σχέση με τις δικές του.
Στην Πολωνία μετά την εξέγερση του 1863, πολλές από τις ιδέες του Spencer ενσωματώθηκαν στην κυρίαρχη ιδεολογία fin-de-siècle (το τέλος του αιώνα) και συνέβαλε στην ανάπτυξη του Πολωνικού θετικού χαρακτήρα.
Ο κορυφαίος Πολωνός συγγραφέας της περιόδου, ο Bolesław Prus, αναφέρθηκε στον Spencer ως “ο Αριστοτέλης του δέκατου ενάτου αιώνα” και υιοθέτησε τη μεταφορά του Spencer για την κοινωνία-ως-οργανισμό, δίνοντάς του μια εντυπωσιακή ποιητική παρουσίαση στη μικρο-ιστορία του, Mold of the Earth, και στην εισαγωγή του ιστορικού μυθιστορήματός του, Pharaoh.
Παρά την μεγάλη και επαναστατική του ανάλυση, στις αρχές του 20ου αιώνα, η φιλοσοφική του φήμη έπεσε απότομα και το έργο του απορρίφθηκε ως «παρωδία της φιλοσοφίας». Αυτό βεβαίως δεν αναιρεί την μεγάλη επίδραση και ανατροπή του επιστημονικού κλάδου των προηγούμενων 2 αιώνων.
Η ανακάλυψη του συνδετήρα
Ο Spencer στην αυτοβιογραφία του δήλωνε εφευρέτης του συνδετήρα και παρέθετε περιγραφές των χρήσεών του, αν και αρκετοί έχουν δηλώσει αντίθετοι σε αυτό. Το δημιούργημά του ωστόσο ήταν ένας πρόδρομος του σύγχρονου συνδετήρα, αφού στην πρώτη του μορφή έμοιαζε περισσότερο με έναν πείρο.
Το εργαλείο αυτό ονομάστηκε Spencer Binding Pin, η παραγωγή του γινόταν από ένα τροποποιημένο μηχάνημα που έφτιαχνε κόπιτσες ρούχων και διατέθηκε στην αγορά από την Ackermann & Company.
Τον πρώτο χρόνο τα pins έκαναν μεγάλη επιτυχία και ο Spencer έβγαλε αρκετά χρήματα, έπειτα όμως η ζήτηση άρχισε να μειώνεται και η εφεύρεση παρέμεινε ξεχασμένη μέχρι το 1899, όταν ο Νορβηγός μηχανικός Johan Vaaler υπέβαλε την πατέντα του για τον σύγχρονο συνδετήρα στη Γερμανία.
O Herbert Spencer ήταν από τους πιο σπουδαίους φιλοσόφους του 18ου αιώνα. Η συμβολή του στην εξέλιξη της σύγχρονης παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας είναι αδιαμφισβήτητη.
Οι προτάσεις του, αγγίζουν τον τομέα της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας και της ηθικής, χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο εύρος πληροφοριών από διάφορες φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, τις οποίες οργάνωσε σύμφωνα με τις βασικές αρχές της θεωρίας της εξέλιξης, προκειμένου να συνθέσει ένα ολοκληρωμένο αποτέλεσμα έρευνας.
Αυτή η έρευνα αποτελεί την παρακαταθήκη του και το κληροδότημά του στην ανθρωπότητα.