Τέλη Μαρτίου του 1941 έλαβε χώρα η περίφημη Μάχη της Κρήτης, η μεγαλύτερη αεραποβατική επιχείρηση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές της γνωστής και ως “Επιχείρηση Ερμής” κατάφεραν να καταλάβουν το νησί από τους Άγγλους και τις δυνάμεις των Ελλήνων, με τεράστιες όμως απώλειες στο δυναμικό τους.

Η αντίσταση των Κρητικών, αντρών και γυναικών, ήταν αναπάντεχα αποφασιστική και σθεναρή και παρά την αριθμητική τους υπεροχή, οι Γερμανοί έχασαν μεταξύ άλλων περισσότερους από 8.000 επίλεκτους αλεξιπτωτιστές τους (σύμφωνα με στοιχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού).

Παρόλο που το νησί βρέθηκε τελικά υπό γερμανική κατοχή ως τις 31 Μαΐου, η είδηση της καταστροφής που υπέστη η πλευρά του Άξονα έφτασε στο Βερολίνο και ο Χέρμαν Γκέρινγκ (Hermann Göring), επικεφαλής της γερμανικής αεροπορίας, διέταξε τον Γενικό Διοικητή στο νησί να προβεί σε αντίποινα για τις απώλειες των στρατιωτών τους.

Η διαταγή ήταν να πάρουν εκδίκηση με συνοπτικές διαδικασίες οι ίδιες στρατιωτικές μονάδες που είχαν υποστεί τις απώλειες και χωρίς να διεξαχθούν οι πρέπουσες δίκες. Και πράγματι οι πράξεις αντιποίνων που ακολούθησαν στο νησί έγραψαν τις πρώτες σελίδες τραγικών ολοκαυτωμάτων στην ματωμένη ελληνική ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η πρώτη εκτέλεση που πραγματοποιήθηκε ως αντίποινα μετά την Μάχη της Κρήτης ήταν η Σφαγή στο χωριό Κοντομαρί Χανίων, κοντά στο οποίο βρέθηκαν νεκροί κάποιοι από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές.

Οι κάτοικοι του χωριού κατηγορήθηκαν ως ένοχοι και με διαταγή του διοικητή Kurt Student, τέσσερα φορτηγά με Γερμανούς αλεξιπτωτιστές εισέβαλαν στο χωριό στις 2 Ιουνίου του 1941. Επικεφαλής τους ήταν ο υπολοχαγός Horst Trebes, πιστός αξιωματικός του Τάγματος που είχε επιβιώσει από την σφοδρή μάχη των προηγούμενων ημερών.

Μετά από εξονυχιστικούς ελέγχους σε όλα τα σπίτια του χωριού, σε ένα από αυτά βρέθηκε το χιτώνιο ενός Γερμανού αλεξιπτωτιστή τρυπημένο από σφαίρα. Με διαταγή του Trebes το σπίτι πυρπολήθηκε άμεσα και η αντίστροφη μέτρηση για την εκδίκηση που θα πλήρωνε το χωριό είχε αρχίσει.

Όλοι οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να συγκεντρωθούν στην πλατεία του χωριού, όπου επιλέχθηκαν μερικές δεκάδες από τους άντρες, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά αφέθηκαν ελεύθεροι να φύγουν. Οι άντρες αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στους ελαιώνες της περιοχής και χωρίς πολλή καθυστέρηση στήθηκαν απέναντι από το απόσπασμα των Γερμανών και εκτελέστηκαν.

Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστός ο ακριβής αριθμός των θυμάτων της εκτέλεσης. Τα γερμανικά αρχεία κάνουν λόγο για 23 άντρες, ενώ άλλες πηγές αναφέρουν ότι ήταν μέχρι και 60.

Οι όμηροι του Κοντομαρί, Κρήτη, 1941 (φωτ. Φραντς Πέτερ Βάιξλερ)

Τα στιγμιότυπα της Σφαγής στο Κοντομαρί καταγράφηκαν από τον φωτογράφο και πολεμικό ανταποκριτή του Γερμανικού Στρατού, Franz-Peter Weixler και ανακαλύφθηκαν περίπου 40 χρόνια αργότερα, το 1980, στα Ομοσπονδιακά Γερμανικά Αρχεία από τον δημοσιογράφο Βάσο Μαθιόπουλο.

Αρχικά δεν ήταν γνωστό σε ποια τοποθεσία έγινε η εκτέλεση, ώσπου έγινε μεγάλη έρευνα στα χωριά της Κρήτης και οι κάτοικοι του Κοντομαρί, καθώς και απόγονοι των εκτελεσθέντων αντρών αναγνώρισαν την εικονιζόμενη τοποθεσία.

3 Ιουνίου 1941 – Καταστροφή της Κανδάνου

Την επόμενη μέρα της εκτέλεσης στο Κοντομαρί, 3 Ιουνίου του 1941, το γερμανικό Τάγμα, υπό τις διαταγές πάντα του Student, έφτασε στο χωριό Κάνδανος. Οι αδίστακτοι Γερμανοί στρατιώτες σκότωσαν αδιακρίτως περίπου 180 κατοίκους, έσφαξαν όλα τα ζώα και τέλος έβαλαν φωτιά και έκαψαν ολοσχερώς όλα τα σπίτια του χωριού.

Αφού απαγόρευσαν στους εναπομείναντες κατοίκους να επιστρέψουν ποτέ στον τόπο τους, ανάρτησαν στις εισόδους τους χωριού δύο επιγραφές σε γερμανικά και ελληνικά που έγραφαν:

“Διά την κτηνώδη δολοφονίαν Γερµανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του µηχανικού από άνδρας, γυναίκας και παιδιά και παπάδες µαζί και διότι ετόλµησαν να αντισταθούν κατά του µεγάλου Ράιχ κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεµελίων, διά να µην επαναοικοδοµηθεί πλέον ποτέ.”

Η δεύτερη: “Ως αντίποινον των από οπλισµένων πολιτών ανδρών και γυναικών εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερµανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος”. Και μια τρίτη τοποθετήθηκε εκεί το 1943 για ένα μνημείο που είχαν σκοπό να στήσουν οι κατακτητές, αλλά δεν έγινε ποτέ: Εδώ υπήρχε η Κάνδανος – Κατεστράφη προς εξιλασµόν της δολοφονίας 25 Γερµανών στρατιωτικών.”

Τα κοντινά χωριά Φλώρια και Κακόπετρο δεν άργησαν να έχουν την ίδια τύχη με την Κάνδανο πάνω στην εκδικητική μανία των κατακτητών.

Όσο για τους ενορχηστρωτές των πρώτων σφαγών άμαχου πληθυσμού, ο Trebes παρασημοφορήθηκε από τη χώρα του για την δράση του στη Μάχη της Κρήτης, όμως σκοτώθηκε το 1944 στην απόβαση της Νορμανδίας πριν προλάβει να βρεθεί αντιμέτωπος με τις πράξεις του.

Ο Student αιχμαλωτίστηκε από τους Άγγλους μετά την παράδοση της Γερμανίας και πέρασε από δίκη το 1947 για τις βιαιοπραγίες και δολοφονίες αιχμαλώτων που είχαν γίνει στην Κρήτη υπό τις διαταγές του. Κρίθηκε ένοχος για τρεις από τις οκτώ κατηγορίες εναντίον του και ενώ καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση, εξέτισε μόνο ένα κερδίζοντας απαλλαγή λόγω προβλημάτων υγείας. Ουσιαστικά ούτε εκείνος πλήρωσε ποτέ για τα στυγερά του εγκλήματα.

Ο “μύθος” των διαμελισμένων αλεξιπτωτιστών

Από όλο το εύρος της ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όπως το γνωρίζουμε από τα ελληνικά χρονικά της Κατοχής, ήταν χαρακτηριστικό των Γερμανών να πραγματοποιούν άνανδρες και ολοκληρωτικές πράξεις εκδίκησης με σφαγές άμαχου πληθυσμού και ολοκαυτώματα ολόκληρων χωριών, αυτά που σήμερα γνωρίζουμε ως μαρτυρικά.

Ο θάνατος έστω και ενός από τους δικούς τους από κάποιον Έλληνα, πόσο μάλλον και όταν οι απώλειες ήταν πιο σημαντικές, ήταν ικανή αφορμή να εκτελεστούν εν ψυχρώ δεκάδες άντρες και πολλές φορές μαζί και γυναικόπαιδα από τους ντόπιους κατοίκους. Στις εκτελέσεις στο Κοντομαρί και στην Κάνδαρο χρησιμοποίησαν άλλη μια πρόφαση κατηγορώντας τους Κρητικούς για θηριωδίες, που όμως δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.

Πολλά από τα πτώματα των Γερμανών αλεξιπτωτιστών που σκοτώθηκαν στην Μάχη της Κρήτης βρέθηκαν με πολύ σοβαρά τραύματα, σπασμένα/διαμελισμένα μέλη και βγαλμένα τα μάτια τους. Οι Γερμανοί κατηγόρησαν αμέσως τους ντόπιους κατοίκους ότι είχαν κακοποιήσει θηριωδώς τους στρατιώτες τους με γεωργικά εργαλεία, τσεκούρια, μαχαίρια και δρεπάνια. Οι ιστορίες που κυκλοφορούσαν διανθίζονταν με υπερβολές που έβαζαν περισσότερο λάδι στη φωτιά και η ανάγκη εκδίκησης ήταν φυσικό επόμενο.

Στην πραγματικότητα όμως οι Κρητικοί δεν είχαν προβεί ποτέ σε πράξεις κακοποίησης. Άλλωστε τέτοιου είδους πρακτικές βιαιοπραγίας δεν εφαρμόζονται πουθενά στην ελληνική νοοτροπία παρά ελαχίστων εξαιρέσεων.

Paratroopers Crete '41.JPG

Πολλοί από τους αλεξιπτωτιστές είχαν πεθάνει όσο ακόμα βρισκόντουσαν στον αέρα από τις πολλαπλές σφαίρες που δεχόντουσαν καταπάνω τους, ενώ άλλων δεν άνοιξαν ποτέ τα αλεξίπτωτά τους, και έτσι τα σώματά τους έφταναν να καταλήγουν στο έδαφος οικτρά παραμορφωμένα.

Όπως αποδείχθηκε και με την ιατροδικαστική έκθεση της εγκληματολογικής υπηρεσίας του ίδιου του Βερολίνου, η κακοποιημένη εικόνα των πτωμάτων οφειλόταν κυρίως στο γεγονός ότι αυτά είχαν μείνει πολλές ημέρες άταφα και εκτεθειμένα στις ζεστές θερμοκρασίες εκείνης της περιόδους με αποτέλεσμα να υποστούν σημαντικές αλλοιώσεις. Όσο για τα βγαλμένα μάτια, αυτό ήταν “δουλειά” των αρπακτικών πουλιών, που είναι γνωστό ότι το πρώτο που αφαιρούν από ένα πτώμα είναι πράγματι τα μάτια.

Παρόλο που η ιατροδικαστική έκθεση του Βερολίνου δεν άργησε να έρθει (και ίσως παρόλα αυτά να γνώριζαν και την αλήθεια εξαρχής), οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν το αφήγημα της υποτιθέμενης θηριωδίας των ντόπιων προς αυτούς για να στηρίξουν τα σφοδρά αντίποινα, που έγιναν και η αγαπημένη τους συνήθεια.

Μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1941 εκτελέστηκαν τουλάχιστον 2.000 Κρητικοί στα πλαίσια αντιποίνων για την Μάχη της Κρήτης, ενώ δόθηκε το έναυσμα για μια σειρά από σφαγές και καταστροφές απέναντι στους Έλληνες κατοίκους χωρίς καν αιτιολογία καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής.

Κοινοποιήστε
Άννα-Μαρία Κέκια
Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με έφεση στην έκφραση μέσω του γραπτού λόγου. Στον τομέα της αρθρογραφίας έχω ασχοληθεί τόσο με γενική ειδησεογραφία, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, όσο και με φωτορεπορτάζ, στήλες πολιτισμού, κριτικές δίσκων, αφιερώματα και συνεντεύξεις. Λάτρης της ανεξάρτητης και ερευνητικής δημοσιογραφίας με έμφαση στην ιστορία, την ψυχολογία, την εγκληματολογία και την κοινωνιολογία. Παράλληλη και αγαπημένη απασχόληση η τέχνη της φωτογραφίας.