Ο Πυθαγόρας Παπασταματίου γεννήθηκε στις 12 Απριλίου 1930 στο Αγρίνιο, από Σαμιώτες γονείς, οι οποίοι εγκατέλειψαν την Σμύρνη –όπου βρέθηκαν για επαγγελματικούς λόγους- λόγω της μικρασιατικής καταστροφής.

Από μικρό παιδί ήταν αρκετά δραστήριος και η έφεσή του στα γράμματα και τις τέχνες ήταν εμφανής. Ήταν από τους καλύτερους μαθητές στην τάξη του και συμμετείχε στις σχολικές θεατρικές παραστάσεις με μεγάλο ενθουσιασμό.

Δυστυχώς, η εκπαίδευσή του διεκόπη λόγω του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, περίοδο κατά την οποία η οικογένεια διασπάστηκε για να αποφευχθούν οι συλλήψεις. Οι γονείς του, πήραν μαζί τους τις αδερφές του και διέφυγαν στον Ορεινό Βάλτο, ο μεγάλος του αδερφός έγινε αντάρτης του ΕΛΑΣ κι εκείνος με τον άλλον αδερφό του φιλοξενήθηκαν από συγγενείς στην Μακρύνεια.

Ο μικρός Πυθαγόρας, αντιλαμβανόμενος την κρισιμότητα των καταστάσεων -και μπαίνοντας στην εφηβεία πια- δεν μπόρεσε να μείνει άπραγος. Αρχικά εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και τον Μάρτιο του 1944, σε ηλικία 14 ετών, ακολούθησε τον μεγάλο του αδερφό στα βουνά όπου, υπό την καθοδήγηση του ΕΛΑΣ, αγωνίστηκε μαζί με τους άλλους μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδος.

Το γεγονός ότι παρά την μικρή του ηλικία αγωνίστηκε στην Εθνική Αντίσταση, τον έκανε ακόμα πιο αγαπητό στην περιοχή του, ενώ πολλοί αναφέροντας το όνομά του βούρκωναν συγκινημένοι.

Από το σχολείο ως το πρώτο τραγούδι

Επιστρέφοντας στο Αγρίνιο από τα βουνά, συνέχισε την εκπαίδευσή του στο οκτατάξιο Γυμνάσιο Αρρένων, όπου επέδειξε ζήλο για την λογοτεχνία και άρχισε να υπογράφει τις εργασίες του χρησιμοποιώντας μόνο το μικρό του όνομα.

Για τα δεδομένα της μεταπολεμικής περιόδου, ήταν σπάνιο φαινόμενο η επιστροφή στα θρανία. Οι περισσότεροι νέοι επέλεγαν να βρουν εργασία για να βιοποριστούν.

Το 1949, αφού αποφοίτησε από το γυμνάσιο, αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα, με σκοπό να παρακολουθήσει μαθήματα στην Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών.

Εκεί, με καθηγητή το Δημήτριο Ροντήρη, αγάπησε ακόμα περισσότερο το θέατρο και αφοσιώθηκε στα μαθήματα, με αποτέλεσμα να αποφοιτήσει με άριστα.

Ο νεαρός Πυθαγόρας τελειώνοντας την σχολή, ασχολήθηκε αρχικά με το θέατρο. Εν συνεχεία συμμετείχε σε κινηματογραφικές ταινίες, σε μερικές από τις οποίες υπέγραψε και το σενάριο, ενώ παράλληλα δοκίμασε τη συγγραφή επιθεωρήσεων και στίχων.

Γύρω από το όνομά του άρχισαν να ακούγονται τα καλύτερα λόγια για τις ερμηνευτικές αποδώσεις του ως ηθοποιός, κερδίζοντας τις εντυπώσεις και των πιο απαιτητικών κριτών. Αν και η πορεία του ως ηθοποιός διαφαίνονταν λαμπρή, όμως, ο ίδιος γρήγορα συνειδητοποιήσε ότι αυτό που έχει μεγαλύτερη αγάπη να κάνει είναι να γράφει στίχους.

Το 1954 κυκλοφόρησε το πρώτο του τραγούδι και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία, το Ξαναβλέπω το μικρό το αμαξάκι, με ερμηνεύτρια την Μαίρη Λώ.

Οι αλλεπάλληλες μεγάλες επιτυχίες

Ξεκίνησε να γράφει τους πρώτους στίχους κατά τη δεκαετία του ’50 και μέχρι το δεύτερο μισό της επόμενης δεκαετίας εξελίχθηκε σε πολυγραφότατος και περιζήτητος δημιουργός. Από εκεί και μετά, οι στίχοι του αποτέλεσαν εχέγγυο για την έκβαση των δίσκων, με τις μεγαλύτερες επιτυχίες του να διατηρούν τον μύθο των “μεγάλων” του ελληνικού τραγουδιού.

Την εποχή κατά την οποία αναδείχθηκε ο Πυθαγόρας, το λαϊκό τραγούδι ήταν σε μια μεταβατική φάση όπου, μαζί με όλα τα άλλα, αποκτούσε και αυτό μια αστική χροιά σε συνδυασμό με στοιχεία του παρελθόντος.

Έγραψε πάρα πολλά τραγούδια τα οποία ανταποκρίνονταν σε όλα τα γούστα αφού η θεματολογία του αφορούσε την καθημερινότητα. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος είναι ο άνθρωπος, οι σχέσεις, οι συγκινήσεις και τα αισθήματα, ενώ δεν έλειψαν και τα έμμεσα κοινωνικά και πολιτικά σχόλια.

Το 1964 ξεκινά η ανοδική του πορεία όταν βγαίνει στις αίθουσες η ταινία Κάθε λιμάνι και καημός, στην οποία όχι μόνο πρωταγωνίστησε αλλά υπέγραψε το σενάριο, το ομότιτλο τραγούδι όπως και όλα τα τραγούδια της ταινίας, σε μουσική Γιώργου Κατσαρού

 

Αυτή η συνεργασία με τον Γιώργο Κατσαρό, οδήγησε σε μια μακροχρόνια επαγγελματική σχέση που μετράει πάνω από 200 τραγούδια και εννέα δίσκους 33 στροφών.

Μαζί συνυπέγραψαν τραγούδια τα οποία ερμήνευσαν τραγουδιστές που ήταν πρώτα ονόματα της εποχής όπως και θα υπογράψουν μαζί μεγάλες  επιτυχίες, όπως ο Γιάννης Καλατζής, ο Γιάννης Πουλόπουλος, η Λίτσα Διαμάντη, η Μαρινέλλα, ο Φίλιππος Νικολάου, κ.α.

Η ανατρεπτική πρόταση που αγαπήθηκε από το κοινό

Στα τραγούδια του ο Πυθαγόρας μεταβίβαζε όλες τις σκέψεις που είχε αποκομίσει από τις εμπειρίες του και τις συναναστροφές του. Ωστόσο, έκανε την ανατροπή με κάτι που ο ίδιος δεν έζησε αλλά ήταν η αφορμή για να δημιουργήσει μια συλλογή έργων και να εκφράσει τα συναισθήματά του. Αυτό ήταν η Μικρασιατική καταστροφή, μια κατάσταση που επηρέασε πολλές οικογένειες και έφερε μεγάλες αλλαγές

Το 1972 αποφασίζει να συνεργαστεί με τον Απόστολο Καλδάρα για την κυκλοφορία αυτών των έργων σε δίσκο που έφερε τον τίτλο Μικρά Ασία.

Παρόλα αυτά εκείνο το διάστημα, που δέσποζε το καθεστώς των συνταγματαρχών στην Ελλάδα, τα τραγούδια αυτά φάνταζαν εντελώς εκτός κλίματος αφού οι στίχοι μιλούσαν για ένα παρελθόν, που φαινομενικά δεν είχε καμία σχέση με όσα γίνονταν στο τώρα.

Αν και ξένιζε σε κάποιους η ιδέα, η δισκογραφική εταιρία ΜΙΝΟΣ ΕΜΙ διέκρινε την αξία και των τραγουδιών και των ερμηνευτών (Χάρις Αλεξίου και ο Γιώργος Νταλάρας) και άφησε τους συντελεστές να μπουν στο στούντιο για ηχογράφηση.

Αφού ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες και ο δίσκος βγήκε σε κυκλοφορία, στις πρώτες επαφές με τα δισκοπωλεία οι αντιδράσεις ήταν αρνητικές, καθώς οι ίδιοι διέκριναν πως μόνο τα πολιτικά τραγούδια θα μπορούσαν να έχουν απήχηση και να φέρουν πωλήσεις.

Παρά τις προβλέψεις τους και την περιφρόνηση, διαψεύσθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο δίσκος έγινε ιδιαιτέρως δημοφιλής σε λίγες μόνο μέρες, σημειώνοντας ρεκορ πωλήσεων!

Ο διευθυντής της ΜΙΝΟΣ, με αφορμή αυτή τη τεράστια επιτυχία θέσπισε για πρώτη φορά την απονομή δίσκου, ορίζοντας ως Χρυσό αυτόν που έκανε 50.000 πωλήσεις και Πλατινένιο τις διπλάσιες.

Ο δίσκος Μικρά Ασία εντάσθηκε στις 100 Μεγαλύτερες Ηχογραφήσεις του αιώνα της ΜΙΝΟS – EMI

Η συνεργασία με τον Στέλιο

Αν και μετά το 1972 ο Πυθαγόρας στράφηκε και πάλι στην συγγραφή έργων επιθεώρησης, το ίδιο διάστημα έγραφε τραγούδια και για τον Στέλιο Καζαντζίδη.

Με τον Καζαντζίδη συνεργάζονταν ήδη από το 1965 και το 1966 κυκλοφόρησαν την πολύ μεγάλη επιτυχία Έφυγε – έφυγε σε μουσική του Βασίλη Βασιλειάδη. Το συγκεκριμένο τραγούδι είναι από τα πιο δημοφιλή ελληνικά τραγούδια με τις περισσότερες διασκευές παγκοσμίως και έπαιξε στην δημοφιλή Αμερικανική σειρά The wire μαζί με Το ψωμί της ξενιτιάς.

Η επιτυχημένη και μακρόχρονη καλλιτεχνική σχέση που είχαν αναπτύξει μεταξύ τους ήρθε να επισφραγιστεί με την δημιουργία και κυκλοφορία του δίσκου Υπάρχω, σε μουσική Χρήστου Νικολόπουλου, έναν δίσκο που αποτελεί αποτελεί αποκορύφωμα στην καριέρα και των 3 συνεργατών, αφού κάθε τραγούδι του έκανε τεράστια επιτυχία.

Με αυτόν τον δίσκο έκλεισε ο κύκλος της δεκαετούς συνεργασίας μεταξύ του Πυθαγόρα με τον Καζαντζίδη, η οποία απέφερε τουλάχιστον 60 τραγούδια, εκ των οποίων τα περισσότερα εκτός του ότι έγιναν επιτυχίες, έχουν διαχρονική αξία και είναι μέρος της κληρονομιάς του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού του 20ου αι.

Τα τελευταία χρόνια

Εκτός από την συνεργασία με τον Καζαντζίδη, την δεκαετία του ’70 έγραφε κατ’ αποκλειστικότητα τα τραγούδια του Γιάννη Πάριου, σημειώνοντας χρυσές και πλατινένιες πωλήσεις, ενώ παράλληλα ήταν εξέχον μέλος της εταιρείας θεατρικών συγγραφέων.

Το 1973 ήρθε ξανά σε σύμπραξη με τον Γιώργο Κατσαρό για τον δίσκο Αλβανία, με τραγούδια τα οποία είναι αφιερωμένα στον πόλεμο του ’40. Ο δίσκος αυτός ήταν και ο πρώτος ολοκληρωμένος της Μαρινέλλας. 

Με αφορμή τη θεματική του Αλβανία, η παρουσίαση των τραγουδιών έγινε με μια ιστορική συναυλία στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά παραμονή της 28ης του ίδιου έτους, ενώ είναι και η πρώτη που μεταδόθηκε απευθείας σε ζωντανή μετάδοση από την ΕΙΡΤ.

Ωστόσο εντέλει, παρά το γεγονός ότι εγκρίθηκε η προβολή του, το περιεχόμενο του δίσκου θεωρήθηκε αντιστασιακό και η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση των Συνταγματαρχών.

Η επανακυκλοφορία του επετράπη μετά τη μεταπολίτευση και γι’αυτό η συναυλία έγινε ξανά, αυτή τη φορά στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο (Palais des Sports της Θεσσαλονίκης), αυτή τη φορά συνοδευόμενη από τους Δημήτρη Μητροπάνο και Γιάννη Καλατζή.

Δείτε επίσης » Δημήτρης Μητροπάνος – Ο αυθεντικός πρεσβευτής του σύγχρονου λαϊκού τραγουδιού

Η χρυσή τριάδα Πυθαγόρας – Κατσαρός – Μαρινέλλα, εκτός των άλλων έκανε μια στάση στην Ευρώπη το 1974, παρουσιάζοντας το τραγούδι της πρώτης συμμετοχής της χώρας μας στον διαγωνισμό της Eurovision, το Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου που έφτασε μόλις στην 11η θέση.

Το 1976 ακολουθεί η τελευταία συνεργασία του με τον Απόστολο Καλδάρα για τον δίσκο Τα σήμαντρα, στον οποίον τραγουδούν η Βίκυ Μοσχολιού και ο πρωτοεμφανιζόμενος Νίκος Νομικός.

Τα επόμενα χρόνια δίνει τους στίχους του κυρίως στον Γιάννη Πάριο, γράφοντας μεγάλες επιτυχίες μεταξύ των οποίων το Θα με θυμηθείς. Πρόκειται ίσως για το πιο μελαγχολικό τραγούδι της καριέρας του. Ενδεχομένως λόγω της σύνθεσης του Γιάννη Σπανού και της μοναδικής ερμηνείας του Πάριου.

Όπως και νά’χει αυτό το τραγούδι έχει χιλιοακουστεί και χιλιοπαιχτεί ενώ αρκετές φορές έχει συμπεριληφθεί ως μουσικό χαλί σε σειρές της τηλεόρασης.

Και με την θύμησή του έμεινε η Ελλάδα ξαφνικά από την 12η Νοεμβρίου του 1979, όταν ο Πυθαγόρας προδώθηκε από την ίδια του την καρδιά, η οποία σταμάτησε να χτυπά ρυθμικά.


Ο Πυθαγόρας Παπασταματίου αν και έφυγε τόσο νωρίς από κοντά μας, είχε την τύχη να δει τον θρίαμβο των έργων του σε θεατρικές σκηνές, κινηματογραφικές αίθουσες και το μουσικό πάλκο.

Για τους στίχους του, ενώ κατά περίπτωση αγγίζουν το φάσμα της ποίησης, ουδέποτε αναζήτησε τρόπο να τους τιτλοφορήσει, ήθελε απλά να τους κυκλοφορήσει και να γίνουν κομμάτια του λαού. Κάτι που προφανώς και πέτυχε! Τα τραγούδια του τα έχει τραγουδήσει όλη η Ελλάδα, άφησαν το στίγμα τους στο κοινό και διαμόρφωσαν τις επόμενες γενιές δημιουργών.

Προς τιμήν του κάποιοι στίχου του μελοποιήθηκαν μετά θάνατον από το Χρήστο Νικολόπουλο. Συγκεκριμένα το 1983 κυκλοφόρησε το Απ’ την Άνω Τούμπα με τον Πασχάλη Τερζή, το επόμενο έτος το Και μας έλεγε το κύμα με τη Χαρούλα Αλεξίου και πολύ αργότερα, το 1996, το σουξέ Και φούμα-φούμα με τον Τάκη Μπίνη.

Με αυτά τα τραγούδια φανερώθηκε πως οι στίχοι του Πυθαγόρα δικαίως θεωρούνται διαχρονικοί και δυνατοί, ανταποκρινόμενοι στο κοινό αίσθημα παρά το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλη αλλαγή στις τάσεις και τις συνθήκες, τόσο στο ελληνικό τραγούδι και την δισκογραφία όσο και στις προτιμήσεις αλλά και την έκφραση του κοινού.

Κατάφερε λοιπόν, στη σύντομη αλλά μεγαλειώδη πορεία του, να δημιουργήσει με τρομερή επιδεξιότητα μια μεγάλη εμπορική εργογραφία ποιοτικών τραγουδιών – ορόσημο, που ακούγονται μέχρι σήμερα, γενονός που αποδεικνύει πως όχι μόνο ήταν αλλά εξακολουθεί να είναι ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του ελληνικού στίχου και τραγουδιού.

Κοινοποιήστε
Διαμαντούλα Χατζηαντωνίου
Απόφοιτη ΙΕΚ Οικονομίας & Διοίκησης και πιστοποιημένη Δημοσιογράφος διαδικτύου, με συμμετοχές σε πολλά σεμινάρια ποικίλου ενδιαφέροντος και κατευθύνσεως. Έχει λάβει το πρώτο βραβείο ποίησης στην Θεσσαλία, σε μαθητικό διαγωνισμό. Δραστηριοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, ως ραδιοφωνική παραγωγός, αρθρογράφος καλλιτεχνικών ειδήσεων και ερασιτέχνης ηθοποιός. Θρέφει μεγάλη αγάπη για τις τέχνες, την φύση, την φιλοσοφία και την ψυχολογία ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο σε θέματα κοινωνικής και ιστορικής φύσεως. Αγαπημένη της ερώτηση: Γιατί; Αγαπημένο μότο: Αξίζει να βρίσκεις λόγους να γελάς