Νόμιζες πως μπορούσες να ρυθμίζεις τα πάντα και όλους! Αναστολές δεν γνώριζες στον τρόπο που μεθόδευες πράγματα, είτε φανερά είτε παρασκηνιακά. Θύματά σου άπειρες γυναίκες, τις οποίες διάλεγες από διάφορα κοινωνικά στρώματα, έτσι για να υπάρχει «ποικιλία», για να μην βαριέσαι και ρουτινιάζεις.

Η εξωτερική σου εικόνα ήταν πάντοτε «καθαρή», συνώνυμο του σωστού, καλού παιδιού. Φροντισμένος με παπούτσια που γυάλιζαν από μακριά και υγιές χαμόγελο. Επαγγελματικά ήσουν πολύ καλά σε σημείο που μπορούσες να καλύψεις και την σύντροφο που θα διάλεγες.

Σε γνώρισα ένα πρωινό σε γνωστό στέκι της περιοχής. Η αλήθεια είναι πως θαύμασα τη θωριά και το χαμόγελό σου, δεν μπόρεσα να μην εντυπωσιαστώ από την ευγένειά σου. Με κέρασες και πιάσαμε αμέσως κουβεντούλα.

Μια οπτασία, η οποία είχε να κάνει με σένα κι εμένα αιώνια μαζί, πέρασε αστραπιαία μπροστά από τα μάτια μου. Με έπεισες μέσα σε λίγα λεπτά πως ήσουν ο ιδανικός για μένα, ήξερες να χειρίζεσαι πολύ καλά τον λόγο! Πες το αφέλεια, πες το παρορμητισμό, δέχτηκα αμέσως να συγκατοικίσουμε.

Και η προσωπική μου κόλαση ξεκίνησε…

Στην αρχή ανακάλυψα τυχαία πως παράλληλα με μένα διατηρούσες δεσμό και με μια κυρία της υψηλής κοινωνίας, την οποία μου είχες συστήσει κάποτε ως απλή πελάτισσα στο δικηγορικό σου γραφείο.

Συνειδητά απέφυγα να σ’το πω, καθώς είχα αρχίσει να σε φοβάμαι. Τα χέρια σου είχαν «μακρύνει» επικίνδυνα κι όποτε σου έφερνα κάποια αντίρρηση μου άφηναν σημάδια σε οποιοδήποτε σημείο του κορμιού μου σε βόλευε.

Ηθικές αναστολές δεν είχες ποτέ, απλά εγώ δεν το γνώριζα τότε.

Είχα καταντήσει πιστή ακόλουθος κάθε άποψης, ιδεολογίας και τρέλας σου. Στο μυαλό μου στριφογύριζαν πια σκέψεις όπως «Παράτησε τον» και «Τρέξε μακριά του», μα δυστυχώς ήταν πρόσκαιρες, δεν εδραιώνονταν.

Είχες τον τρόπο να τα κουκουλώνεις και να τα ωραιοποιείς. Με είχες πλέον του χεριού σου.

Καθημερινώς κάλυπτα με ψιμύθια ακριβά, με τα οποία εσύ ο ίδιος με προμήθευες, σημεία του κορμιού μου, σημεία μελανά από την σφοδρότητα της παλάμης σου. Με πείσμα αλλόκοτο απέδιωχνα συστηματικά την λογική, η οποία με ικέτευε να κάνω κάτι, να σώσω τον εαυτό μου. Τείχη απόλυτης παράνοιας και μαζοχισμού υψώνονταν μπροστά μου σκεπάζοντας έτσι το «σωστό» και το «πρέπει».

Ώσπου έφτασε εκείνη η νύχτα που θα άλλαζαν τα πάντα…

Σαν απλός παρατηρητής με αντιμετώπιζες από την ώρα που σου ανακοίνωσα την εγκυμοσύνη μου. Λες και σου ήμουν ξαφνικά άχρηστη και βάρος με τοποθέτησες στο τελευταίο σκαλί της συναισθηματικής σου κλίμακας. Κανόνισες γιατρό για να το ρίξω, αλλά αρνήθηκα. Όχι, δεν θα μου σκότωνες το παιδί μου!

Ασταμάτητα χαστούκια, δημόσιοι εξευτελισμοί, απειλές και η έξωσή μου από το κοινό μας σπίτι, τίποτα δεν με πτόησε. Το παιδί γεννήθηκε κι εσύ… κι εσύ πήρες αυτό που σου άξιζε! Η μήνυση, η δίκη, η απόφαση, ο εγκλεισμός σου στην φυλακή… Πόσο το απολαμβάνω, Θεέ μου!

Όχι, δεν θα τολμήσεις να το κάνεις ξανά, σε καμία! Ως εδώ, ΑΡΚΕΤΑ!

Κοινοποιήστε
Χριστίνα Καρρά
Καθηγήτρια Γερμανικών, κειμενογράφος και συγγραφέας με τρία βιβλία στο ενεργητικό της: " Η κόρη του Ναζί", "Η φαλαινίτσα που ήθελε να γίνει γλάρος " και το πιο πρόσφατο "Γιατί το λεμονάκι δεν ήθελε να γίνει ποτέ πεπονάκι" από τις εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη. Έχει έναν γιο και θεωρεί ότι η ευτυχία κρύβεται στα μικρά πράγματα που συνήθως προσπερνάμε. Αγαπημένη της ρήση: "Για να ανέβεις στην κορυφή, επιβάλλεται να ξεκινήσεις από την βάση."