Τέλη της δεκαετίας του 1940 και για μερικά χρόνια (1948-1955) η Σερβία περνούσε την περίοδο γνωστή ως Informbiro, μια περίοδο με έντονες πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές λόγω της σύγκρουσης της σέρβικης κυβέρνησης με την Σοβιετική Ένωση.
Εκείνα τα χρόνια η εγκληματικότητα είχε αγγίξει πρωτοφανή επίπεδα και οι εγκληματίες στις σέρβικες πόλεις μπορούσαν εύκολα να συγκριθούν με τους Αμερικανούς “συναδέλφους” τους. Ο πιο περιβόητος από αυτούς ήταν ο Stole Trifunović. Θεωρούταν ο πιο τρομακτικός, αλλά και ο εξυπνότερος κατά συρροή δολοφόνος της Γιουγκοσλαβίας.
_________________
Ο Miodrag Stole Trifunovic γεννήθηκε στην ιστορική πόλη Niš της Σερβίας και μεγάλωσε σε ένα αρκετά ταραγμένο οικογενειακό περιβάλλον.
Η μητέρα του ήταν στοργική μαζί του και προσπαθούσε να του δώσει την αγάπη που χρειαζόταν ως παιδί. Ο πατέρας του, από την άλλη, ήταν ο κακοηθής όγκος, που “έτρωγε” την οικογένεια.
Ήταν αλκοολικός, χαρτοπαίκτης και ανήθικα προκλητικός απέναντι στην οικογένειά του. Όχι μόνο έφερνε συνέχεια στο σπίτι τους γυναίκες αμφιβόλου ποιότητας, αλλά και ανάγκαζε την γυναίκα του να τους παρακολουθεί ενώ ερωτοτροπούν χλευάζοντάς την.
Ο μικρός Stole έβλεπε τις ιερόδουλες να ταπεινώνουν την μητέρα του και άρχισε να καλλιεργείται μέσα του ένα ανυπέρβλητο μίσος απέναντί τους. Από τότε που ήταν ακόμα παιδί φανταζόταν να σκοτώνει καθεμία από αυτές.
Μεγαλώνοντας σε ένα τόσο τραυματικά αρρωστημένο περιβάλλον σίγουρα δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι ο Stole Trifunovic βρίσκεται σ’ αυτή τη στήλη μας έχοντας εξελιχθεί τελικά σε έναν αδίστακτο δολοφόνο.
Στην εφηβεία του ο Stole είχε αποκτήσει πλέον μια όλο και πιο προκλητική και ασυναίσθητη συμπεριφορά. Διασκέδαζε παρενοχλώντας με θράσος νεαρές κοπέλες στα τραμ, κοινώς χουφτώνοντας τα “ιδιαίτερα” σημεία τους.
Ήταν μόλις 15 χρονών όταν οι παρενοχλήσεις κατέληξαν να διαπράξει και τον πρώτο του βιασμό. Θύμα του ήταν μια 12χρονη κοπέλα από τη διπλανή πόλη.
Η (χωρισμένη πλέον) μητέρα του, όταν έμαθε για το περιστατικό και θέλοντας να γλυτώσει τον γιό της από τον στιγματισμό του κόσμου, τον πήρε και μετακόμισαν στο Βελιγράδι.
Πρότυπα και διπλή ζωή
Από τα μαθητικά του χρόνια ο Stole Trifunovic είχε μια ιδιαίτερη αδυναμία στον Γάλλο λογοτέχνη του ρεαλισμού Honoré de Balzac και ταυτόχρονα στον γνωστό-άγνωστο κατά συρροή δολοφόνο Jack the Ripper (Τζακ Αντεροβγάλτη). Είχε καταφέρει να φτιάξει μια συλλογή με αποκόμματα από σέρβικες εφημερίδες από όλα τα δημοσιεύματα που κυκλοφορούσαν για εκείνον.
Αυτό που θαύμαζε στον Jack ήταν η οξυδέρκεια, η ευρηματικότητα και αποτελεσματικότητά του ως δολοφόνος, καθώς και το γεγονός ότι κατάφερε να ζει μια διπλή και τόσο αντιφατική ζωή χωρίς ποτέ κανείς να μάθει την ταυτότητά του. (πράγματι, αν οι serial killers έχουν κάποιον δικό τους ως πρότυπο, αυτός θα μπορούσε άνετα να είναι ο Αντεροβγάλτης)
Και όπως φαίνεται, αυτό ακριβώς προσπάθησε να μιμηθεί στην μετέπειτα πορεία της ζωής του o Trifunovic. Δημιούργησε κι εκείνος μια διπλή ζωή και μέχρι ο ίδιος να αποκαλύψει τις εγκληματικές πράξεις του, κανένας δεν τον είχε καν ικανό για κάτι τέτοιο.
Παντρεύτηκε και όσοι τον γνώριζαν τον χαρακτήριζαν ως έναν ήρεμο και στοργικό σύζυγο. Σύμφωνα μάλιστα με τις πηγές, η γυναίκα του συχνά τον χτυπούσε και ήταν επιθετική μαζί του, ενώ εκείνος υπέμεινε την συμπεριφορά της χωρίς αντίδραση. Παράλληλα ήταν ένας σκληρά εργαζόμενος υπεύθυνος εργοταξίου με πολύ καλή φήμη στο επάγγελμά του. Έβγαζε λεφτά και άφηνε σε όλους τις καλύτερες εντυπώσεις.
Κανείς δεν φανταζόταν ότι ταυτόχρονα και πίσω από το ατσαλάκωτο κοινωνικό του προφίλ υπήρχε ένας επικίνδυνος βιαστής και σύντομα και δεινός δολοφόνος.
Ο δολοφόνος-φάντασμα
Την περίοδο πριν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Stole Trifunovic είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος για τα ζευγαράκια που ήθελαν να περάσουν μερικές τρυφερές στιγμές στα πάρκα του Βελιγραδίου. Καθόταν αρκετή ώρα και τους παρακολουθούσε κρυφά, ώσπου κάποια στιγμή έκανε την επίθεσή του. Χτυπούσε τον εκάστοτε άντρα στο κεφάλι με έναν σιδερένιο λοστό, ώστε να τον αφήσει αναίσθητο και στη συνέχεια βίαζε την γυναίκα.
Μπορεί η φήμη του να είχε εξαπλωθεί στην πόλη, όμως κανένας δεν ήξερε πραγματικά ποιός ήταν. Ο Trifunovic είχε φροντίσει επιμελώς να δρα καμουφλαρισμένα. Φορούσε περούκα, ψεύτικο μουστάκι και μούσι, ένα κομψό κοστούμι και κάτι ειδικά προσθετικά στο πρόσωπο, που είχε κλέψει από έναν ηθοποιό του θεάτρου.
Τα θύματά του τον έβλεπαν, αλλά οι περιγραφές τους δεν μπορούσαν να οδηγήσουν τις αρχές στον αληθινό δολοφόνο κι έτσι κάθε προσπάθεια εντοπισμού του πήγαινε στράφι. Αυτό συνέβαινε για τουλάχιστον έναν χρόνο.
Στις 31 Ιανουαρίου του 1948 ο Trifunovic διέπραξε τον πρώτο του φόνο.
“Την 1η Φεβρουαρίου, 1948, το πτώμα μιας γυναίκας βρέθηκε σε ένα από τα μισοτελειωμένα υπόστεγα στην οδό Cvijiceva Street. Η γυναίκα ήταν 33 ετών. Τα ρούχα της ήταν σκισμένα. Το θύμα πρώτα βιάστηκε και μετά στραγγαλίστηκε, όπως επιβεβαιώνουν και τα σημάδια στο λαιμό της. Τα χέρια της ήταν διπλωμένα και γεμάτα μελανιές, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι προηγήθηκε μια απεγνωσμένη μάχη ανάμεσα στο θύμα και στον θύτη.”
Λίγο αργότερα αποκαλύφθηκε ότι η 33χρονη γυναίκα λεγόταν Milka K. και ήταν μητέρα δύο μικρών παιδιών.
Ο Trifunovic είχε πάρει πλέον το βάπτισμα του πυρός και προχώρησε στον δεύτερο φόνο του 20 μέρες αργότερα. Αυτή τη φορά το θύμα του ήταν η 22χρονη Slavica Trifunovic.
Αφού την βίασε και την στραγγάλισε, ακρωτηρίασε το σώμα της και έβαλε τα κομμάτια σε δύο σάκους, τους οποίους πέταξε στον ποταμό Sava. Η δολοφονία της άτυχης κοπέλας αποκαλύφθηκε όταν ένας ψαράς βρήκε έναν από τους δύο σάκους, που είχε παρασύρει το ρεύμα προς την ακτή.
Λίγο καιρό αργότερα βρέθηκε το πτώμα μιας ακόμα νεαρής κοπέλας, μεταξύ 16 και 18 ετών, στο Zvezdara Forest του Βελιγραδίου. Τριγύρω από το άψυχο σώμα υπήρχαν σπασμένοι θάμνοι και κομμάτια γρασιδιού που είχαν ξεριζωθεί, εμφανή σημάδια ότι υπήρξε πάλη. Υπήρχαν επίσης χαρακτηριστικά αποτυπώματα αντρικών υποδημάτων.
Ο Trifunovic πάντως είχε φροντίσει να πάρει όλα τα προσωπικά της αντικείμενα και έτσι η ταυτότητα της κοπέλας δεν μπόρεσε ποτέ να εξακριβωθεί.
Ακολούθησαν αρκετά ακόμα τέτοια περιστατικά και η αστυνομία έψαχνε μανιωδώς έναν δολοφόνο-φάντασμα. Ανάμεσα στα θύματα ήταν και η ίδια η αδερφή της γυναίκας του.
Οι δολοφονίες που έβγαιναν στην επιφάνεια δεν έδειχναν να υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο κίνητρο, τα στοιχεία ήταν μισά και μπερδεμένα και οι έρευνες μονίμως έπεφταν σε αδιέξοδο.
Μια κοπέλα από τα θύματα του Trifunovic, η μόνη που επέζησε, έδωσε μια πιο λεπτομερή περιγραφή του μασκαρεμένου άντρα και του τρόπου με τον οποίο σκότωνε. Ανέφερε στις αρχές ότι ένας καλοντυμένος και συμπαθής φαινομενικά κύριος την πλησίασε λέγοντάς της μια δακρύβρεχτη ιστορία για την γυναίκα του, που υποτίθεται ήταν άρρωστη και χρειαζόταν βοήθεια.
Με αυτό το πρόσχημα κέρδιζε την συμπάθεια και την εμπιστοσύνη των γυναικών θυμάτων του και τον αφήνανε να τις παρασύρει στο απόμερο σημείο, όπου τελικά τις βίαζε.
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό του Trifunovic ήταν ότι πριν στραγγαλίσει τα θύματά του τους έλεγε κάποιο ποίημα, από αυτά που έγραφε ο ίδιος συνήθως. Σχολίαζε παράλληλα με παράπονο το γεγονός ότι ο κόσμος δεν δίνει σημασία στην αξία της ποίησης και ότι τον ίδιο τον είχαν απορρίψει κάποιοι στους οποίους είχε δείξει την τέχνη του.
Οι άντρες που είχε σκοτώσει, από την άλλη, ήταν συνήθως φίλοι του, γνωστοί ή συνεργάτες από τον επαγγελματικό του περίγυρο. Μια από αυτές τις περιπτώσεις ήταν και αυτή που τελικά πρόδωσε την ταυτότητά του, που ουσιαστικά δεν είχε να κάνει με φόνο.
Έβαλε φωτιά στο μαγαζί ενός συνεργάτη του, με τον οποίο τα είχαν τσουγκρίσει, αλλά για πρώτη φορά ξέχασε να καθαρίσει να αποτυπώματά του από το δοχείο της βενζίνης που χρησιμοποίησε.
Κατηγορούμενος για τον εμπρησμό του καταστήματος ο Trifunovic έπεσε σύντομα στα χέρια της αστυνομίας. Παραδέχτηκε την πράξη του και στη συνέχεια ομολόγησε μόνος του και όλους του φόνους που είχε κάνει, που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν τουλάχιστον 60 άτομα, γυναίκες και άντρες.
Ο μυστηριώδης στραγγαλιστής και μεγαλύτερος κατά συρροή δολοφόνος της Γιουγκοσλαβίας είχε αποκαλυφθεί.
Καθώς ήταν περίοδος πολέμου τότε, σε πολλές πόλεις της Σερβίας τα αστυνομικά και εγκληματολογικά αρχεία καταστράφηκαν και έτσι δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για τα υπόλοιπα θύματά του, καθώς και αυθεντικές φωτογραφίες του ίδιου του Trifunovic.
Όταν φυλακίστηκε και πριν ακόμα πραγματοποιηθεί η δίκη του ο Trifunovic αποφάσισε να γράψει μόνος του τον επίλογο της ιστορίας του. Αφαίρεσε δύο σιδερένιες βέργες από το κρεβάτι του κελιού του, τύλιξε στην άκρη της μιας ένα κομμάτι χαρτόνι, φτιάχνοντάς το σαν δάδα, και την έμπηξε στο στόμα του, ενώ με την άλλη τρύπησε την καρδιά του.
___________________
Επίλογος
Ο Stole Trifunovic θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους κατά συρροή δολοφόνους της Σερβίας και κατά γενική ομολογία ο πιο έξυπνος και αποτελεσματικός. Κανένας δεν μπόρεσε να τον συνδέσει με τον μυστηριώδη δολοφόνο του Βελιγραδίου μέχρι που ο ίδιος αποκάλυψε τις πράξεις του.
Αν το δει κανείς από μια άλλη σκοπιά, είχε το ψυχικό κίνητρο, την θέληση και ένα πρότυπο, που κατάφερε να μιμηθεί άψογα και να πραγματοποιήσει με πλήρη επιτυχία το -έστω και μακάβριο- σχέδιό του. Αυτό να του το δώσουμε. (Όχι;)
Όπως είχε αναφέρει και ο ίδιος, το γεγονός ότι δεν τιμωρήθηκε τότε που διέπραξε τον πρώτο βιασμό στα 15 του ήταν για εκείνον το “πράσινο φως” για να βάλει μπρος το δολοφονικό του πλάνο.