Η διάσημη χορεύτρια και πόρνη πολυτελείας, που έμεινε γνωστή για τον διπλό κατασκοπικό της ρόλο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γεγονός για το οποίο τελικά και εκτελέστηκε. Μέχρι σήμερα η ιστορία της περιέχει διάφορα αινιγματικά στοιχεία, που για πολλούς την καθιστούν ένα θύμα εκμετάλλευσης και όχι πραγματικό κατάσκοπο συμβάλλοντας έτσι και στη διαιώνιση ενός πραγματικού μύθου γύρω από το όνομά της.
____________________________________
Η Margaretha Zelle, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Ολλανδία στις 7 Αυγούστου του 1876 σε μια αρκετά ευκατάστατη μεγαλοαστική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν έμπορος καπέλων και επενδυτής σε κερδοφόρες βιομηχανίες πετρελαίου, δουλειές που του επέτρεψαν να προσφέρει στα τέσσερα παιδιά του όλες τις ανέσεις και αποκλειστική εκπαίδευση μέχρι και την εφηβική τους ηλικία.
Την άνετη και ανέμελη παιδική ηλικία της Margaretha έμελλε να διαδεχθούν μια σειρά από συγκυρίες, που επηρέασαν ίσως και καθοριστικά την πορεία της μετέπειτα ζωής της. Ο πατέρας της έφτασε τελικά σε οικονομική πτώχευση το 1889 και σύντομα χώρισε και με τη μητέρα της, η οποία πέθανε μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 1891. Η οικογένεια διαλύθηκε και η Margaretha μετακόμισε αρχικά με τον νονό της και ξεκίνησε τις σπουδές της ως δασκάλα. Κάποιους μήνες αργότερα μετακόμισε σε κάποιους θείους της στη Χάγη.
Όταν ήταν 18 ετών είδε στην εφημερίδα μια αγγελία γνωριμιών, όπου ο καπετάνιος Rudolf MacLeod, που ζούσε στις ολλανδικές αποικίες στις τότε Ανατολικές Ινδίες, ζητούσε γυναίκα να παντρευτεί. Οι δυό τους πράγματι γνωρίστηκαν και παρά την μεγάλη διαφορά ηλικίας παντρεύτηκαν στο Άμστερνταμ τον Ιούλιο του 1895.
Ο γάμος τους όμως ήταν μια πραγματική αποτυχία, παρόλο που απέκτησαν μαζί δύο παιδιά, τον Norman-John και τη Louise Jeanne. Ο καπετάνιος αναφέρεται ότι ήταν αλκοολικός και ασκούσε βία πάνω στη γυναίκα του, στην οποία είχε επίσης μεταδώσει αφροδίσια νοσήματα από τις πόρνες με τις οποίες παράλληλα την απατούσε. Αναφέρεται επίσης ότι για κάποιο λόγο δεν ήθελε καθόλου τη γυναίκα του σε σημείο που σκεφτόταν πως να την ξεφορτωθεί.
Τα παιδιά τους αρρώστησαν σύντομα βαριά λόγω επιπλοκών της θεραπείας για τη σύφιλη που έκαναν οι γονείς τους. Ο Norman τελικά πέθανε σε ηλικία μόλις τριών ετών, ενώ η Jeanne έζησε μέχρι τα 21 της.
Το ζευγάρι χώρισε οριστικά τον Αύγουστο του 1902 και η Margaretha έμεινε αρχικά μόνη της και απένταρη ξανά προσπαθώντας να μεγαλώσει την κόρη της χωρίς καμία οικονομική βοήθεια από τον πρώην άντρα της. Σε μια επίσκεψή τους σε εκείνον για να δει το παιδί, ο MacLeod αποφάσισε να μην επιστρέψει ξανά την κόρη τους στη μητέρα της, γεγονός που η Margaretha αναγκάστηκε να αποδεχθεί λόγω της δυσμενούς οικονομικής της κατάστασης.
Η νέα, άσωτη ζωή στο Παρίσι
Μετά τον χωρισμό και την οριστική απώλεια της οικογένειάς της η Margaretha πήγε στο Παρίσι ξεκινώντας μια νέα, διαφορετική ζωή. Την περίοδο που βρισκόταν παντρεμένη στις Ινδίες είχε ασχοληθεί με τις Ινδονησιακές παραδόσεις και είχε διδαχθεί τοπικούς χορούς, ενώ τότε επέλεξε και το καλλιτεχνικό της όνομα Mata Hari (που σημαίνει ήλιος ή μάτι της ημέρας στη Μαλαισιανή γλώσσα).
Με το καλλιτεχνικό της όνομα λοιπόν και την ιδιότητα πλέον της εξωτικής χορεύτριας άρχισε να δουλεύει σε καμπαρέ και δεν άργησε να εμφανιστεί σε μεγάλα σαλόνια της γαλλικής πρωτεύουσας, αλλά και στα κρεβάτια σημαντικών, πλούσιων προσώπων της πόλης ως μια γνωστή πλέον πόρνη πολυτελείας.
Παρουσιαζόταν ως μια Ινδή πριγκίπισσα, χόρευε έντονα και προκλητικά και φλέρταρε χωρίς αναστολές, ενώ συχνά φωτογραφιζόταν σχεδόν γυμνή φορώντας μόνο τα χαρακτηριστικά της κοσμήματα και καλύπτοντας συνήθως μόνο το στήθος της. Έγινε ερωμένη του εκατομμυριούχου βιομηχάνου Émile Étienne Guimet και πολλών άλλων, κυρίως υψηλόβαθμων στρατιωτικών και αξιωματικών.
Ως το 1910 η τολμηρή τέχνη της άρχισε να έχει διάφορους μιμητές, ενώ δεχόταν και μια έντονη κριτική, κυρίως από τον καλλιτεχνικό χώρο, ότι δεν είχε πραγματικό ταλέντο στον χορό, αλλά κέρδιζε τις εντυπώσεις με την απροκάλυπτη και “φθηνή” εμφάνισή της και την έλλειψη ηθικών αναστολών, που της έδινε επιτυχία όσον αφορά τους εραστές της. Θεωρούταν περισσότερο διάσημη για τον ερωτισμό της, παρά για την αντικειμενική ομορφιά της.
Η καριέρα της άρχισε να παίρνει μια καθοδική πορεία από το 1912, αφού η Μάτα Χάρι ήταν τότε ήδη 36 χρόνων και το σώμα της είχε αρχίσει να χάνει τη νεανική του σφριγηλότητα. Το 1915 έδωσε και την τελευταία της παράσταση ως χορεύτρια.
“Διπλός κατάσκοπος” στον πόλεμο
Διανύοντας πλέον την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η φήμη της ως μια καλλιτέχνης ελευθέρων ηθών την καθιέρωσε ως πιο ανεπιθύμητη, αδιάκριτη και επικίνδυνη. Οι στενές ερωτικές της επαφές με ισχυρούς άντρες της πολιτικής και του στρατού, καθώς και τα ταξίδια της για παραστάσεις από χώρα σε χώρα δεν άργησαν να τη βάλουν στο στόχαστρο.
Κάποια στιγμή η Μάτα Χάρι ανέπτυξε μια έντονη ερωτική σχέση με τον 23χρονο Ρώσο πιλότο, Vadim Maslov, ο οποίος υπηρετούσε τον Γαλλικό στρατό.
Ο νεαρός, τον οποίο η ίδια αποκαλούσε αγάπη της ζωή της, τραυματίστηκε άσχημα σε μια σύγκρουση με τους Γερμανούς το 1916 και έχασε την όρασή του και στα δύο μάτια. Η Μάτα Χάρι ζήτησε άδεια να τον επισκεφτεί, αλλά ως πολίτης χώρας ουδέτερης στον πόλεμο (Ολλανδία) κανονικά δεν επιτρεπόταν να βρεθεί κοντά στο μέτωπο.
Τότε της έγινε η πρόταση από το Γραφείο Deuxième της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Γαλλίας να γίνει κατάσκοπός τους απέναντι στη Γερμανία εκμεταλλευόμενη τους υψηλόβαθμους εραστές που είχε ως τότε, ως αντάλλαγμα την άδεια να βρεθεί με τον αγαπημένο της.
Μεσολάβησε μια σύλληψή της σε βρετανικό έδαφος, όπου θεωρήθηκε υπεύθυνη για κατασκοπεία και οι πηγές αναφέρουν ότι πράγματι ομολόγησε τη συνεργασία της με το Γραφείο Deuxième. Δεν είναι βέβαια σαφές αν είπε ψέματα επίτηδες ή επρόκειτο για κάποιο κόλπο κρυφής εκμετάλλευσης των γαλλικών αρχών.
Τέλη του 1916 συναντήθηκε με τον Γερμανό Ταγματάρχη Arnold Kalle για να καταφέρει να κανονίσει μια συνάντηση με τον Γερμανό Πρίγκιπα. Τότε θεωρείται βέβαιο ότι μοιράστηκε μυστικά της Γαλλίας με τον Γερμανό στρατιωτικό έναντι χρηματικής αμοιβής, είτε λόγω προσωπικής της απληστίας, είτε για να καταφέρει τη συνάντηση που ήθελε. Κάπως έτσι απέκτησε έναν διπλό τύπου κατασκοπευτικό ρόλο ανάμεσα σε Γάλλους και Γερμανούς, που βασιζόταν κυρίως στις προσωπικές, ερωτικές της επαφές και συγκυρίες που την έκαναν να χρησιμοποιηθεί και από τις δύο πλευρές ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο.
Το 1917 ο Ταγματάρχης Kalle μετέδωσε κάποια ραδιοφωνικά μηνύματα στο Βερολίνο περιγράφοντας έναν χρήσιμο γερμανικό κατάσκοπο με το κωδικό όνομα H-21. Η βιογραφία του ατόμου που περιέγραφε ταίριαζε τόσο πολύ με της Μάτα Χάρι, που δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από αυτή. Το γαλλικό Γραφείο Deuxième κατάφερε να υποκλέψει τα κωδικοποιημένα μηνύματα και να αναγνωρίσει ότι πρόκειται για εκείνη.
Η σημαντική λεπτομέρεια εδώ είναι ότι το συγκεκριμένο κωδικό σύστημα είχε ήδη σπάσει από τους Γάλλους και οι Γερμανοί το γνώριζαν, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα μηνύματα μεταδόθηκαν σκόπιμα, ώστε να δοθεί στους Γάλλους η πληροφορία και να συλλάβουν τη Μάτα Χάρι.
Αναφέρεται ότι Γερμανοί αξιωματικοί είχαν ενοχληθεί μαζί της επειδή οι πληροφορίες που τους έδινε δεν ήταν σημαντικές, αλλά περισσότερο κουτσομπολιά για τη σεξουαλική ζωή των Γάλλων πολιτικών και στρατηγών, και έτσι αποφάσισαν να την καταδώσουν στους Γάλλους ως γερμανικό πράκτορα.
Αμφιλεγόμενη δίκη και εκτέλεση
Στις 13 Φεβρουαρίου του 1917 η Μάτα Χάρι συνελήφθη στο δωμάτιό του ξενοδοχείου, όπου διέμενε στο Παρίσι και οδηγήθηκε σε δίκη στις 24 Ιουλίου του ίδιου έτους. Κατηγορήθηκε ότι δρούσε ως κατάσκοπος της Γερμανίας και ότι ήταν υπεύθυνη για τον θάνατο τουλάχιστον 50.000 Γάλλων στρατιωτών.
Παρόλο που οι αρχές δεν είχαν να προσκομίσουν συγκεκριμένα ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον της, η μοίρα της ήταν προδικασμένη. Ένα μυστικό μελάνι, που υποτίθεται πως βρέθηκε στο δωμάτιό της, στάθηκε ικανό στοιχείο να βασιστούν όλες οι κατηγορίες, αν και εκείνη υποστήριξε ότι ήταν εργαλείο του μακιγιάζ της. Αναφέρεται πως στη δίκη της είπε τη φράση: Πόρνη ναι, αλλά προδότης ποτέ!
Εκείνη φαίνεται πως παραδέχτηκε ότι είχε δεχθεί ένα μεγάλο χρηματικό ποσό από Γερμανό διπλωμάτη για να κατασκοπεύσει τη Γαλλία, αλλά υποστήριζε ότι τους έδινε μόνο ασήμαντες πληροφορίες, αφού δεν είχε ποτέ σκοπό να δράσει εις βάρος της χώρας που την ανέδειξε, της Γαλλίας. Οι κατηγορητές της, από την άλλη, χρησιμοποίησαν εναντίον της το γεγονός ότι παρουσιαζόταν με ψεύτικη ταυτότητα ως η Ινδή χορεύτρια Μάτα Χάρι, ενώ ήταν ολλανδικής καταγωγής, για να αποδείξουν έτσι το αμφίβολο και συνεπώς ανέντιμο του χαρακτήρα της.
Το καλοκαίρι του 1917 η Γαλλία είχε νέα κυβέρνηση υπό τον Georges Clemenceau, η οποία είχε δεσμευτεί να αλλάξει την ως τότε κακή πορεία της χώρας και να κερδίσει τον πόλεμο. Η Γαλλία είχε κλονιστεί πολύ άσχημα το προηγούμενο διάστημα, τόσο στρατιωτικά όσο και κοινωνικά, και η κατάστασή της ήταν κρίσιμη.
Κάπως έτσι, το γεγονός να υπάρχει ένας κατάσκοπος του εχθρού, στην προκειμένη η Μάτα Χάρι, στον οποίο μπορούσε να αποδοθεί όλη η ευθύνη για τα κακώς κείμενα του πολέμου ως τότε, ήταν ο τέλειος αποδιοπομπαίος τράγος.
Μια γυναίκα ελευθέρων ηθών, χωρισμένη, με κατεστραμένη οικογένεια, χορεύτρια, πολίτης μιας ανεξάρτητης πολεμικά χώρας, μια αμφιλεγόμενη femme fatale που χρησιμοποιούσε την σεξουαλικότητά της για να χειραγωγεί τους άντρες ήταν πράγματι πολύ βολικό να στοχοποιηθεί.
Η υπόθεσή της έλαβε τεράστια δημοσιότητα στον γαλλικό τύπο και η κοινή γνώμη δεν άργησε να της αποδώσει τη φήμη ενός ατόμου με καθοριστική δράση εναντίον των Γάλλων στον πόλεμο.
Οι προσπάθειές οι δικές της και των υπερασπιστών της να αποδείξουν την αθωότητά της έπεφταν στο νερό, ενώ η πιο τραγική και ιδιαίτερη στιγμή που βίωσε κατά τη δίκη της ήταν όταν ο αγαπημένος της Maslov αρνήθηκε να καταθέσει υπέρ της λέγοντάς της ότι δεν τον νοιάζει αν θα καταδικαστεί ή όχι.
Οι αναφορές ότι δεν είχε κανένα σημαντικό και χρήσιμο κατασκοπευτικό ρόλο στην πραγματικότητα κι ότι ήταν μια γυναίκα ευκολόπιστη που γινόταν θύμα εκμετάλλευσης λόγω της έλλειψης αναστολών, δεν μπόρεσαν να αλλάξουν την απόφαση του δικαστηρίου. Άλλωστε, είπαμε, η κοινή γνώμη είχε ήδη διαμορφωθεί εναντίον της.
Η Μάτα Χάρι ή αλλιώς Margaretha Zelle οδηγήθηκε μπροστά από το απόσπασμα και εκτελέστηκε στις 15 Οκτωβρίου του 1917, σε ηλικία 41 ετών.
_____________________________________
Το σώμα της δεν ζητήθηκε από κανένα μέλος της οικογένειάς της ή οποιονδήποτε άλλο και έτσι δόθηκε για ιατρικές μελέτες.
Η ιστορία της φλερτάρει μέχρι σήμερα μεταξύ μύθου και αλήθειας έχοντας δώσει στο όνομά της μια διαχρονική και ιδιαίτερη φήμη, άσχετα αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή όχι.
Πολλές φορές άλλωστε λέμε ότι η αλήθεια βρίσκεται πάντα κάπου στη μέση κι όταν σε μια υπόθεση εμπλέκονται πολιτικές σκοπιμότητες και μια μεθοδευμένη κοινή γνώμη, η πραγματικότητα αποτελεί ένα πολύ, πολύ θολό τοπίο…