Η σιδηροδρομική γραμμή Λεχωνίων-Μηλεών και το τρενάκι της -ή όλα αυτά εν συντομία «ο Μουντζούρης»– είναι ένα από τα μεγαλύτερα τουριστικά αξιοθέατα του Πηλίου και αποτελεί σημείο αναφοράς παγκοσμίως.

Η κατασκευή της αποτελεί επέκταση του Θεσσαλικού δικτύου, με σκοπό τη γρήγορη και
ασφαλή μεταφορά των προϊόντων και ανθρώπων, από και προς το λιμάνι του Βόλου, ενώ η πρώτη σκέψη για την δημιουργία της διατυπώθηκε από τον Evaristo de Chirico, το 1888.

Ο μικρός Giorgio, παρατηρώντας την πορεία των έργων για το νέο μέσο, του οποίου την επιμέλεια είχε αναλάβει ο πατέρας του, εμπνεύστηκε και όταν άρχισε να δημιουργεί τους διάσημους πίνακές του, χρησιμοποίησε σε πολλά έργα μια μικρή φιγούρα τρένου.

Μετά από αρκετές καθυστερήσεις, υπογράφηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1892 η σύμβαση μεταξύ του Σιδηροδρόμου Θεσσαλίας και του ελληνικού κράτους. Έτσι, ξεκίνησαν τις εργασίες και προτίμησαν για τη γραμμή αυτή το πλάτος των 60 εκατοστών, βασισμένοι σε μια πρακτική που είχε ήδη δοκιμαστεί και πετύχει στην Ευρώπη, τους Chemins defer economiques.

Με αυτό το μοντέλο ξεκίνησε η κατασκευή της γραμμής Βόλου-Λεχωνίων, με τροχιοδρομική χάραξη μέσα στο Βόλο και στην άκρη του δρόμου από τον Άναυρο ως τα Λεχώνια.


Αποτελεί επίτευγμα της εποχής. Είναι ο πρώτος και μοναδικός σιδηρόδρομος στην Ελλάδα με πλάτος γραμμής 60 εκατοστών ενώ επίσης είναι και από τις στενότερες όλου του κόσμου. 

Το έργο ολοκληρώθηκε, παρά τις πρώτες αντιδράσεις των κατοίκων σχετικά με τα κτήματα μέσα από τα οποία σχεδιάστηκε να περνά η σιδηροδρομική γραμμή, και τα εγκαίνιά της πραγματοποιήθηκαν μετά από σχεδόν 3 χρόνια, στις 12 Οκτωβρίου 1895, με πρώτο δρομολόγιο από τον Βόλο ως τα Άνω Λεχώνια.

Η γραμμή είχε μήκος 13 χιλιόμετρα
και περνούσε πάνω από την πρώτη της Ελλάδας γέφυρα που ήταν κατασκευασμένη από οπλισμένο σκυρόδεμα, την γέφυρα του Βρύχωνα.

Η μεταλλική γέφυρα, γνωστή ως «Γέφυρα ντε Κίρικο», βρίσκεται στο ύψος του χειμάρρου Ταξιάρχη και έχει μια μοναδική ιδιομορφία της καμπύλωσης της γραμμής σε ευθύγραμμο δρόμο.

Το 1900 αποφασίστηκε η επέκταση της γραμμής και ορίστηκε νέα σύμβαση, από την οποία μόλις 3 χρόνια αργότερα, στις 2 Ιουλίου του 1903, εγκαινιάστηκαν τα επόμενα 16 χιλιόμετρα γραμμής, από τα Άνω Λεχώνια ως τις Μηλιές.

Για να πραγματοποιηθεί αυτό το έργο, χρειάστηκε να υλοποιηθούν κι άλλα παράλληλα έργα των οποίων η αρχιτεκτονική ήταν εναρμονισμένη με το περιβάλλον της περιοχής.

Αυτά τα έργα ήταν: η ανοικοδόμηση εννέα πέτρινων γεφυριών (δίτοξων, τρίτοξων, τετράτοξων και μιας πεντάτοξης), η δημιουργία μιας ακόμα μεταλλικής, τοίχων αντιστήριξης, σηράγγων, αντερεισμάτων και πεζογεφυρών.

Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια αποτελεί ο όρος, ο οποίος τέθηκε στο νέο συμβόλαιο για την επέκταση της γραμμής καθώς όριζε ότι η εργολάβος εταιρεία είναι υποχρεωμένη να επισκευάζει κάθε ζημιά που συνέβαινε στα χωμάτινα μονοπάτια από τα μουλάρια, τα οποία κουβαλούσαν τα υλικά της κατασκευής των έργων, με αντάλλαγμα την ελεύθερη βοσκή στα χωράφια των ντόπιων.

Ως αποτέλεσμα αυτής της συμφωνίας προέκυψε η δημιουργία των καλντεριμιών της περιοχής.

Το τροχαίο υλικό αρχικά αποτελούνταν από 3 ατμομηχανές, στις οποίες προστέθηκαν άλλες 5 το 1903. Σήμερα, υπάρχουν ακόμα στοιχεία από το παραδοσιακό τροχαίο υλικό, όπως 2 ατμάμαξες του 1903 και του 1912, μερικά ξύλινα βαγόνια με εξώστες καθώς και 2 ντηζελάμαξες που προστέθηκαν στο σύνολο από τον ΟΣΕ, το 2000.

Το μικρό αυτό τρενάκι μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα κατάφερε να ενώσει το εμπορικό και βιομηχανικό αστικό κέντρο με το ταχύτατα αναπτυσσόμενο Πήλιο βοηθώντας ουσιαστικά στην ευρύτερη ανάπτυξή του.
Το περιβόητο όνομα Μουτζούρης δόθηκε από τους ντόπιους γιατί η πρώτη ατμομηχανή δούλευε με κάρβουνο και από τον μαύρο καπνό που έβγαζε λερώνονταν οι επιβάτες του με αποτέλεσμα αναγκαστικά να πλένονται κάθε φορά, όταν κατέβαιναν στον σταθμό.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, ο γερμανικός στρατός χρησιμοποιούσε κατ’αποκλειστικότητα το συρμό για τις δικές του μεταφορές και πριν την αποχώρησή του, ανατίναξε μέρος του τροχαίου υλικού, μια ζημιά η οποία ευτυχώς έχει αποκατασταθεί.

Από την απελευθέρωση της Ελλάδας έως το 1950, ο συρμός εξυπηρετούσε την αστική συγκοινωνία όμως με την ανάπτυξη του τοπικού οδικού δικτύου και την αύξηση της κυκλοφορίας εντός της πόλης του Βόλου, απαξιώθηκε ως μεταφορικό μέσο και τελικά τέθηκε εκτός λειτουργίας την 1η Αυγούστου του 1971.

Οι ντόπιοι κατέβαλαν τεράστιες προσπάθειες για την επαναλειτουργία του, έστω με τη μορφή τουριστικού σιδηρόδρομου, αλλά οι αρχές δεν το επιχείρησαν ως τη δεκαετία του ’80, που ξεκίνησαν μερικά περιστασιακά δρομολόγια στην περιοχή.

Για χρόνια αυτή ήταν η λειτουργία του πολυαγαπημένου Μουτζούρη όταν το 1994, ο ΟΣΕ αποφάσισε να πραγματοποιήσει εργασίες αποκατάστασης κάποιων παλαιών γραμμών, μεταξύ των οποίων και η γραμμή Λεχώνια-Μηλιές, κι έτσι στις 25 Μαΐου του 1996 έκανε το πρώτο επίσημο δρομολόγιο μετά από 25 χρόνια.

Ο Μουτζούρης έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού «ιστορικό διατηρητέο μνημείο» και είναι ενταγμένο στο δίκτυο ‘’Οι φίλοι των θησαυρών του κόσμου’’ της UNESCO. 

Από το 1996 μέχρι σήμερα, με τη σπουδαία βοήθεια της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας, ο Μουντζούρης ταξιδεύει, όσο το δυνατόν γίνεται ασταμάτητα, με ταχύτητα 25 χιλιομέτρων την ώρα. Δίνει ραντεβού με πλήθος κόσμου στον σταθμό Λεχωνίων με προορισμό τις Μηλιές.

Εκεί, στον σταθμό Μηλεών, γίνεται ανακατεύθυνση της μηχανής χειροκίνητα ώστε να μπορέσει να πραγματοποιήσει το δρομολόγιο επιστροφής προς τα Λεχώνια. Η διαδρομή διαρκεί συνολικά 90 λεπτά, συμπεριλαμβανομένης μιας 15λεπτης στάσης στην Άνω Γατζέα.

⇒ Το δρομολόγιο Αγριάς-Άναυρου επαναλειτούργησε τον Αύγουστο του 2004 -κατόπιν αιτήματος των τοπικών αρχών εν όψει των ολυμπιακών αγώνων- και εκτελούταν μέχρι το 2007. ⇐

Από κάθε γωνιά της γης, έρχονται στην Μαγνησία με μοναδικό κίνητρο να ταξιδέψουν με τον γραφικό «Μουτζούρη» ο οποίος τους μεταφέρει νοερά σε μια άλλη εποχή, απολαμβάνοντας παράλληλα μια από τις ωραιότερες σιδηροδρομικές διαδρομές της Ευρώπης.

Εκτός από τους φυσιολάτρες και τους vintage hunters όμως, έρχονται επίσης αρχιτέκτονες και μηχανικοί για να θαυμάσουν τα επιτεύγματα του De Chirico.

Χιλιάδες κόσμου έχουν πραγματικά μαγευτεί από την μοναδική εμπειρία κι αυτό αποτυπώνεται στις καταστάσεις ππυ δηλώνουν ότι τα τελευταία έτη υπάρχει αυξητική τάση στην προσέλευση κόσμου, γεγονός που προκαλεί χαμόγελα στους τοπικούς παράγοντες και τις τουριστικές επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με μακέτες που είχαν δημιουργηθεί για τα Ολυμπιακά έργα του Βόλου, μετά την ολοκλήρωση του Περιφερειακού δρόμου, σειρά είχε η αποκατάσταση και η εκ νέου χρήση της γραμμής Άναυρος-Αγριά για τουριστικούς σκοπούς.

Επίσης, στο πλάνο ήταν (είναι;) η χρήση της μιας λωρίδας δρόμου στην Γορίτσα ως ποδηλατόδρομος δίπλα από το τρένο, ενώ η άλλη λωρίδα θα γινόταν μονόδρομος ήπιας κυκλοφορίας.

Με το βλέμμα στο μακρινό μέλλον, μιας και ο περιφερειακός αργεί πολύ να τελειώσει, ας ευχηθούμε να υποστηριχθεί σωστά η χρήση μιας τόσο σημαντικής για την περιοχή μας γραμμής που -όπως συνέδεσε το άστυ με την «επαρχία»- συνδέει το χτες και το σήμερα.

Ο Μουτζούρης είναι κομμάτι του πολιτισμού της περιοχής μας και μακάρι να διατηρηθεί στα επίπεδα που του αξίζουν ώστε να μην πέσει ξανά θύμα του κυκεώνα των εξελίξεων και των τάσεων. 

Κοινοποιήστε
Διαμαντούλα Χατζηαντωνίου
Απόφοιτη ΙΕΚ Οικονομίας & Διοίκησης και πιστοποιημένη Δημοσιογράφος διαδικτύου, με συμμετοχές σε πολλά σεμινάρια ποικίλου ενδιαφέροντος και κατευθύνσεως. Έχει λάβει το πρώτο βραβείο ποίησης στην Θεσσαλία, σε μαθητικό διαγωνισμό. Δραστηριοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, ως ραδιοφωνική παραγωγός, αρθρογράφος καλλιτεχνικών ειδήσεων και ερασιτέχνης ηθοποιός. Θρέφει μεγάλη αγάπη για τις τέχνες, την φύση, την φιλοσοφία και την ψυχολογία ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο σε θέματα κοινωνικής και ιστορικής φύσεως. Αγαπημένη της ερώτηση: Γιατί; Αγαπημένο μότο: Αξίζει να βρίσκεις λόγους να γελάς