Από το καλοκαίρι του 2020 έχει ανοίξει τις πύλες του στο κοινό το πρώτο υποβρύχιο μουσείο της Ελλάδας στο νησί της Αλοννήσου και στην περιοχή όπου βρίσκεται το σημαντικής ιστορικής αξίας Ναυάγιο της Περιστέρας – από τα σημαντικότερα της κλασικής αρχαιότητας.
Δύτες αναψυχής και κάτοχοι διπλώματος κατάδυσης (Advanced Open Water Diver) μπορούν να επισκεφτούν καθημερινά το ναυάγιο για εξερεύνηση, με την καθοδήγηση έμπειρων δυτών από τα αδειοδοτημένα καταδυτικά κέντρα:
Ναυάγιο της Περιστέρας
Αναφέρεται και ως ο «Παρθενώνας των ναυαγίων», καθώς πρόκειται για το αρχαιότερο ναυάγιο που έχει ανακαλυφθεί παγκοσμίως και χρονολογείται στην κλασσική προ Χριστού περίοδο.
Αποτελεί επίσης το μεγαλύτερο σε μέγεθος εμπορικό πλοίο που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα και ένα εύρημα ανεκτίμητης ιστορικής και πολιτισμικής αξίας.
Το πλοίο βυθίστηκε μεταξύ των ετών 425 και 415 π.Χ., την περίοδο που είχε κτιστεί το λαμπρό μνημείο του Παρθενώνα και μια εποχή που η αθηναϊκή πολιτεία αποτελούσε κυρίαρχη οικονομική, ναυτική και εμπορική δύναμη στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα.
Το υπερμέγεθες εμπορικό πλοίο μετέφερε εμπόρευμα κρασιού από τη Βόρεια Ελλάδα (Μένδη Χαλκιδικής) και τα νησιά των Σποράδων, Σκόπελο (Πεπάρηθο) και Αλόννησο, περιοχές γνωστές στην αρχαιότητα για την παραγωγή οίνου.
Αναφέρεται πως ο πρώτος άνθρωπος που εντόπισε το αρχαίο ναυάγιο κοντά στο μικρό νησάκι της Περιστέρας Αλονήσσου ήταν ένας ψαράς το 1985. Η αρχαιολογική ανασκαφή που ανέδειξε το εντυπωσιακό εύρημα πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1992 και 1993.
Το πλοίο είχε μήκος περίπου 30 μέτρα και πλάτος 10 μέτρα και ήταν φορτωμένο με χιλιάδες αμφορείς και πλήθος ερυθρόμορφων και μελανόμορφων κεραμικών αγγείων της εποχής.
Κάτω από τρεις στρώσεις χιλιάδων άθικτων αμφορέων κρασιού βρέθηκαν και ανασύρθηκαν στην επιφάνεια διάφορα αγγεία καθημερινής χρήσης, όπως κύλικες (πλατιά και ρηχά κύπελλα που χρησιμοποιούταν για κρασί) με εμπίεστες και εγχάρακτες διακοσμήσεις, επιτραπέζια πινάκια (σκεύη σερβιρίσματος φαγητού), λυχνάρια και χάλκινα σκεύη.
Τα ευρήματα βρέθηκαν σε πραγματικά άριστη κατάσταση προστατευμένα από το θαλάσσιο περιβάλλον για περισσότερα από 2.000 χρόνια προσφέροντας μέχρι και σήμερα ένα μοναδικό υποθαλάσσιο θέαμα. Οι αμφορείς εκτείνονται σε μήκος 25 μέτρων στο βυθό υποδηλώνοντας τις μεγάλες διαστάσεις του αρχαίου πλοίου, πάνω στο οποίο βρίσκονται.
Η ανακάλυψη του Ναυαγίου της Περιστέρας εντυπωσίασε τον επιστημονικό κόσμο δίνοντας νέα, ανατρεπτικά και άγνωστα ως τότε στοιχεία για την αρχαιοελληνική ναυπηγική.
Το εν λόγω πλοίο έχει περίπου διπλάσιο μέγεθος από τα αντίστοιχα εμπορικά πλοία της εποχής που έχουν βρεθεί σε Κύπρο, Ιταλία και Ισραήλ και αποδεικνύει πως οι Αθηναίοι είχαν ήδη τις ναυπηγικές γνώσεις, που φαίνεται να υιοθέτησαν οι Ρωμαίοι 300 χρόνια αργότερα.
Η δεύτερη ανασκαφή του 1993 σταμάτησε μόλις εντοπίστηκαν τα πρώτα μέρη του ξύλινου σκαριού του πλοίου με την προοπτική να συνεχιστεί αργότερα. Δυστυχώς όμως αυτό δεν έγινε ποτέ και όλα τα ερωτήματα και τα μυστήρια γύρω από το αρχαιότατο ναυάγιο παραμένουν μέχρι σήμερα θαμμένα στο βυθό.
Οι αιτίες που ένα τέτοιο πλοίο κατέληξε με όλο το πλούσιο εμπόρευμά του στο βυθό είναι άγνωστες. Κουβαλούσε και κάτι άλλο πέρα από τα εμπορεύματα οίνου; Η βύθισή του ήταν ατύχημα πιθανόν λόγω καιρικών συνθηκών και μεγάλου βάρους ή επρόκειτο για κάποια επιτηδευμένη ενέργεια; Το όλο γεγονός είχε κάποια σχέση με τις ενεργές τότε διαμάχες του Πελοποννησιακού Πολέμου;
Το εντυπωσιακό πάντως θέαμα του ναυαγίου, που βρίσκεται στην προστατευόμενη περιοχή του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου – Βόρειων Σποράδων είναι πλέον διαθέσιμο σε κάθε επισκέπτη μέσω του πρώτου υποβρύχιου μουσείου της χώρας.
Για περισσότερες πληροφορίες για το ναυάγιο, καθώς και την εμπειρία εικονικής περιήγησης, μπορείτε να επισκεφτείτε το Κέντρο Ενημέρωσης και Ευαισθητοποίησης Κοινού στη Χώρα Αλοννήσου.