Ο Φρανκ Σινάτρα αναμφισβήτητα αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές που ανέδειξε η παγκόσμια μουσική σκηνή. Ο ερωτικός, ρομαντικός, σαγηνευτικός και ξεχωριστός καλλιτέχνης, πραγματοποίησε μία πολύχρονη σπουδαία καριέρα, η οποία σημαδεύτηκε από πολλά σκαμπανεβάσματα, αλλά και από πολλές επιτυχίες.
Ποιος ήταν, όμως, ο Φρανκ Σινάτρα; Πάμε να τον γνωρίσουμε λίγο καλύτερα…
_________________________________
Τα παιδικά χρόνια και η πολυσυζητημένη προσωπική ζωή
Ο Φρανκ Σινάτρα γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1915 στο Χομπόκεν του Νιου Τζέρσεϊ, από γονείς Ιταλούς μετανάστες. Από μικρή ηλικία έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον στο μπελκάντο. Όντας έφηβος στράφηκε επαγγελματικά στο τραγούδι δεχόμενος μεγάλες επιρροές από τις ηχογραφήσεις του Μπινγκ Κρόσμπι.
Αναφορικά με την προσωπική του ζωή, ο Φρανκ Σινάτρα, πραγματοποίησε συνολικά τέσσερις γάμους, ενώ ήταν πατέρας τριών παιδιών, τα οποία είχε αποκτήσει από τον γάμο του με την πρώτη σύζυγο, Νάνσυ Μπαρμπάτο. Οι υπόλοιποι τρεις γάμοι του Σινάτρα ήταν με την Άβα Γκάρντνερ (1951-57), τη Μία Φάροου (1966-68) και την Μπάρμπαρα Μαρξ (από το 1976 μέχρι το τέλος της ζωής του).
Ο γάμος του με την Φάροου ήταν τόσο ξαφνικός που δεν μπόρεσε να παραστεί κανείς. Ούτε καν τα παιδιά του δημοφιλούς καλλιτέχνη και οι στενοί φίλοι ζευγαριού. Oι δημοσιογράφοι όταν άκουσαν την είδηση του γάμου του Σινάτρα με την Φάροου ξεκίνησαν για το Λας Βέγκας, ωστόσο απεργία πέντε αεροπορικών εταιριών τούς καθήλωσε στα αεροδρόμια. Τελικά όταν κατόρθωσαν να φτάσουν στο Λας Βέγκας, οι νεόνυμφοι είχαν φύγει με το ιδιωτικό αεροσκάφος του Σινάτρα.
Οι μοναδικές μαρτυρίες από τον πολυσυζητημένο γάμο του Σινάτρα με την Φάροου είναι οι φωτογραφίες που τράβηξε η πολιτεία του Λας Βέγκας μετά το μυστήριο, στην κοπή της γαμήλιας τούρτας, παρουσία του ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου Σαντς.
Τα πρώτα βήματα στην μουσική και η αναγνώριση
Παρότι ο Σινάτρα δεν είχε μουσική παιδεία, κατόρθωσε σχετικά γρήγορα να προσελκύσει το ενδιαφέρον του τρομπετίστα Χάρι Τζέιμς, ο οποίος τον προσέλαβε ως τραγουδιστή στην ορχήστρα του το 1939.
Μετά την λήξη της συνεργασίας του με τον Τζέιμς, ο Φρανκ Σινάτρα συνεργάστηκε για τρία χρόνια με τον Τόμι Ντόρσεϊ. Κατά την διάρκεια της συνεργασίας του με εκείνον η απήχησή του στο νεανικό ακροατήριο έφτασε σε πρωτόγνωρα επίπεδα, συγκρινόμενη μόνο με την αντίστοιχη αποδοχή που είχε πριν τον Σινάτρα ο Μπένι Γκούντμαν.
Από τα τέλη του 1942, ακολούθησε solo καριέρα και σύντομα αναδείχθηκε σε φαινόμενο της αμερικανικής κουλτούρας, ενώ αποτελούσε ίνδαλμα για τις φανατικές νεαρές θαυμάστριές του, που έμειναν γνωστές στην ιστορία ως bobby soxers.
Την ίδια περίοδο του δόθηκαν και τα προσωνύμια: The Voice, Frankieboy, και The Sultan of Swoon.
Στα τέλη του 1944 άρχισε να ηχογραφεί για την δισκογραφική εταιρεία Columbia, σε συνεργασία με τον ενορχηστρωτή Axel Stordahl, ο οποίος συνέθεσε τον ήχο εκείνων των ηχογραφήσεων.
Η πτώση και η επάνοδος
Την σεζόν 1947-1948 η καριέρα του Σινάτρα παρουσίασε εμφανή πτώση. Η πτώση συνέπεσε χρονικά τόσο με τα πρώτα αρνητικά δημοσιεύματα του τύπου, που αφορούσαν τις σχέσεις του με μέλη και πρόσωπα του οργανωμένου εγκλήματος, όπως ο Λάκι Λουτσιάνο, όσο και το συμβάν της επίθεσης του κατά του δημοσιογράφου Λη Μόρτιμερ, που αργότερα αποδείχθηκε ότι είχε συμφωνήσει να συνεργαστεί με το FBI προκειμένου να δυσφημιστεί ο Φρανκ Σινάτρα.
Το 1952, η καριέρα του Σινάτρα είχε πάρει για τα καλά την κατιούσα, καθώς δεν διέθετε κανένα δισκογραφικό ή κινηματογραφικό συμβόλαιο, ούτε καλλιτεχνικό πράκτορα.
Το 1953, άρχισε η επάνοδος του Φρανκ Σινάτρα με την ερμηνεία του στην κινηματογραφική ταινία “Όσο υπάρχουν άνθρωποι” σκηνοθεσίας Φρεντ Τσίνεμαν. Γι’ αυτή του την ερμηνεία απέσπασε το βραβείο Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου.
Την δεκαετία του 1950, ο Σινάτρα έκανε μια στροφή στον ήχο των τραγουδιών του εστιάζοντας περισσότερο στο είδος του σουίνγκ και λιγότερο στις μπαλάντες των προηγούμενων ετών. Το 1953, μετά την βράβευση του στα Όσκαρ, υπέγραψε με την Capitol Records και οι ηχογραφήσεις του εκείνης της εποχής έγιναν κάποιες από τις κορυφαίες δημιουργίες του.
Αξίζει να σημειωθεί πως το άλμπουμ του με τίτλο «Come Dance with Me!», που κυκλοφόρησε το 1959, του χάρισε το πρώτο του βραβείο Γκράμι. Εκείνη την περίοδο ο Σινάτρα συνεργάστηκε με τους σπουδαιότερους ενορχηστρωτές, όπως ο Νέλσον Ριντλ, ο Γκόρντον Τζένκινς και ο Μπίλι Μέι.
Η εμφάνιση στο ξενοδοχείο Σαντς και η ίδρυση της δισκογραφικής του εταιρείας
Το 1960, ο Σινάτρα, ο Πίτερ Λόφορντ, ο Ντιν Μάρτιν, ο Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ και ο Τζόι Μπίσοπ πραγματοποίησαν κοινή εμφάνιση στο περίφημο ξενοδοχείο Σαντς του Λας Βέγκας. Το show των πέντε καλλιτεχνών πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της εκδήλωσης για το κλείσιμο του ξενοδοχείου και οι θαυμαστές του “ρατ πακ”, όπως ήταν γνωστοί, συνέρρευσαν από όλα τα σημεία του κόσμου για να τους ακούσουν.
Το 1960 ο Σινάτρα ίδρυσε την δική του δισκογραφική εταιρεία, Reprise Records, στην οποία, μέχρι το 1962 ηχογραφούσε παράλληλα με την Capitol. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1960 ηχογραφούσε πολύ συχνά ολοκληρώνοντας άνισες κυκλοφορίες. Στις κυκλοφορίες αυτές, συμπεριλαμβάνεται η συνεργασία του Σινάτρα με τον Αντόνιο Κάρλος Ζομπίμ στο άλμπουμ «Francis Albert Sinatra and Antonio Carlos Jobim», που κυκλοφόρησε το 1967 και στο άλμπουμ «September of My Years», που κυκλοφόρησε το 1965.
Στις μεγαλύτερες επιτυχίες του Σινάτρα περιλαμβάνονται τα τραγούδια “Strangers in the Night” (1966), “That’s Life” (1967) και “My Way” (1969).
Αποχώρηση από την μουσική σκηνή και τελευταίες ηχογραφήσεις
Το 1971, ο Σινάτρα ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την μουσική σκηνή, σε μια περίοδο που η γενιά του Γούντστοκ κυριαρχούσε στη μουσική βιομηχανία. Βέβαια, το 1973 επέστρεψε τελικά στα μουσικά δρώμενα με νέες ηχογραφήσεις.
Η επιστροφή του Σινάτρα στην μουσική χαρακτηρίστηκε από προσεκτικές επιλογές και λιγοστές κυκλοφορίες, με σημαντικότερες αυτές των δίσκων Trilogy (1980), She Shot Me Down (1981) και L.A. Is My Lady (1984). Οι τελευταίοι δίσκοι που ηχογράφησε ο Σινάτρα ήταν τα Duets και Duets II, τα οποία κυκλοφόρησαν το 1993 και το 1994 αντίστοιχα και έπειτα από δεκαετή απουσία. Ο Φρανκ Σινάτρα πραγματοποίησε την τελευταία του συναυλία του 1995.
Καριέρα στην υποκριτική
Ο Φρανκ Σινάτρα πραγματοποίησε σπουδαία καριέρα και σαν ηθοποιός συμμετέχοντας σε περισσότερες από 50 ταινίες, μιούζικαλ, αλλά και σε καθαρά ερμηνευτικούς ρόλους χωρίς να τραγουδά. Τις δεκαετίες του 1950 και 1960 αποτελούσε ένας από τους περιζήτητους πρωταγωνιστές, ενώ ήταν ένας από τους λίγους που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία τόσο στο τραγούδι όσο και στον κινηματογράφο.
Τα μιούζικαλ που έχουν ξεχωρίσει είναι αυτά στα οποία συμπρωταγωνίστησε με τον Τζιν Κέλι, όπως το “On the Town” (1949). Αξίζει να σημειωθεί πως η ερμηνεία του στην ταινία “The Man with the Golden Arm” (1955), του έδωσε την υποψηφιότητα για το Όσκαρ του α’ ανδρικού ρόλου.
Ο θάνατος του καλλιτέχνη
Ο Φρανκ Σινάτρα τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταλαιπωρούνταν από πολλά προβλήματα υγείας. Τελικά έφυγε από την ζωή στις 14 Μαΐου του 1998 από έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Το έργο που άφησε πίσω του είναι σπουδαίο. Τα τραγούδια του έχουν μεγαλώσει και σημαδέψει πολλές γενιές. Η χροιά της φωνής του, η μουσική και οι στίχοι των τραγουδιών του αρκούν να σε συνεπάρουν και να σου αλλάξουν άρδην την διάθεση. Δεν νομίζω να υπάρχει κάτι άλλο να πω για τον Φρανκ Σινάτρα, πέρα από το ότι τα τραγούδια του δεν θα πάψουν ποτέ ακούγονται απ’ άκρη σε άκρη στον κόσμο τούτο.