Οι επιχειρηματικοί οργανισμοί σε όλο τον κόσμο προσπαθούν να επηρεάσουν τους καταναλωτές ενθαρρύνοντάς τους να αγοράσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους. Αυτό γίνεται μελετώντας τις ανάγκες του καταναλωτή και δημιουργώντας κατάλληλες στρατηγικές ώστε οι καταναλωτές να προχωρούν σε αγορά.
Συνήθως δημιουργούνται και δρομολογούνται στρατηγικές μάρκετινγκ που χρησιμοποιούνται για να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών ώστε να πουν το μεγάλο ΝΑΙ, αυτό όμως που διαφεύγει στο ίδιο το καταναλωτικό κοινό είναι ότι αυτό εξουσιάζει την αγορά κι όχι η αγορά εκείνο.
Μια επιχείρηση υπάρχει και λειτουργεί μόνο επειδή έχει πελάτες, δίχως αυτούς δεν έχει κανένα απολύτως νόημα η επιχειρηματική προσπάθεια. Αυτό σημαίνει ότι οι πελάτες είναι αυτοί που έχουν τη δύναμη να προωθήσουν είτε την ανάπτυξη είτε την ύφεση της επιχείρησης. Με άλλα λόγια οι καταναλωτές είναι αυτοί που τελικά αποφασίζουν πότε μια επιχείρηση θα είναι επιτυχημένη ή αποτυχημένη.
Κι ενώ η διαμόρφωση της αγοράς γίνεται με βάση τις ανάγκες του κοινού, οι εμπορικές πολιτικές κατευθύνονται επί σειρά ετών στην καταστρατήγηση του πελάτη ωθώντας τον να καταλήξει σε μια “αχρείαστη” αγορά. Η παγιωμένη πολιτική που εφαρμόστηκε -και δυστυχώς εξακολουθεί να βρίσκει χώρο- με το μότο “Επιτυχία είναι να πουλάς πάγο σε Εσκιμώο”, είναι και αυτή που ανατρέπεται σήμερα.
Οι πελάτες επηρεάζουν πια τις επιχειρήσεις με διάφορους τρόπους και είναι σημαντικό να γίνεται διακριτή η εξουσία τους στην αγορά. Γι’ αυτό οι επιχειρήσεις οφείλουν να προσαρμοστούν και να υιοθετήσουν μια πραγματική πελατοκεντρική προσέγγιση και όχι εικονική, προκειμένου να βελτιστοποιηθεί το ποσοστό μετατροπών.
Οι “καθοδηγούμενες” πωλήσεις στον βωμό του κέρδους, η μερική παραπληροφόρηση και η επιβολή της “επιτυχημένης” και προβεβλημένης εικόνας της επιχείρησης, δεν μπορούν πλέον να ορίσουν την επιλογή του καταναλωτή. Η πληθώρα πληροφοριών, ο μεγάλος ανταγωνισμός και η άμεσα προσβάσιμη “δημοπρασία” που λαμβάνει χώρα στο διαδίκτυο, έχουν μετατοπίσει το κέντρο του ενδιαφέροντος.
Σύμφωνα με έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί, πάνω από το 1/4 των καταναλωτών δήλωσαν ότι δίνουν μεγαλύτερη προσοχή σε αυτά που καταναλώνουν.
Πλέον, επιτυχημένη θεωρείται η επιχείρηση που διαθέτει ένα σύνολο προϋποθέσεων κι όχι εκείνη που έχει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Αυτός είναι και ο λόγος που τα τελευταία χρόνια έχει μοιραστεί κατά πολύ η πίτα, με τα ποσοστά της προτίμησης να μετατοπίζονται από τις μεγάλες πολυεθνικές, σε πιο μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Μερικοί παράγοντες που επηρέασαν τη στροφή των καταναλωτών είναι ο χρόνος αναμονής, η προσβασιμότητα, η εθνοκεντρική προσέγγιση, η τοπική προέλευση, η απλοποίηση των εσωτερικών διαδικασιών, η εταιρική κοινωνική ευθύνη και η επικοινωνία.
Η μεγαλύτερη στροφή του κοινού όμως γίνεται με σκοπό την ισορροπία μεταξύ κοινωνίας και τεχνολογίας, μάρκας και προσώπου, διεθνούς και τοπικής αγοράς. Ο καταναλωτής του σήμερα, έχει πολύ διαφορετικές προτεραιότητες με κύρια τάση τον υπεύθυνο καταναλωτισμό που φαίνεται να κυριαρχεί από τα τέλη του 2020, λόγω της πανδημίας.
Η αειφορία, η ευαισθητοποίηση, η διαφορετικότητα και η ποιότητα είναι πρωταρχικά στοιχεία, ενώ η κυκλική οικονομία μπαίνει και πάλι στο πρόγραμμα.
Σύντομα θα είμαστε θεατές μιας ανακατάταξης των αγορών παγκοσμίως, καθώς οι καταναλωτικές συνήθειες θα οδηγήσουν σε μεγάλες αναπροσαρμογές και ανακατευθύνσεις. Αυτό είναι αποτέλεσμα μιας συλλογικής κίνησης που όχι μόνο επηρεάζει άμεσα και έμμεσα το περιθώριο κέρδους της αγοράς αλλά και το μέλλον της.
Πρέπει λοιπόν, να γίνει κατανοητό τοις πάσι ότι οι επιλογές των καταναλωτών εντέλει ορίζουν τη δομή της αγοράς κι όχι οι εμπορικές στρατηγικές.
Όσο συνεχίζουν οι αγορές να υποστηρίζουν απαρχαιωμένες τακτικές, δεν θα δουν ξανά το φως στο τούνελ. Αν όμως συμμορφωθούν με την ιδέα, θα είναι σε θέση να πάρουν μέρος στην αναδιαμορφωμένη αγορά, εκεί όπου πλέον θα επενδύονται τα χρήματα των πελατών και θα γίνονται νέα ανοίγματα, κι αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την επέκταση και τον εμπλουτισμό της τοπικής αγοράς.