Η περίπτωση του δολοφόνου γνωστού ως Τζακ Αντεροβγάλτη (αγγλιστί Jack the Ripper) είναι μια από τις διασημότερες ανεξιχνίαστες υποθέσεις τόσο της βρετανικής, όσο και της παγκόσμιας εγκληματολογικής ιστορίας.
Ακόμα και άνθρωποι που δεν ασχολούνται με δολοφόνους και αστυνομικές υποθέσεις, γνωρίζουν έστω το όνομα του, καθώς ο Τζακ Αντεροβγάλτης έχει υπάρξει πηγή έμπνευσης για πολλά έργα κάθε τομέα τέχνης μέχρι σήμερα.
Η υπόθεση, που εξελίχθηκε στο παρακμιακό Λονδίνο του 19ου αιώνα, παραμένει ανεξιχνίαστη μέχρι σήμερα και έχει πάρει διαστάσεις θρύλου.
* Προσοχή, ακολουθούν γλαφυρά αποτρόπαιες περιγραφές. Συνεχίζετε με δική σας ευθύνη:)
______________________________________
Γυρνάμε λοιπόν μερικές εκατοντάδες χρόνια πίσω, στα μέσα του 19ου αιώνα και στην περιοχή Whitechapel του Λονδίνου. Η Αγγλία εκείνη την εποχή είχε δεχθεί μια τεράστια συρροή μεταναστών, κυρίως Ιρλανδών και αργότερα και Εβραίων από την τσαρική Ρωσία, που αύξησαν δραματικά τον τοπικό πληθυσμό στα αστικά κέντρα, αλλά και τις φτωχές επαρχίες.
Η φτώχεια και η ανεργία άρχισαν να μαστίζουν την πόλη, όπως και πολλές άλλες βρετανικές περιοχές. Η ποιότητα ζωής για το λαό έγινε εξαιρετικά άσχημη και η βία, η εγκληματικότητα και ο αλκοολισμός είχαν γίνει μια θλιβερή καθημερινότητα.
Τα μισά παιδιά που γεννιούνταν στο ανατολικό Λονδίνο εκείνη την περίοδο πέθαιναν αδύναμα στα πρώτα χρόνια της ζωής τους και σημαντικά πολλές γυναίκες οδηγήθηκαν στην πορνεία για να μπορούν να επιβιώνουν.
Τον Οκτώβριο του 1888 τα αρχεία της τοπικής αστυνομίας κατέγραφαν 62 οίκους ανοχής στην περιοχή του Whitechapel και περίπου 1.200 ιερόδουλες. Επίσης περίπου 8.500 άνθρωποι κοιμόντουσαν σε 233 κοινόχρηστες εγκαταστάσεις κάθε βράδυ νοικιάζοντας τέσσερα δολάρια το κάθε κρεβάτι. Ούτε καν μπορούμε να φανταστούμε τέτοια κοινωνική παρακμή.
Τα οικονομικά προβλήματα στο Whitechapel συνοδεύονταν από μια σειρά ισχυρών κοινωνικών εντάσεων, όπως επεισοδιακές διαδηλώσεις, η Ματωμένη Κυριακή του 1887, ο υπερβολικός ρατσισμός, η εγκληματικότητα, οι τραγικές στερήσεις και η πόλη απέκτησε την εικόνα ενός περιβόητου κρησφύγετου κάθε ανηθικότητας. Εκείνη ακριβώς την σκοτεινή περίοδο τρομοκράτησαν την τοπική κοινωνία οι κατά συρροή δολοφονίες ιερόδουλων γυναικών από τον γνωστό ως Τζακ Αντεροβγάλτη.
Φόνοι στο Whitechapel
Οι περιπτώσεις δολοφονιών που εξελίχθηκαν στην περιοχή του Whitechapel εκείνη την εποχή γεμίζουν μόνες τους ένα ολόκληρο κεφάλαιο καθιστώντας δύσκολο να εξακριβωθεί κατά πόσο μια σειρά από αυτές μπορεί να έγιναν από ένα συγκεκριμένο άτομο.
Έντεκα όμως δολοφονίες ξεχώρισαν, που συνέβησαν από τις 3 Απριλίου του 1888 έως τις 13 Φεβρουαρίου του 1891, και έμειναν γνωστές στα αστυνομικά αρχεία ως οι “Φόνοι του Whitechapel”.
Ο Τζακ Αντεροβγάλτης “χρεώνεται” μόνο με τις γνωστές ως “κατά κανόνα πέντε” όμοιες δολοφονίες. Οι γυναίκες θύματα βρέθηκαν με βαθιές πληγές στο λαιμό, ακρωτηριασμούς στο πρόσωπο, ακρωτηριασμό της κοιλιάς και της γεννητικής περιοχής και χειρουργική αφαίρεση εσωτερικών οργάνων. Αυτό το μοτίβο θεωρείται το modus operandi του θρυλικού Αντεροβγάλτη.
Οι δύο πρώτες περιπτώσεις που καταγράφηκαν, αυτές της Emma Elizabeth Smith και της Martha Tabram, δεν αποδόθηκαν ποτέ σε αυτόν. Η Smith πρόλαβε πριν πεθάνει να καταθέσει ότι της είχαν επιτεθεί δύο ή τρεις άντρες και θεωρήθηκε δράση κάποιας εγκληματικής συμμορίας, ενώ η Tabram εξαιρέθηκε από τα θύματα του Αντεροβγάλτη λόγω διαφοράς στο μοτίβο τραυματισμών που είχε υποστεί.
Οι κατά κανόνα θεωρούμενες πέντε δολοφονίες του Τζακ Αντεροβγάλτη είναι αυτές των Mary Ann Nichols, Annie Chapman, Elizabeth Stride, Catherine Eddowes και Mary Jane Kelly.
Το νεκρό σώμα της Mary Ann Nichols βρέθηκε την 31η Αυγούστου του 1888 σε έναν δρόμο του Whitechapel. Ο λαιμός της ήταν κομμένος στα δύο με το ένα κομμάτι σχεδόν αποκομμένο από το σώμα και η κοιλιά ήταν χωρισμένη με μια βαθιά τομή. Αντίστοιχες κάθετες πληγές υπήρχαν και στα πλευρά του θύματος.
Μία εβδομάδα αργότερα, στις 8 Σεπτεμβρίου του 1888, βρέθηκε το πτώμα της Annie Chapman. Ο λαιμός και εκείνης ήταν κομμένος στη μέση, ενώ η κοιλιά της είχε κανονικά ανοιχθεί και ένα κομμάτι από το στομάχι της είχε τοποθετηθεί πάνω από τον αριστερό της ώμο, ενώ ένα άλλο κομμάτι σάρκας μαζί με το λεπτό έντερο είχαν αφαιρεθεί και τοποθετηθεί πάνω από τον δεξί ώμο. Η αυτοψία αποκάλυψε επίσης ότι είχε αφαιρεθεί η μήτρα και τμήματα της ουροδόχου κύστης και του κόλπου.

Μια μάρτυρας κατέθεσε στις αρχές ότι είχε δει εκείνο το απόγευμα την Chapman μαζί με έναν μελαχρινό άντρα με σκούρο μακρύ παλτό και καφέ καπέλο, που έμοιαζε με παρηκμασμένο ευγενή.
Οι Elizabeth Stride και Catherine Eddowes δολοφονήθηκαν και εντοπίστηκαν τα ξημερώματα της 30ης Σεπτεμβρίου του 1888.
Η Elizabeth Stride είχε υποστεί μια ενιαία τομή στο λαιμό με την οποία είχε αποκοπεί η αριστερή καρωτιδική αρτηρία μέχρι τη δεξιά γνάθο της.
Δεδομένου ότι δεν έφερε άλλους από τους τυπικούς ακρωτηριασμούς του Αντεροβγάλτη, υπήρξε αβεβαιότητα ως προς το αν ανήκε στα θύματά του. Αυτό επιβεβαιώθηκε με τη μαρτυρία αρκετών ατόμων που κατέθεσαν ότι είχαν δει τη γυναίκα μαζί με έναν άντρα, που φαινόταν από φυσιολογικός ως σκοτεινός και έμοιαζε κομψοντυμένος, αλλά και φτωχός.
Το σώμα της ιερόδουλης που βρέθηκε λιγότερο μία ώρα αργότερα, Catherine Eddowes, είχε επίσης κομμένο λαιμό και μια μεγάλη, βαθιά τομή στην κοιλιά με τα έντερα να έχουν τοποθετηθεί πάνω στον δεξί ώμο. Το αριστερό νεφρό και μεγάλο μέρος της μήτρας είχαν αφαιρεθεί και το πρόσωπο ήταν παραμορφωμένο με τη μύτη και τα μάγουλα κομμένα και συμμετρικές τριγωνικές τομές πάνω και κάτω από τα μάτια. Ο γιατρός που εξέτασε το πτώμα δήλωσε ότι αυτές οι κυριολεκτικά χειρουργικές επεμβάσεις του δολοφόνου χρειαζόντουσαν τουλάχιστον πέντε λεπτά για να ολοκληρωθούν.
Ένας τοπικός πωλητής που βρισκόταν στην διπλανή πλατεία με την παρέα του υποστήριξε ότι είχε δει μια γυναίκα που έμοιαζε με την Eddowes, να μιλάει με έναν ανοιχτόχρωμο άντρα με φτωχική εμφάνιση, όμως οι φίλοι του δεν είχαν δει κάτι ανάλογο για να επιβεβαιώσουν την πληροφορία.
Ένα κομμάτι του ματωμένου φορέματος της γυναίκας βρέθηκε λίγο αργότερα μπροστά από έναν τοίχο, που είχε ένα γνωστό ως εβραϊκό γκράφιτι σχεδιασμένο με κιμωλία. Καθώς τέτοια γκράφιτι στους δρόμους του Whitechapel ήταν συνηθισμένα και το μήνυμα μπορεί να ήταν τυχαία εκεί ή μπορεί και να υποδηλώνει ότι ένοχος για τις δολοφονίες είναι κάποιος Εβραίος, οι αρχές διέταξαν το σχέδιο να καθαριστεί ως το πρωί, ώστε να μην πυροδοτηθούν νέες ρατσιστικές αναταραχές.

Το φρικτά ακρωτηριασμένο σώμα της τελευταίας εκ των πέντε “κατά κανόνα” θυμάτων του Αντεροβγάλτη, Mary Jane Kelly, βρέθηκε επίσης στην περιοχή στις 9 Νοεμβρίου του 1888 στο κρεβάτι του σπιτιού της.
Το πρόσωπό της ήταν εξωπραγματικά παραμορφωμένο, ο λαιμός της κομμένος μέχρι την σπονδυλική στήλη και τα εσωτερικά όργανα της κοιλιάς είχαν αφαιρεθεί. Η μήτρα, τα νεφρά και το ένα στήθος της είχαν τοποθετηθεί κάτω από το κεφάλι της και άλλα σπλάχνα του σώματος ήταν τοποθετημένα δίπλα στο πόδι, ενώ μέρη της κοιλιάς και των μηρών ήταν πάνω στο κομοδίνο. Μάλιστα η καρδιά έλειπε και δεν βρέθηκε ποτέ.
Όλοι αυτοί οι πέντε σίγουροι φόνοι του Τζακ Αντεροβγάλτη διαπράχθηκαν νυχτερινές ώρες περίπου στα σαββατοκύριακα κοντά στο τέλος ενός μήνα. Κάθε επόμενος ακρωτηριασμός πτώματος ήταν όλο και πιο σοβαρός, με μόνη εξαίρεση της Stride, που θεωρήθηκε ότι είχε διακοπεί πιθανόν ξαφνικά.
Οι ερευνητές βρέθηκαν σε διαφωνίες για πολλά χρόνια από τότε σχετικά με το κατά πόσο αυτές και μόνο οι δολοφονίες ανήκουν στον φερόμενο Τζακ Αντεροβγάλτη, ποιές από αυτές και γιατί όχι να μην του καταλογίζονται και διάφορες άλλες αντί αυτές.
Παρόλο που οι φόνοι γυναικών που αποδίδονται σίγουρα στον Αντεροβγάλτη τελειώνουν εδώ και η αστυνομία πιστεύει ότι μετά ο δράστης μετανάστευσε ή έχασε με κάποιο τρόπο τη ζωή του, οι δολοφονίες στην περιοχή του Whitechapel δεν σταμάτησαν.
Άλλες τέσσερις που καταγράφηκαν να ακολουθούν είναι της Rose Mylett, της Alice McKenzie, του πτώματος στην οδό Pinchin και της Frances Coles. Η περίπτωση της πρώτης αποδείχθηκε στραγγαλισμός και η δεύτερη έφερε χαρακτηριστικές τομές ακρωτηριασμού του Αντεροβγάλτη, αλλά δίχασε τους ερευνητές με κάποιους να θεωρούν ότι κάποιος άλλος εγκληματίας μιμούταν το μοτίβο του περιβόητου δολοφόνου.
Η περίπτωση της τρίτης γυναίκας που βρέθηκε στην οδό Pinchin ήταν ουσιαστικά ένα ακρωτηριασμένο κομμάτι γυναικείου κορμού, του οποίου η ταυτότητα δεν μπόρεσε ποτέ να εξακριβωθεί. Το κομμάτι σώματος έφερε εκτενείς μελανιές από χτυπήματα και μια μελετημένη τομή ακρωτηριασμού στην κοιλιά, που δεν είχε επηρεάσει τα γεννητικά όργανα.
Το σώμα της τέταρτης νεαρής ιερόδουλης Frances Coles βρέθηκε με ανοιγμένο λαιμό και για λίγο όσο εκείνη ήταν ακόμα ζωντανή και θεωρήθηκε ότι πιθανόν ο δράστης αναγκάστηκε να φύγει πριν προχωρήσει στον ακρωτηριασμό, όταν πλησίασε ο άντρας που την εντόπισε. Ένας τύπος, με τον οποίο είχε βρεθεί τελευταία το θύμα, θεωρήθηκε ένοχος και για λίγο αναφέρθηκε ως ο Αντεροβγάλτης, όμως οι κατηγορίες αποσύρθηκαν λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.
Διάφοροι ακόμα φόνοι μέσα στα επόμενα τρία χρόνια μέχρι το 1891 έχει θεωρηθεί πιθανό να ανήκουν στον Τζακ Αντεροβγάλτη, όμως δεν έχουν υπάρξει στοιχεία ώστε κάτι τέτοιο να επιβεβαιωθεί.
Έρευνες που πέφτουν στο κενό
Η συντριπτική πλειοψηφία των αρχείων της τοπικής αστυνομίας καταστράφηκε στους γερμανικούς βομβαρδισμούς του 1940-41, γνωστούς ως Blitz, όμως τα εναπομείναντα αρχεία σχετικά με τις δολοφονίες αποδείχθηκαν πολύ βοηθητικά. Οι αρχές ξεκίνησαν εντατική έρευνα στην περιοχή από σπίτι σε σπίτι και συνέλεξαν το υλικό που χρειαζόντουσαν για ιατροδικαστική εξέταση. Εκατοντάδες ύποπτοι ερευνήθηκαν και τουλάχιστον 80 συνελήφθησαν πριν τελικά απορριφθούν ως αθώοι.
Διακεκριμένοι ντετέκτιβ της αστυνομίας διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλο στην υπόθεση των φόνων στο Whitechapel και του Τζακ Αντεροβγάλτη προσπαθώντας να βρουν απαντήσεις. Λόγω των εμφανών χειρουργικών, ίσως και ιατρικών γνώσεων του δράστη, γιατροί, χειρούργοι, σφαγείς και κρεοπώλες θεωρούνταν αυτομάτως ύποπτοι. Οι κρεοπώλες συγκεκριμένα ερευνήθηκαν εξονυχιστικά πριν θεωρηθούν αθώοι για τις κατηγορίες.
Περιπολίες αστυνομικών δυνάμεων άρχισαν να αποτελούν μόνιμη παρουσία στους δρόμους τσεκάροντας για υπόπτους και δημιουργώντας αναστάτωση στον πληθυσμό της περιοχής.
Παρόλο που ο Αντεροβγάλτης δεν ήταν ο πρώτος κατά συρροή δολοφόνος που γνώριζε ο κόσμος, η περίπτωσή του είχε προκαλέσει πραγματικό πανδαιμόνιο στα μέσα ενημέρωσης.
Οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις του 1850 είχαν ως συνέπεια να κυκλοφορούν εκτενώς πολύ φθηνές εφημερίδες. Τέλη της βικτοριανής εποχής, ο τεράστιος αριθμός υπερβολικά φθηνών εφημερίδων που κυκλοφορούσαν, έδωσαν στην υπόθεση του Αντεροβγάλτη το προνόμιο της απαράμιλλης δημοσιότητας.
Περισσότερα από ένα εκατομμύριο αντίτυπα εφημερίδων αφιέρωναν μεγάλο μέρος τους καθημερινά στους φόνους του Whitechapel.
Ουσιαστικά, τότε καθιερώθηκε η “συνήθεια” και πρακτική των μέσων ενημέρωσης να εφευρίσκουν και να υιοθετούν ένα ψευδώνυμο για κάποιον συγκεκριμένο δολοφόνο. Κάθε δολοφόνος μέχρι σήμερα έχει και ένα χαρακτηριστικό του ψευδώνυμο, που αποκτά από αυτούς που ασχολούνται με την υπόθεση.
_________________________________
ΜΥΣΤΗΡΙΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
Αστυνομία και εφημερίδες άρχισαν να λαμβάνουν εκατοντάδες γράμματα από διάφορους ανθρώπους σχετικά με την υπόθεση. Αρκετά από αυτά ήταν απλά καλοπροαίρετες συμβουλές για το πως να πιάσουν τον δολοφόνο, ενώ τα περισσότερα ήταν φάρσες και γενικότερα άχρηστα. Συγκεκριμένα από τα εκατοντάδες γράμματα, που υποτίθεται ότι γράφτηκαν από τον δολοφόνο, ξεχώρισαν και θεωρείται πιθανό να ανήκουν στον Αντεροβγάλτη.
Το πρώτο από αυτά είναι γνωστό ως “Dear Boss” και έφτασε στα χέρια της αστυνομίας στις 29 Σεπτεμβρίου, μετά και τον φόνο της Annie Chapman. Το γράμμα χαρακτηρίζεται από ένα ειρωνικό και κυνικό ύφος με τον αποστολέα του να “γελάει” με τους αστυνομικούς που έλεγαν ότι ήταν θέμα χρόνου να τον πιάσουν. Αναφέρει επίσης τι θα κάνει στο επόμενο θύμα και υπογράφει ως “Jack the Ripper”.
“Γέλασα όταν έκαναν τους έξυπνους και έλεγαν ότι βρίσκονται στο σωστό δρόμο. Είμαι στις πόρνες και δεν θα σταματήσω να τις ξεσκίζω ώσπου να με πιάσουν. Φοβερή δουλειά ήταν η τελευταία. Η κυρία δεν πρόλαβε ούτε να τσιρίξει. Λατρεύω τη δουλειά μου και θέλω να το ξανακάνω. Σύντομα θα ακούσετε ξανά για μένα και τα αστεία μικρά μου παιχνίδια.”
“στην επόμενη δουλειά μου θα κόψω το αυτί της κυρίας και θα το στείλω στην αστυνομία για πλάκα. Κρατήστε αυτό το γράμμα μέχρι να κάνω κι άλλη δουλειά και μετά δημοσιεύστε το. Το μαχαίρι μου είναι τόσο ωραίο, που θέλω να δουλέψω ξανά τώρα αν είχα την ευκαιρία. Καλή τύχη. Δικός σας, Jack the Ripper.”
Αρχικά το γράμμα θεωρήθηκε άλλη μια φάρσα, όμως όταν βρέθηκε και το πτώμα της Eddowes τρεις μέρες αργότερα με κομμένο και το αυτί, όπως είχε αναφερθεί, οι αρχές το θεώρησαν πιθανό αυθεντικό γράμμα του δολοφόνου.
Την 1η Οκτωβρίου του 1888 οι αρχές έλαβαν μια καρτ ποστάλ, που έμεινε γνωστή ως “Saucy Jacky” και θεωρείται πιθανό να ανήκει επίσης στον δολοφόνο. Μόλις είχε ανακαλυφθεί το διπλό φονικό των Stride και Eddowes και ο αποστολέας περηφανευόταν για το “διπλό γεγονός αυτή τη φορά”.
“Δεν μιλούσα αινιγματικά, αγαπητό παλιο-αφεντικό, όταν σου έδωσα την πληροφορία, θα μάθετε για τη δουλειά του σκανδαλιάρη Τζακ (Saucy Jacky) αύριο, διπλό γεγονός αυτή τη φορά, η πρώτη τσίριξε λίγο δεν μπόρεσα να τελειώσω αμέσως. Δεν είχα χρόνο να κόψω τα αυτιά για την αστυνομία. Ευχαριστώ που κρατήσατε το τελευταίο γράμμα μέχρι να ξαναπιάσω δουλειά. Jack the Ripper”
Παρόλο που διάφοροι ερευνητές τα επόμενα χρόνια κατέληξαν σε αμφισβητήσεις σχετικά με το αν τα γράμματα ανήκαν στον πραγματικό δολοφόνο, ταυτόχρονα αποδείχθηκε από γλωσσολογικές έρευνες ότι και τα δύο σίγουρα είχαν γραφτεί από τον ίδιο άνθρωπο.
Το τρίτο πιθανό γράμμα του δολοφόνου, γνωστό ως “From Hell”, παραλήφθηκε από τις αρχές στις 16 Οκτωβρίου του 1888. Ο γραφικός χαρακτήρας και το ύφος είναι διαφορετικό από τα δύο προηγούμενα και δεν φέρει την ίδια υπογραφή αποστολέα, ενώ είναι και αρκετά ανορθόγραφο. Όμως θεωρείται ίσως το πιο σίγουρα αυθεντικό του δολοφόνου.
Η επιστολή ήρθε μέσα σε ένα κουτί, όπου υπήρχε και ένα μέρος ανθρώπινου νεφρού διατηρημένο σε αιθανόλη. Κάποιοι υποστήριζαν ότι μπορεί να ανήκε στην Eddowes, όμως οι γιατροί δεν κατάφεραν να το ταυτοποιήσουν.
“Από την κόλαση. Κύριος Lusk,
Κύριε, σας στέλνω το μισό νεφρό που πήρα από μια γυναίκα το κράτησα για σας, το άλλο κομμάτι το τηγάνισα και το έφαγα ήταν πολύ ωραίο. Μπορεί να σας στείλω το ματωμένο μαχαίρι με το οποίο το’ κοψα μόνο αν περιμένετε λίγο ακόμα.
Πιάσε με όταν μπορείς Mishter Lusk”
Στις 29 Οκτωβρίου έφτασε στα χέρια του χειρούργου Thomas Horrocks Openshaw, που ασχολιόταν με την υπόθεση, ένα ακόμα γράμμα υπογεγραμμένο από τον Τζακ Αντεροβγάλτη. Έμεινε γνωστό ως “Openshaw Letter” και είναι εξίσου φρικτά ανορθόγραφο (ίσως επίτηδες κιόλας).
“Σωστά, παλιο-αφεντικό, ήταν το αριστερό νεφρό θα το χειριζόμουν με τον δικό σας τρόπο θα άφηνα το μαχαίρι μου στο λαιμό μπερδέματα χάλασαν το παιχνίδι αλλά μαντεύω ότι θα ξαναπιάσω δουλειά ξανά και θα σας στείλω λίγα ακόμα εσωτερικά κομμάτια. Jack the Ripper
Ω έχετε δει αυτόν που μελετάει με το μικροσκόπιο του και το κεφάλι του κοιτάει ένα κομμένο νεφρό.” (“O have you seen the devle with his mikerscope and scalpul a-lookin at a kidney with a slide cocked up”).
(σε δική μου μετάφραση-απόδοση)
Οι εφημερίδες δημοσίευσαν για καιρό αυτές τις επιστολές με την ελπίδα να βρεθεί κάποιος να δώσει περισσότερα πιθανά βοηθητικά στοιχεία για τις δολοφονίες, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το 1931 ένας δημοσιογράφος υποστήριξε ότι είχε γράψει τα γράμματα εκείνος μαζί με έναν συνάδελφό του για να κρατήσουν έτσι ζωντανό το ενδιαφέρον του κοινού για τις υποθέσεις.
Τι από όλα αυτά είναι αλήθεια δεν έχει εξακριβωθεί μέχρι σήμερα και η αυθεντικότητα και προέλευση των στοιχείων αμφισβητείται από διάφορους ερευνητές.
___________________________________
ΠΡΟΦΙΛ ΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ

Η πρώτη επίσημη γνώμη που δημοσιεύτηκε σχετικά με το προφίλ του δράστη ήταν από τον αστυνομικό χειρούργο Thomas Bond το 1888. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πέντε δολοφονίες έγιναν σίγουρα από τον ίδιο άνθρωπο, ο οποίος κάθε φορά έκοβε πρώτα το λαιμό των γυναικών με μια κίνηση από αριστερά προς τα δεξιά.
Ο Bond πάντως διαφώνησε έντονα με την άποψη ότι ο δολοφόνος είχε ιατρικές γνώσεις ανατομίας ή έστω ήξερε τεχνικά από σφαγή ζώων.
Θεωρούσε ότι είχαν να κάνουν με έναν καθημερινό μοναχικό άνθρωπο, με φυσική δύναμη και τόλμη, που ξεσπούσε σε φονικές επιθέσεις πιθανόν λόγω ερωτικής μανίας (“σατυρίαση”, αντίστοιχη της νυμφομανίας σε άντρες).
Αυτές οι εμμονικές δολοφονικές του ορμές μπορεί να οφείλονται σε κάποιο γεννητικό θέμα του εγκεφάλου του ή σε εκδικητική ή θρησκευτική μανία, που πυροδοτήθηκε από συγκεκριμένο ερέθισμα.
Κανένα στοιχείο δεν αποδεικνύει ότι τα θύματα παρενοχλήθηκαν σεξουαλικά από τον δράστη, ωστόσο αρκετοί ψυχολόγοι θεωρούν ότι η βαθιά διείσδυση του μαχαιριού στα σώματα και ο εξευτελιστικός τρόπος με τον οποίο είχαν ανοιχθεί και αφεθεί εκτεθειμένα, δείχνουν ότι ο δράστης βίωνε με αυτόν τον τρόπο σεξουαλική ευχαρίστηση από τις επιθέσεις.
Το γεγονός ότι οι φόνοι έγιναν σαββατοκύριακα και αργίες σε κοντινό χρονικό διάστημα ο ένας από τον άλλο, οδήγησε τους ερευνητές να πιστεύουν ότι ο δολοφόνος κατοικούσε στην περιοχή δουλεύοντας κάπου με τακτική απασχόληση. Άλλοι υποστήριξαν ότι μπορεί να ήταν κάποιος αριστοκράτης από άλλη περιοχή, ίσως γιατρός. Αυτή η άποψη αντικατοπτρίζει την τότε αντίληψη περί δυσπιστίας στη σύγχρονη επιστήμη ή εκμετάλλευσης των φτωχών από τους πλούσιους.
Για χρόνια μετά τις δολοφονίες του 1888 κάθε άτομο που εμφανιζόταν να σχετίζεται με τις υποθέσεις θεωρούταν ύποπτος και περνούσε από έρευνα, όμως για κανέναν δεν υπήρξαν αρκετά ικανά στοιχεία για να ενοχοποιηθεί.
Περισσότεροι από 100 πιθανοί ύποπτοι καταγράφεται ότι έχουν εξεταστεί για την υπόθεση του Αντεροβγάλτη, με ορισμένους να θεωρούνται επικρατέστεροι, όμως οι πληροφορίες δεν επαρκούν για την επιβεβαίωση κανενός τους ως σίγουρο ένοχο.
Οι προσπάθειες ταυτοποίησης του άγνωστου δολοφόνου που κατακρεουργούσε ιερόδουλες στο Whitechapel εμποδίζονται όλο και περισσότερο με την πάροδο των χρόνων, αφού δεν υπάρχουν νεότερα στοιχεία. Οι αναλύσεις DNA στα υπάρχοντα στοιχεία δεν είναι σαφής, ενώ τα υλικά διαβρώνονται με το χρόνο και δεν μπορούν να προσφέρουν ουσιαστικότερα αποτελέσματα.
Τελευταίες εξελίξεις – Aaron Kosminski
Η τελευταία ενημέρωση σχετικά με την υπόθεση του Τζακ Αντεροβγάλτη γνωστοποιήθηκε πρόσφατα με πολλούς να υποστηρίζουν ότι ίσως βρέθηκε επιτέλους η ταυτότητα του πραγματικού δολοφόνου έναν αιώνα αργότερα.

Το 2019 δημοσιεύτηκε έρευνα του Journal of Forensic Sciences, που φωτογραφίζει εκ νέου ως ένοχο τον 23χρονο Πολωνο-Εβραίο Aaron Kosminski, μετά από γενετικούς ελέγχους σε δείγμα αίματος και σπέρματος, που εντοπίστηκαν πάνω σε ένα μεταξωτό σάλι, το οποίο υποστηρίζουν ότι είχε βρεθεί δίπλα στο πτώμα της Catherine Eddowes.
Το συγκεκριμένο σάλι το είχε αποκτήσει σε δημοπρασία το 2007 ο ιδιωτικός ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου “Naming Jack the Ripper” (2014), Russell Edwards. Το δείγμα DNA στο ύφασμα βρέθηκε να ταιριάζει με αυτό κάποιου συγγενή του Kosminski, γεγονός που πυροδότησε τα σενάρια ενοχοποίησης του. Ωστόσο, πολλοί θεωρούν ότι τα στοιχεία είναι σημαντικά αλλοιωμένα, ώστε να μπορεί να βασιστεί πάνω τους κάποιο σίγουρο συμπέρασμα.
Ο Aaron Kosminski ήταν ένας Πολωνο-Εβραίος μετανάστης, που εργαζόταν το 1888 στην περιοχή του Whitechapel ως μπαρμπέρης. Συνελήφθη για πρώτη φορά το 1891, αφού κατηγορήθηκε να απειλεί μια γυναίκα με μαχαίρι και οι ειδικοί που τον εξέτασαν θεώρησαν ότι τον διέκρινε μεγάλο μίσος για τις γυναίκες και έντονες τάσεις ανθρωποκτονίας. Το όνομά του μάλιστα βρέθηκε σε αρχεία ψυχιατρικού ασύλου της περιοχής, όπου αναφερόταν ως ένας μοναχικός τύπος με συχνά κακοπροαίρετη συμπεριφορά, που έπασχε από παρανοϊκή σχιζοφρένεια.
Και πάλι όμως οι διαθέσιμες πληροφορίες για τον τύπο είναι μερικώς αντιφατικές και μη επαρκείς, ώστε να επιβεβαιωθεί ότι μπορεί να είναι αυτός ο περιβόητος δολοφόνος. Διαφορετικές έρευνες καταλήγουν σε διαφορετικούς υπόπτους χωρίς να επιτυγχάνεται κάποια συμφωνία μεταξύ τους, ενώ κάποιοι ερευνητές έχουν υποδείξει ως ένοχο ακόμα και γυναίκες.
Όσοι ζούσαν εκείνη την εποχή, έχουν πλέον σίγουρα πεθάνει και παρόλο που η υπόθεση παραμένει “ζωντανή” για τους ερευνητές, η πορεία της φαίνεται πως έχει φτάσει πλέον σε τέλμα.
________________________________
Απόηχος
Η υπόθεση έστρεψε την προσοχή στα κοινωνικά προβλήματα των εξαθλιωμένων και υπερβολικά πυκνοκατοικημένων αστικών κέντρων της εποχής και μέσα στις επόμενες δεκαετίες πολλές από τις κακόφημες φτωχογειτονιές καθαρίστηκαν ή και κατεδαφίστηκαν.
Μέχρι τη δεκαετία του 1960, ο Τζακ Αντεροβγάλτης είχε καθιερωθεί ως σύμβολο μιας σαδιστικής αριστοκρατίας, που εκμεταλλευόταν τις κατώτερες τάξεις και απεικονιζόταν κυρίως ως ένας κομψά ντυμένος ευγενής με ψηλό καπέλο και μακρύ παλτό.
Η ιστορία του Τζακ Αντεροβγάλτη και των αποτρόπαιων φόνων ιερόδουλων στην ταλαιπωρημένη Αγγλία του 19ου αιώνα δεν άργησε να πάρει διαστάσεις θρύλου και έχει αποτελέσει έμπνευση τόσο για μεταγενέστερους δολοφόνους, όσο και για εκατοντάδες έργα παγκοσμίως στη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο, την τηλεόραση, τη ζωγραφική, τη μουσική, παιχνίδια κτλ.
Το 2015 ξεκίνησε τη λειτουργία του το Μουσείο Jack the Ripper στο ανατολικό Λονδίνο, όπου εκτίθενται όλα τα γνωστά στοιχεία σχετικά με τον περιβόητο φονιά και τις δολοφονίες του Whitechapel με εντυπωσιακές αναπαραστάσεις και λεπτομερείς απεικονίσεις.
Το 2006 οι αναγνώστες του περιοδικού BBC History ανακήρυξαν τον φερόμενο ως Τζακ Αντεροβγάλτη τον χειρότερο Βρετανό της ιστορίας. Σίγουρα πάντως η περίπτωσή του αποτελεί μια από τις διασημότερες και πιο θρυλικές ανεξιχνίαστες υποθέσεις κατά συρροή εγκληματιών παγκοσμίως, που προκαλεί το ενδιαφέρον κοινού και ερευνητών μέχρι σήμερα.