Ο δεύτερος μεγαλύτερος κατά συρροή δολοφόνος της Αμερικής όσον αφορά τον αριθμό των επιβεβαιωμένων θυμάτων, είναι γνωστός ως ο Green River Killer και έδρασε σκοτώνοντας τουλάχιστον 70 γυναίκες κατά τις δεκαετίες του 1980 και 1990 στην πολιτεία της Washington.
Ένας τυπικός serial killer, που κατάφερε να διατηρεί μια διπλή, παράλληλη ζωή προκαλώντας και μια από τις μεγαλύτερες αστυνομικές έρευνες εξιχνίασης εγκληματικών υποθέσεων.
________________________________________
Πτώματα στο Πράσινο Ποτάμι
15 Αυγούστου 1982
Ο 41χρονος Robert Ainsworth έκανε την συνηθισμένη του βόλτα με τη βάρκα του στον Πράσινο Ποταμό (Green River) της πολιτείας της Washington κοντά στην πόλη του Seattle. Αυτή τη διαδρομή την είχε κάνει πολλές φορές ως τότε, όμως αυτή η φορά έμελλε να είναι εντελώς διαφορετική.
Κάποια στιγμή κοιτάζοντας αμέριμνος τα καθαρά νερά του ποταμού, είδε δύο μάτια να τον κοιτάζουν κάτω από το νερό. Η φιγούρα μιας μαύρης γυναίκας φαινόταν να ταλαντεύεται κάτω από την επιφάνεια. O Ainsworth αρχικά νόμισε πως πρόκειται για κάποια πεταμένη κούκλα και επιχείρησε να τη σπρώξει με ένα κοντάρι. Τότε όμως η βάρκα του ανατράπηκε και ο 41χρονος βρέθηκε στο νερό συνειδητοποιώντας γρήγορα πως η γυναικεία φιγούρα δίπλα του δεν ήταν κούκλα, αλλά το σώμα μιας νεκρής γυναίκας!
Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μάλιστα παρατήρησε και ένα δεύτερο ημίγυμνο γυναικείο σώμα να βρίσκεται μερικώς βυθισμένο στο νερό λίγο πιο πέρα! Σοκαρισμένος ο άντρας σύρθηκε στην όχθη και κάλεσε την αστυνομία, που έφτασε γρήγορα και σφράγισε την περιοχή, για γίνουν οι απαραίτητες έρευνες.
Στη διάρκεια των ερευνών δεν άργησε να βρεθεί και ένα τρίτο γυναικείο σώμα ενός νεαρού κοριτσιού, αυτή τη φορά σε ένα χλοώδες σημείο περίπου 30 μέτρα μακριά από το ποτάμι. Το κορίτσι ήταν μισοντυμένο και γύρω από τον λαιμό της υπήρχε δεμένο το παντελόνι της, ενώ έφερε πολλούς μώλωπες σε χέρια και πόδια, εμφανή σημάδια πάλης. Αργότερα αποκαλύφθηκε πως επρόκειτο για την 16χρονη Opal Mills και η δολοφονία της υπολογίστηκε πως συνέβη σχεδόν μια μέρα πριν ανακαλυφθεί το σώμα της στην περιοχή.
Οι άλλες δύο κοπέλες που βρέθηκαν νεκρές μέσα στο ποτάμι ταυτοποιήθηκαν ως η 31χρονη Marcia Chapman, μητέρα δύο παιδιών, και η 17χρονη Cynthia Hinds. Η πρώτη βρέθηκε σε προηγμένη αποσύνθεση, που σημαίνει ότι ήταν νεκρή για τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν βρεθεί, ενώ η δεύτερη για μερικές ημέρες. Και οι τρεις γυναίκες είχαν πεθάνει από στραγγαλισμό.
Τα μακάβρια ευρήματα όμως εκείνων των ημερών δεν ήταν τα πρώτα που είχαν εντοπιστεί στο Green River. Σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα είχε βρεθεί επίσης στραγγαλισμένο και πεταμένο σε ένα κορμό δέντρου το σώμα της 23χρονης Deborah Bonner, ενώ την ίδια περίοδο βρέθηκε να επιπλέει στο νερό και το νεκρό σώμα της 16χρονης Wendy Lee Coffield. Έξι μήνες πριν είχε βρεθεί νεκρή και η φίλη της Coffield, Leanne Wilcox, αρκετά μίλια πιο μακριά από το ποτάμι.
Έξι στραγγαλισμένα πτώματα γυναικών μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και στην ίδια περιοχή γύρω ή μέσα από το ποτάμι επιβεβαίωσαν στις αρχές ότι είχαν ξεκάθαρα να κάνουν με έναν κατά συρροή δολοφόνο. Έναν άκρως επικίνδυνο δολοφόνο που έπρεπε να εντοπιστεί το συντομότερο, παρόλο που δεν είχαν κανένα ιδιαίτερο στοιχείο για την ταυτότητά του. Ο άγνωστος δράστης έγινε από τότε γνωστός ως ο Green River Killer.
Μια τεράστια έρευνα και ένας ασταμάτητος φονιάς
Σύμφωνα με στοιχεία της εφημερίδας The Seattle Times, η ειδική αστυνομική ομάδα που συγκροτήθηκε για να διερευνήσει τις δολοφονίες του Green River ήταν η μεγαλύτερη που συγκεντρώθηκε ποτέ μετά τις δολοφονίες του περίφημου Ted Bundy περίπου μια δεκαετία πριν. Στην ομάδα συμμετείχαν και κορυφαία ονόματα ερευνητών του FBI σε υποθέσεις με κατά συρροή εγκληματίες, όπως ο John Douglas, ο Robert Keppel και ο Dave Reichert.
Μάλιστα, ο ίδιος ο Ted Bundy κλήθηκε να προσφέρει την άποψή του (ως συνάδερφος) για την ψυχολογία και τη συμπεριφορά του καταζητούμενου δολοφόνου και υπήρξε μια περίοδο σημαντικός συνεργάτης στις έρευνες. Δήλωσε μεταξύ άλλων πως ο δολοφόνος κατοικούσε μέσα στην περιοχή δράσης του και διατηρούσε εξωτερικά την εικόνα ενός φιλικού ατόμου, καθώς και ότι σίγουρα επέστρεφε στα σημεία όπου είχε αφήσει τα πτώματα, ώστε να κάνει σεξ μαζί τους. Όλα τα παραπάνω πράγματι αποδείχθηκαν αληθινά.
Η διαδικασία της έρευνας αποδείχθηκε γρήγορα ιδιαίτερα απαιτητική και χαώδης, αφού πολυάριθμες μαρτυρίες και μεγάλος όγκος στοιχείων άρχισαν να συλλέγονται από τις αρχές. Φάνηκε πως τα περισσότερα από τα δολοφονημένα κορίτσια γνωριζόντουσαν μεταξύ τους και είχαν και ένα κοινό παρελθόν στον χώρο της πορνείας. Έτσι, οι αρχές προχώρησαν σε εκατοντάδες συνεντεύξεις ιερόδουλων στην ευρύτερη περιοχή του Seattle.
Κάποιες αναφέρθηκαν χαρακτηριστικά σε έναν άντρα με ένα άσπρο και μπλε φορτηγό, που τις πήρε στο αυτοκίνητό του, τις βίασε υπό την απειλή όπλου και μετά τις άφησε στο δρόμο. Τουλάχιστον δύο από αυτές κατέθεσαν ότι ο τύπος τους αναφέρθηκε στις δολοφονίες στο Green River.
Τον επόμενο μήνα οι αρχές προχώρησαν στην σύλληψη του κρεοπώλη Charles Clinton Clark, που είχε στην κατοχή του ένα άσπρο-μπλε φορτηγό και δύο όπλα, ενώ αναγνωρίστηκε από δύο γυναίκες ως ο δράστης του βιασμού τους. Όμως, παρά και την δική του ομολογία, ο συγκεκριμένος δεν ήταν ο δολοφόνος που έψαχναν, αφού μεταξύ άλλων είχε ισχυρό άλλοθι για τις περιόδους των υπόλοιπων δολοφονιών.
Κι όσο η αστυνομία παρακολουθούσε τις κινήσεις θεωρούμενων ως υπόπτων, περισσότερα νέα κορίτσια συνέχισαν να εξαφανίζονται στην περιοχή τους επόμενους μήνες, εκ των οποίων οι περισσότερες σχετίζονταν με την πορνεία και ήταν από 15 ως 23 ετών.
Στις 26 Σεπτεμβρίου 1982 βρέθηκε σε κατάσταση αποσύνθεσης το γυμνό σώμα της 17χρονης πόρνης Gisele A. Lovvorn, η οποία είχε στραγγαλισθεί με ένα ζευγάρι αντρικές κάλτσες.
Στις 8 Μαΐου του 1983, ανακαλύφθηκε στην περιοχή το νεκρό σώμα της 21χρονης Carol Ann Christensen, που θεωρήθηκε επίσης θύμα του Green River Killer. Η γυναίκα βρέθηκε με το κεφάλι της καλυμμένο από μια χάρτινη σακούλα. Ένα ψάρι είχε τοποθετηθεί προσεκτικά πάνω στον λαιμό της, ένα άλλο στο αριστερό στήθος και ένα μπουκάλι με νερό ανάμεσα στα πόδια. Πάνω στο αριστερό της χέρι υπήρχε ένα κομμάτι αλεσμένο κρέας ζώου, ενώ ο θάνατός της είχε επέλθει από στραγγαλισμό με ένα κορδόνι. Η εξέταση του σώματος έδειξε μάλιστα πως κάποια στιγμή είχε βρεθεί μέσα σε νερό, παρόλο που βρέθηκε μερικά μίλια μακριά από τον ποταμό.
Καθ’όλη την περίοδο του καλοκαιριού του 1983 ως και τον Δεκέμβριο η λίστα των αγνοούμενων γυναικών, κυρίως ιερόδουλων, δεν έπαψε να ανανεώνεται, ενώ περίπου 20 ακόμα πτώματα δολοφονημένων γυναικών βρέθηκαν στην περιοχή του Green River.
Από την αρχή της χρονιάς του 1984 η ομάδα και η στρατηγική έρευνας της αστυνομίας αναδιαμορφώθηκε, ενώ εκείνη την περίοδο ήταν που συνέβαλε πλέον στην έρευνα και ο καταδικασμένος serial killer Ted Bundy για να δώσει την δική του οπτική από τη μεριά ενός δολοφόνου. Και πράγματι οι απόψεις του αποδείχθηκαν αρκετά χρήσιμες.
Παράλληλα, μέσα στους πρώτους μήνες του χρόνου ανακαλύφθηκαν περίπου 10 ακόμα πτώματα νεαρών γυναικών. Όλες θεωρήθηκαν θύματα του Green River Killer, παρόλο που κάποια στοιχεία στο μοτίβο κίνησης του δράστη είχαν διαφοροποιηθεί. Τα σημεία ανακάλυψης των πτωμάτων είχαν απομακρυνθεί πλέον από το ποτάμι και τα περισσότερα βρισκόντουσαν μισοθαμμένα ή καλλυμένα με φύλλα και σκουπίδια σε απομονωμένους δρόμους ή περιοχές ρίψης απορριμάτων.
Η χαρτογράφηση αυτών των σημείων έδειξε ένα τριγωνικό πλαίσιο περιοχής δράσης και θεωρήθηκε πολύ πιθανό πως μέσα σε αυτή την περιοχή κατοικούσε ή εργαζόταν ο δολοφόνος. Μια σημαντική μάλιστα ανακάλυψη την άνοιξη του 1984 ήταν τα ίχνη αντρικών παπουτσιών στο σημείο που βρέθηκαν δύο από τα θύματα.
Έκτοτε οι δολοφονίες φάνηκε να παρουσιάζουν μια αισθητή μείωση, αν και δεν σταμάτησαν εντελώς. Διάφοροι ύποπτοι που είχαν τεθεί υπό κράτηση τελικά αποδείχθηκε πως δεν είχαν σχέση με την υπόθεση και ένας ένας αφέθηκαν ελεύθεροι. Οι έρευνες δεν σταμάτησαν, αλλά ούτε έδειχναν να καταφέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Μέχρι το 1985 ο αριθμός των θυμάτων που είχαν συνδεθεί με τον Green River Killer έφτασαν τα 40, αν και ποτέ δεν μπόρεσε να δοθεί ένας ακριβής αριθμός σχετικά με αυτά. Μέχρι και το 1989 βρέθηκαν αρκετά ακόμα θαμμένα απομεινάρια γυναικών, που είχαν εξαφανιστεί τα προηγούμενα χρόνια, οι περισσότερες ιερόδουλες, που συνδέθηκαν επίσης με τον μυστηριώδη και επικίνδυνο κατά συρροή δολοφόνο.
Μια δεκαετία σχεδόν είχε περάσει με περίπου 50 δολοφονημένες γυναίκες να θεωρούνται θύματα του περίφημου Green River Killer, ενώ οι ως τότε ερευνητικές επιχειρήσεις των αρχών είχαν κοστίσει ούτε λίγο ούτε πολύ 15 εκατομμύρια δολάρια. Δυστυχώς όμως χωρίς αποτέλεσμα. Θεωρήθηκε μάλιστα τότε ως η μεγαλύτερη ανεξιχνίαστη υπόθεση δολοφονίας στη χώρα και τα επόμενα 10 χρόνια έμεινε στον πάγο.
__________________________________________
Ποιός είναι ο Green River Killer
Στην πραγματικότητα η αστυνομία είχε φτάσει αρκετές φορές να έχει τον πραγματικό δολοφόνο στα χέρια της χωρίς να το γνωρίζει…
Λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων και ίσως καλής του τύχης ο συγκεκριμένος κατάφερνε κάθε φορά να τη σκαπουλάρει από τη λίστα των υπόπτων και να συνεχίζει το δολοφονικό του έργο παίζοντας το παιχνίδι του με τις αρχές.
Και αυτός δεν ήταν άλλος από τον Gary Ridgway.
Ο Gary Leon Ridgway γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου του 1949 στην πόλη Salt Lake, πρωτεύουσα της πολιτείας της Utah, και ήταν ο δεύτερος από τους τρεις γιούς της Mary και του Thomas Ridgway. Απ’ όσα είναι γνωστά για την οικογένειά του, τα παιδικά χρόνια του Gary δεν ήταν σίγουρα τα πιο ήρεμα και φυσιολογικά.
Τα παιδιά γινόντουσαν πολύ συχνά μάρτυρες σε έντονους και βίαιους καβγάδες των γονιών τους. Ο πατέρας τους ήταν οδηγός λεωφορείου και ένα χαρακτηριστικό του ήταν ότι εξέφραζε συχνά την δυσαρέσκειά του για τις πόρνες που έβλεπε στον δρόμο. Η μητέρα του αναφέρεται ως μια αυταρχική και χειριστική γυναίκα, για την οποία ο Gary φαίνεται πως ανέπτυξε αντιφατικά και περίεργα συναισθήματα.
Ο Gary ήταν δυσλεκτικός και στο σχολείο δεν είχε και την καλύτερη απόδοση, ενώ μέχρι τα 13 του χρόνια είχε πρόβλημα ενούρησης. Κάθε φορά μάλιστα που “‘εβρεχε” το κρεβάτι του, όλα αυτά τα χρόνια, η μητέρα του συνήθιζε να τον πλένει η ίδια στα επίμαχα σημεία. Ήταν επίσης γνωστό ότι πολλές φορές τον ντρόπιαζε και τον υποτιμούσε μπροστά στην οικογένεια και άλλα άτομα.
Ο ίδιος αποκάλυψε αργότερα στους ψυχολόγους ότι ως έφηβος είχε αντικρουόμενα συναισθήματα θυμού και ερωτικής έλξης απέναντι στην μητέρα του και πολλές φορές φανταζόταν ότι την σκότωνε.
Στα 16 του χρόνια ο Gary είχε επιτεθεί δολοφονικά σε ένα 6χρονο αγόρι. Το είχε παρασύρει στο δάσος, όπου το μαχαίρωσε στα πλευρά, αλλά ευτυχώς το παιδί επέζησε.
Αποφοίτησε από το γυμνάσιο το 1969, αφού χρειάστηκε να επαναλάβει κάποιες τάξεις, και πολύ σύντομα παντρεύτηκε την 19χρονη φίλη του, Claudia Kraig. Παράλληλα κατατάχθηκε στο Ναυτικό των ΗΠΑ και στάλθηκε και στο Βιετνάμ. Κατά τη διάρκεια της θητείας του είχε πολύ συχνές σεξουαλικές επαφές με ιερόδουλες (χωρίς τις απαραίτητες προφυλάξεις), με αποτέλεσμα να κολλήσει γονόρροια, γεγονός που όμως δεν τον πτόησε καθόλου.
Ο γάμος του με την Kraig έληξε μέσα σε δύο χρόνια, το 1972, και σύντομα παντρεύτηκε την δεύτερη γυναίκα του Marcia Winslow, με την οποία έμειναν μαζί ως το 1981 και απέκτησαν και τον μοναχογιό του, Matthew. Αργότερα, το 1988, ο Gary παντρεύτηκε και τρίτη φορά, με την Judith Lorraine Lynch.
Όλες οι πρώην γυναίκες, αλλά και πρώην φιλενάδες του γενικότερα, συμφωνούσαν ότι ο Gary Ridgway είχε μια ακόρεστη σεξουαλική τάση και έφτανε να απαιτεί από αυτές σεξ πολλές φορές την ημέρα. Τις ανάγκαζε επίσης αρκετές φορές να κάνουν σεξ σε δημόσιους χώρους ή στο δάσος, μεταξύ άλλων και σε περιοχές που αργότερα βρέθηκαν τα δολοφονημένα τα θύματά του.
Παράλληλα επισκεπτόταν πάντα και ιερόδουλες, με τις οποίες είχε μια εμμονική σχέση αγάπης-μίσους. Συνήθιζε να τις βρίζει και να διαμαρτύρεται για την παρουσία τους στη γειτονιά, αλλά ταυτόχρονα κατέφευγε συχνά στις υπηρεσίες τους και, όπως ξέρουμε ήδη, δεν άργησαν αυτές οι συναντήσεις να έχουν μακάβριο τέλος για τις συγκεκριμένες γυναίκες.
Να σημειώσουμε κάπου εδώ ότι κυρίως κατά την περίοδο που ήταν παντρεμένος με την δεύτερη γυναίκα του, αλλά και αργότερα, ο Ridgway είχε αποκτήσει και μια ιδιαίτερη σχέση με την θρησκεία. Αναφέρεται πως συνήθιζε να διαβάζει δυνατά τη Βίβλιο στο σπίτι, αλλά και στη δουλειά του, και συχνά έβαζε τα κλάματα, ενώ απαιτούσε από τη γυναίκα του να ακολουθεί αυστηρά τις διδασκαλίες του πάστορά τους.
Αντιλαμβανόμαστε φυσικά την τεράστια διαφορά μεταξύ αυτής της θρησκομανίας και των υπόλοιπων τάσεων συμπεριφοράς του υποθέτοντας πως ο ίδιος βρισκόταν διχασμένος ανάμεσα στις αυστηρές πεποιθήσεις και τις “ιδιαίτερες” επιθυμίες του.
Modus operandi
Η εγκληματική δράση του Gary Ridgway ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, με τις περισσότερες δολοφονίες του να συμβαίνουν την περίοδο 1982-1984, και συνεχίστηκε ως και τα τέλη της δεκαετίας του ’90.
Στόχος του ήταν κατά κύριο λόγο γυναίκες που δούλευαν ως πόρνες ή φυγάδες. Φαίνεται πως τις προσέγγιζε πάντα με φιλικές διαθέσεις για να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, ενώ συνήθιζε να τους δείχνει και μια φωτογραφία του γιού του για να πείσει πως είναι ένας απλός και άκακος οικογενειάρχης. Στη συνέχεια είχαν σεξουαλική επαφή, πάνω στην οποία κάποια στιγμή ο δράστης προχωρούσε αιφνιδιαστικά στον στραγγαλισμό τους.
Μετά ξεφορτωνόταν τα πτώματα αρχικά στη δασική περιοχή γύρω από το Green River και αργότερα στην ευρύτερη περιοχή της κομητείας King. Αρκετές φορές επέστρεφε στα σημεία που είχε αφήσει τα νεκρά σώματα και έκανε ξανά σεξ μαζί τους. Ο ίδιος δήλωσε αργότερα πως δεν του άρεσε περισσότερο η νεκροφιλία, αλλά ήταν προτιμότερο κάποιες φορές να βγάζει τις ορμές του στα πτώματα, παρά να ψάχνει για νέα θύματα και να κινδυνεύει περισσότερο να τον ανακαλύψουν.
Ο δρόμος μέχρι την τελική σύλληψη
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η αστυνομία έφτασε ορισμένες φορές στα χνάρια του Ridgway αρκετά χρόνια πριν αποδειχθεί τελικά πως αυτός ήταν ο περιβόητος Green River Killer. Πρώτη φορά μπήκε στη λίστα των υπόπτων το 1987, όταν συνελήφθη γιατί προσποιήθηκε τον αστυνομικό για να πλησιάσει μια πόρνη. Κατάφερε τότε να περάσει με επιτυχία τον ανιχνευτή ψεύδους και να αφεθεί ελεύθερος, παρόλο που στο παρασκήνιο είχε ήδη πραγματοποιήσει την πλειοψηφία των φόνων του.
Σύντομα κατηγορήθηκε και για μια δολοφονία πόρνης, την οποία είχε στραγγαλίσει, αλλά κατάφερε να πείσει τις αρχές ότι βρισκόταν σε αυτοάμυνα μετά από δική της επίθεση και να κερδίσει και πάλι την ελευθερία του. Το 1983 επίσης η αστυνομία είχε επισκεφτεί το σπίτι του για έλεγχο μετά από κάποια μαρτυρία σχετικά με ένα από τα πραγματικά θύματά του, όμως δεν βρέθηκαν επαρκή στοιχεία για να κατηγορηθεί.
Γνώριζαν πάντως οι αρχές πως το προφίλ του ήταν γνωστό σε ιερόδουλες που είχαν καταθέσει και πως κατοικούσε, αλλά και εργαζόταν στην επίμαχη περιοχή των δολοφονιών, στην οποία τριγυρνούσε καθημερινά. Είχαν μάλιστα ανακαλύψει μεταξύ άλλων πως “τύχαινε” ο Ridgway να μην είχε πάει στη δουλειά του τις ημέρες που διάφορα από τα θύματά του είχαν εξαφανιστεί.
Μετά από περίπου μία δεκαετία που οι έρευνες για την υπόθεση του Green River Killer δεν είχαν φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, η υπόθεση έμεινε για αρκετά χρόνια στον πάγο. Τον Απρίλιο του 2001, 20 χρόνια μετά την πρώτη δολοφονία, ο ντεντέκτιβ Reichert ενεργοποίησε εκ νέου τις έρευνες όντας προσωπικά αποφασισμένος να βρει επιτέλους τον κατά συρροή δολοφόνο.
Πλέον τότε η νέα ερευνητική ομάδα είχε σύμμαχό της και την εξέλιξη της τεχνολογίας και όλα τα στοιχεία πέρασαν από δεύτερη φάση λεπτομερούς εξέτασης. Δείγματα σπέρματος που είχαν ληφθεί από θύματα του 1982-1983 υποβλήθηκαν σε νέα και εξελιγμένη εξέταση DNA και ταυτοποιήθηκαν με αυτό του υπόπτου Gary Ridgway. Αναφέρεται πως ο ντεντέκτιβ έβαλε τα κλάματα από ικανοποίηση όταν παρέλαβε τα αποτελέσματα της εξέτασης.
Στις 30 Νοεμβρίου του 2001 ο Gary Ridgway συνελήφθη επιτέλους κατηγορούμενος για τέσσερις από τις δολοφονίες και αυτή τη φορά η αστυνομία δεν είχε σκοπό να τον αφήσει ξανά να τη γλυτώσει.
Μέχρι τον Νοέμβριο του 2003, 54χρονος πλέον Gary Ridgway ομολόγησε απόλυτα τις δολοφονίες 48 γυναικών και έφαγε 48 φορές ισόβια για κάθεμία από αυτές χωρίς δυνατότητα απαλλαγής.
Κανονικά ήταν δεδομένη η καταδίκη του σε θανατική ποινή, όπως περίμεναν και οι συγγενείς των θυμάτων, όμως υπήρξε συμφωνία με την αστυνομία να μην θανατωθεί, ώστε να μπορέσει να δώσει στοιχεία και για περαιτέρω θύματα. Μέχρι σήμερα παραμένει η άποψη πως ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων του είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από αυτά που έχουν επιβεβαιωθεί.
Στην ομολογία του πάντως ο Ridgway επιβεβαίωσε πως είχε διαπράξει όλες τις δολοφονίες κοντά στο σπίτι του, πολλές από αυτές μέσα στο ίδιο το φορτηγό του και την πρώτη φορά που τις συναντούσε, χωρίς να έχει μάθει καν τα ονόματά τους. Θα’λεγε κανείς ότι έκανε μια “εκκαθάριση” της περιοχής από πόρνες, τις οποίες έβλεπε ως γυναίκες “μιας χρήσης”.
“Διάλεξα πόρνες ως θύματά μου, γιατί γενικά μισώ τις πόρνες και δεν ήθελα να τις πληρώνω για σεξ. Επίσης τις διάλεξα για θύματα, γιατί είναι εύκολος στόχος χωρίς να σε πάρουν χαμπάρι. Ήξερα πως δεν θα δηλωθούν εξαφανίσεις τους άμεσα και ίσως και ποτέ. Διάλεξα πόρνες, γιατί πίστευα ότι μπορούσα να σκοτώσω όσες περισσότερες ήθελα χωρίς να με πιάσουν.
Τις περισσότερες φορές έπαιρνα τα κοσμήματά τους και τα ρούχα τους για να εξαφανίσω ενοχοποιητικά στοιχεία και να μην μπορούν εύκολα να ταυτοποιηθούν. Άφηνα τα περισσότερα σώματα σε ομάδες, που τις έλεγα συμπλέγματα. Αυτό το έκανα γιατί ήθελα να παρακολουθώ αυτές που είχαν σκοτώσει. Μου άρεσε να οδηγάω τριγύρω στις περιοχές αυτών των συμπλεγμάτων και να σκέφτομαι που έχω αφήσει μια γυναίκα που σκότωσα.”
Όσο για τις πράξεις νεκροφιλίας, αποκάλυχε πως αρχικά έφτανε σε αυτές για να μην δημιουργήσει περισσότερα νέα θύματα και κινήσει υποψίες τις περιόδους των έντονων αστυνομικών ερευνών, ενώ στην πορεία άρχισε να θάβει τα θύματα ώστε να μην προβεί σε άλλες πράξεις νεκροφιλίας.
Όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά δήλωσε, οι δολοφονίες ιερόδουλων γυναικών ήταν “η καριέρα του”.
Ο Gary Ridgway ήταν ένας αυθεντικός στο είδος του, τυπικός κατά συρροή δολοφόνος. Η ψυχοσύνθεσή του αναζητούσε δολοφονώντας την επιβεβαίωση ανωτερότητας, που του έλειπε στην καθημερινή του προσωπική ζωή. Πράγματι, ο φόνος είχε διαμορφωθεί στη ζωή του στη μορφή επαγγέλματος.
Μέχρι σήμερα, στα 72 του χρόνια, ο ίδιος έχει ομολογήσει 71 δολοφονίες γυναικών και έχει καταδικαστεί οριστικά για 49 από αυτές. Συγκεκριμένα είναι ο κατά συρροή δολοφόνος που έχει ομολογήσει τις περισσότερες επιβεβαιωμένες δολοφονίες σε όλη την Αμερική.
Οι ερευνητές της υπόθεσης συνεχίζουν σταθερά τις προσπάθειες εξακρίβωσης περισσότερων στοιχείων, καθώς δεν σταμάτησαν ποτέ να πιστεύουν πως ο Ridgway έχει διαπράξει πολύ περισσότερους φόνους από όσους έχουν επιβεβαιωθεί ήδη. Θεωρούν χρέος τους προς το επάγγελμά τους και τους συγγενείς των υπόλοιπων θυμάτων να μπορέσουν να βρεθούν αυτές οι πληροφορίες, γι’αυτό και τον κρατάνε ζωντανό.
Η υπόθεση αυτή για την αστυνομία δεν έχει ακόμα τελειώσει.
_________________________________
Λίγα λόγια για τον γιό του
Η παράλληλη ζωή που ζούσε ο Gary Ridgway απεικονίζεται με χαρακτηριστικό τρόπο στη σχέση που είχε ως πατέρας με τον γιό του, Matthew Ridgway. Το παιδί έβλεπε τον πατέρα του ως έναν ήσυχο άνθρωπο, χωρίς πολλούς φίλους, με τον οποίο έζησε μια όμορφη και φυσιολογική παιδική, οικογενειακή ζωή.
Πατέρας και γιός περνούσαν πολύ χρόνο μαζί κάνοντας διάφορα πράγματα που ο μικρός Matthew θυμόταν ευχάριστα, έκαναν μαζί κατασκευές, παίζανε μπέιζμπολ, κάνανε βόλτες με μοτοσικλέτα ή πήγαιναν μαζί για πρωινό έξω.
Ο Matthew ήταν 26 χρονών και πεζοναύτης πλέον όταν έμαθε για τη σκοτεινή πλευρά του πατέρα του. Ο άνθρωπος που έχει ομολογήσει 70 φόνους κατάφερε να κρατήσει ένα ήρεμο, φυσιολογικό προφίλ στην οικογενειακή του ζωή και την κοινωνική συμπεριφορά του, χωρίς να υποπτευτεί κανείς κάτι για την εγκληματική του προσωπικότητά. Και αυτό θυμάται από εκείνον και ο γιός του, παρόλο που έχει αποδεχτεί την θλιβερή πραγματικότητα, και σήμερα ζει μια ωραία ζωή, παντρεμένος και επαγγελματικά πετυχημένος.
Γιατί ο καθένας μας στο τέλος οδεύει τον δικό του δρόμο.