Μετά και το πέρας της Μικρασιατικής Καταστροφής υπογράφηκε η συνθήκη ειρήνης μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην εκστρατεία αλλά και στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης.
Με την νίκη των Νεότουρκων με την αιματηρή εκδίωξη και γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και την παραβίαση της προηγούμενης Συνθήκης των Σεβρών από το καθεστώς του Κεμάλ δημιουργήθηκε η ανάγκη για νέα συμφωνία μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών.
Μετά από 7,5 μήνες διαπραγματεύσεων η Συνθήκη της Λωζάνης υπογράφηκε τελικά στις 24 Ιουλίου του 1923 στην Ελβετία αποκαθιστώντας την ειρήνη μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας (μαζί με Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ρουμανία και Γιουγκοσλαβία). Οι περιοχές της ανατολικής Θράκης και της Μικράς Ασίας, στις οποίες επικρατούσε έντονη γεωπολιτική αναταραχή ως τότε, μπήκαν σε νέο καθεστώς.
Από την πλευρά της Ελλάδας υπέγραψαν την συνθήκη ο τότε πολιτικός ηγέτης Ελευθέριος Βενιζέλος και ο πρεσβευτής της χώρας στο Λονδίνο, Δημήτριος Κακλαμάνος.
Τι όρισε η συνθήκη για Ελλάδα και Τουρκία
Δεδομένης της στρατιωτικής της νίκης στη Μικρά Ασία, η Τουρκία κατάφερε να κατοχυρώσει στην κυριαρχία της την περιοχή των παραλίων της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών, ενώ επίσης και την ανατολική μας Θράκη και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος.
Ουσιαστικά η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (λόγω έλλειψης χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις παραχωρώντας μέρος της ανατολικής Θράκης (το τρίγωνο του Κάραγατς) πέραν της συμφωνίας. Διατήρησε ωστόσο την κυριαρχία κάθε νησιού και βραχονησίδας που βρίσκεται τρία μίλια από τα μικρασιατικά παράλια, εκτός της Ίμβρου και Τενέδου.
Η Τουρκία από την πλευρά της υποχρεώθηκε να παραιτηθεί από κάθε διεκδίκηση παλιών περιοχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της, μαζί με την εγγύηση φυσικά των δικαιωμάτων των μειονοτήτων εντός αυτών.
Σύμφωνα με την Συνθήκη, οι κατακτημένες περιοχές θα πρέπει να έχουν αυτόνομο διοικητικό καθεστώς από ντόπιους παράγοντες, καθώς και ντόπια χωροφυλακή.
Η Τουρκία υποχρεούται να προστατεύει την ελληνική μειονότητα και τα δικαιώματα τους, να σέβεται την θρησκεία, τις ιδιοκτησίες και την γλώσσα των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο και την διοικητική τους αυτονομία ως ελληνική μειονότητα. Επίσης απαγορεύονται οι τουρκικές υπερπτήσεις σ’ αυτά τα εδάφη.
Φυσικά η Τουρκία επί σειρά χρόνων παραβιάζει όλους τους παραπάνω όρους, όχι μόνο με υπερπτήσεις, αλλά και με παραβάσεις των νόμιμων ελληνικών ιδιοκτησιών, διώξεις ορθοδόξων και κατεδάφιση εκκλησιών (παλιότερα), διακοπή ελληνικών σχολείων, υπερφορολόγηση των Ελλήνων, νομικά εμπόδια στην ίδρυση συλλόγων και την δήμευση της Μεγάλης του Γένους Σχολής της Κωνσταντινούπολης.
Πρόσφατα προχώρησε και σε νέα παραβατική επίδειξη με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και την καταπάτηση ταυτόχρονα ενός μνημείου Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Μια κίνηση εμφανώς συμβολικού χαρακτήρα.
Άρθρο 13
γ1. Για τη διασφάλιση της διατήρησης της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνηση αναλαμβάνει να τηρήσει τους ακόλουθους περιορισμούς στα νησιά Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία:
(1) Στα εν λόγω νησιά δεν θα εγκατασταθεί ναυτική βάση και καμία οχύρωση.
(2) Τα ελληνικά στρατιωτικά αεροσκάφη θα απαγορεύονται να πετούν πάνω από το έδαφος των ακτών της Ανατολίας. Αντίστοιχα, η Τουρκική Κυβέρνηση θα απαγορεύσει στα στρατιωτικά της αεροσκάφη να πετούν πάνω από τα εν λόγω νησιά.
(3) Οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στα εν λόγω νησιά θα περιοριστούν στο κανονικό σώμα που θα κληθεί για στρατιωτική θητεία, το οποίο μπορεί να εκπαιδευτεί επιτόπου, καθώς και σε μια δύναμη χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογα με τη δύναμη της χωροφυλακής και αστυνομίας που υπάρχει σε όλη την ελληνική επικράτεια.
Άρθρο 14
γ1. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, παραμένοντας υπό τουρκική κυριαρχία, θα απολαμβάνουν ειδικής διοικητικής οργάνωσης που θα αποτελείται από τοπικά στοιχεία και θα παρέχει κάθε εγγύηση για τον αυτόχθονα μη μουσουλμανικό πληθυσμό όσον αφορά στην τοπική διοίκηση και την προστασία προσώπων και περιουσίας. Η τήρηση της τάξης θα διασφαλίζεται από αστυνομική δύναμη που θα στρατολογείται από τον τοπικό πληθυσμό από την τοπική αυτοδιοίκηση που προβλέπεται παραπάνω και θα τεθεί υπό τις διαταγές της.
γ2. Οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί ή μπορεί να συναφθούν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σχετικά με την ανταλλαγή ελληνικού και τουρκικού πληθυσμού δεν θα ισχύουν για τους κατοίκους των νησιών Ίμβρου και Τενέδου.
Άρθρο 15
γ1. Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας από όλους τους τίτλους και τα δικαιώματα από τα ακόλουθα νησιά: Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη και Κως, που από τώρα κατέχονται από την Ιταλία και από τις εξ αυτών εξαρτώμενες νησίδες, καθώς και από το νησί Καστελλόριζο.
Άρθρο 16
γ1. Η Τουρκία παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη που βρίσκονται εκτός των συνόρων που καθορίζονται στην παρούσα Συνθήκη και τα νησιά άλλα από εκείνα στα οποία η κυριαρχία της αναγνωρίζεται από την εν λόγω Συνθήκη, ως προς την τύχη αυτών των εδαφών και νησιών που έχουν εποικιστεί ή θα εποικιστούν από τα ενδιαφερόμενα μέρη.
___________________________________________________
Αργότερα, το 1936 με την αναθεωρητική Συνθήκη του Montreux, που όρισε το καθεστώς των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων, η Τουρκία ανέκτησε την πλήρη κυριαρχία και ικανότητα στρατικοποίησης αυτών των περιοχών. Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε αντίστοιχα το δικαίωμα να εξοπλίσει στρατιωτικά τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη με την σύμφωνη υπογραφή φυσικά της γείτονα χώρας.
Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες, η οποία έγινε με κύριο κριτήριο την θρησκεία παρά την εθνικότητα, που ήταν και ανέκαθεν επιδίωξη του μουσουλμανικού κράτους. Μετακινήθηκαν έτσι στην Ελλάδα περισσότεροι από 1.5 εκατομμύριο Χριστιανοί από την Μικρά Ασία, τον Πόντο και την ανατολική Θράκη, όσοι είχαν απομείνει και από τον δολοφονικό ξεριζωμό του 1919-1922.
Τουρκικές παραβάσεις και διεκδικήσεις
Η Συνθήκη της Λωζάνης, που πλέον κλείνει σχεδόν 100 χρόνια ισχύος, όρισε ουσιαστικά τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας, αλλά και τις διμερείς σχέσεις με την Ελλάδα. Ωστόσο η Τουρκία διατηρεί τη διαχρονική της εχθρική στάση απέναντι στη χώρα μας καταπατώντας με διάφορους τρόπους τις συμφωνίες, τόσο όσον αφορά τις ελληνικές μειονότητες των περιοχών της, όσο και με τις αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις κυριαρχίας.
Οι εντονότερες διεκδικήσεις της Τουρκίας προς την ελληνική κυριαρχία ξεκίνησαν μετά το πραξικόπημα στην Κύπρο το 1974 και την εισβολή και κατάκτηση του 1/3 του μαρτυρικού νησιού.
Πλέκοντας τα δικά της αφηγήματα επιμένει για την αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου αναφέροντας πως εξαιτίας της παρουσίας του ελληνικού στρατού σε αυτά, απειλείται η Τουρκία και αναιρούνται οι όροι για να βρίσκονται υπό ελληνική κυριαρχία. Αυτό το επιχείρημα επικαλείται και μέσω επιστολών από τον Τούρκο πρέσβη στον ΟΗΕ στις 13 και 20 Σεπτεμβρίου του 2021.
Η τρέχουσα γεωπολιτική αναταραχή δίνει στην Τουρκία ουσιαστικά την αφορμή να διεκδικήσει και να τοποθετήσει εκ νέου τη θέση της στον χάρτη σε συνάρτηση και με το όραμά της για μια νέα οθωμανική αυτοκρατορία. Τις επιδιώξεις και παραβατικές κινήσεις της βοήθησε και η υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και η λογική των “ίσων αποστάσεων” απέναντί μας, αφού η Τουρκία αποτελεί και έναν υπολογίσιμο και δυναμικό νατοϊκό σύμμαχο.
Ωστόσο, οι επικλήσεις της περί αποστρατικοποίησης δεν συμπίπτουν με καμία αναφορά της Συνθήκης της Λωζάνης και δεν έχουν καμία αντικειμενική βάση. Αντιθέτως η Συνθήκη ορίζει αρκετά καθαρά τα δικαιώματα περί εξοπλισμών και το ποιά χώρα έχει δικαιοδοσία σε ποιά σημεία.
Όχι μόνο δεν αναφέρεται πουθενά ότι η ελληνική κυριαρχία εξαρτάται από την αποστρατικοποίηση των νησιών, αλλά προβλέπει και την στρατιωτική παρουσία (αναφέροντας φυσικά στοιχεία εκείνης της εποχής, αξιωματικούς με σπαθιά κτλ). Μην ξεχνάμε άλλωστε πως ο όρος επίσης που απαγορεύει στα τουρκικά αεροσκάφη να πετούν πάνω από τα αναφερόμενα ελληνικά νησιά παραβιάζεται συνεχώς.
“Τα ελληνικά στρατιωτικά αεροσκάφη θα απαγορεύονται να πετούν πάνω από το έδαφος των ακτών της Ανατολίας. Αντίστοιχα, η Τουρκική Κυβέρνηση θα απαγορεύσει στα στρατιωτικά της αεροσκάφη να πετούν πάνω από τα εν λόγω νησιά.”
Η Συνθήκη της Λωζάνης ήρθε ως επικύρωση της ήττας της Ελλάδας στην Μικρασιατική εκστρατεία και την κατάκτηση των περιοχών από τους Νεότουρκους του Κεμάλ. Η τότε ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε -καλώς ή κακώς (αυτό είναι μια άλλη συζήτηση)- να παραχωρήσει Ίμβρο, Τένεδο και ανατολική Θράκη. Αυτό βέβαια έγινε υπό ειδικούς όρους, που η Τουρκία δεν τηρεί παρά την νίκη της στην κυριαρχία.
__________________________________
Σύντομη επικαιρότητα
Με την τελευταία επιστολή στον ΟΗΕ η Τουρκία κάνει λόγο για “τελευταία προειδοποίηση” προς την Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα όλοι γνωρίζουμε τις συνεχείς προκλητικές κινήσεις και δηλώσεις εναντίον της χώρας μας και τις ασταμάτητες παραβιάσεις του εναέριου και θαλάσσιου χώρου. Για να μην αναφερθούμε και στην καθιερωμένη αντιεθνική και αντιχριστιανική προπαγάνδα στον λαό της Τουρκίας, τις προωθήσεις παράνομων μεταναστών στα σύνορα του Έβρου, εμπρηστικές απόπειρες που έχουν καταγραφεί σε εκείνες τις περιοχές κτλ.
Το σίγουρο είναι ότι οι σχέσεις μας με τους συγκεκριμένους γείτονες πάνε ιστορικά από το κακό στο χειρότερο. Τίθεται λοιπόν ξεκάθαρα το ερώτημα, ποιές είναι τελικά οι επιδιώξεις της Τουρκίας και τι μπορούμε να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον ενόψει όλης αυτής της αναταραχής και προκλητικότητας;
Μια πλευρά υποστηρίζει πως πρόκειται απλά για κινήσεις εσωτερικής πολιτικής της τουρκικής κυβέρνησης λόγω της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης στη χώρα. Άλλη πλευρά βλέπει πιο σφαιρικά και βαθιά μια διπλωματική στρατηγική που αποβλέπει σε αναθεώρηση της τουρκικής κυριαρχίας στην περιοχή και ενίσχυση της θέσης της και στους συμμαχικούς χάρτες (ΝΑΤΟ κτλ), με την Ελλάδα φυσικά σε μια θέση υπό αυτής.
Είτε με έντονες διαπραγματεύσεις, είτε και με κάποιο στρατιωτικό επεισόδιο η Τουρκία φαίνεται πως θα πιέσει κι άλλο για τις διεκδικήσεις της, όπως βλέπει και η πλειοψηφία των ειδικών αναλυτών. Και η Ελλάδα;
Κατά κοινή ομολογία, η Ελλάδα θα πρέπει να αφήσει την παθητική της στάση και να σταθεί με πυγμή και αποφασιστικότητα απέναντι στο διαχρονικό αυτό ζήτημα βάζοντας μια και καλή τα όριά της, χωρίς να περιμένει βοήθεια και από μηχανής θεούς από εκεί που δεν έρχονται ποτέ. Να εγείρει τα ζητήματα της καταπάτησης των δικαιωμάτων των ελληνικών μειονοτήτων, να αποκαταστήσει τη θέση της βάση των Συμφωνιών για τα εδάφη της, να ανακηρύξει επιτέλους ΑΟΖ όπως δικαιούται από το διεθνές δίκαιο και δίκαιο της θάλασσας, να αναλάβει επίλυση του κυπριακού, να απεξαρτηθεί ενεργειακά από την Τουρκία κτλ. Να ακολουθήσει γενικότερα μια αποφασιστική στην πράξη εθνική εξωτερική πολιτική, που θα υπηρετείται και ομοίως από κάθε κυβέρνηση.