Γνωστός στο ελληνικό μουσικό στερέωμα ως ένας από τους κορυφαίους συνθέτες και στιχουργούς του λαϊκού τραγουδιού, ο Άκης Πάνου υπέγραψε μερικά από τα πιο αγαπημένα και διαχρονικά τραγούδια της εποχής του και όχι μόνο.

Παράλληλα όμως με την αξιοσέβαστη καλλιτεχνική του φήμη ο Άκης Πάνου έμελλε να στιγματίσει την πλούσια ιστορία του και με ένα έγκλημα, την δολοφονία του αγαπητικού της κόρης του, Σωτήρη Γιαλαμά.

Διαβάστε περισσότερα για τη ζωή και το έργο του: Άκης Πάνου – Ο κορυφαίος λαϊκός μουσικός φιλόσοφος και το έγκλημα τιμής

_______________________________________

Όλα ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 1996, όταν η 19χρονη Ελευθερία Πάνου ξεκίνησε μια ερωτική σχέση με τον 28χρονο Σωτήρη Γιαλαμά. Εκείνος ήταν παντρεμένος και πατέρας ενός παιδιού, ενώ εργαζόταν ως χειριστής μηχανημάτων έργων και οδηγός φορτηγών.

Τόσο ο Άκης Πάνου, όσο και η γυναίκα του Άννα διαφωνούσαν εξαρχής με αυτή τη σχέση και έκαναν κάποιες προσπάθειες να πείσουν την κόρη τους να τη διακόψει. Το ζευγάρι όμως παρέμεινε μαζί και σχεδίαζαν να παντρευτούν, αφού ο Γιαλαμάς χώρισε με την γυναίκα του τον Φεβρουάριο του 1997.

Δευτέρα 19 Μαΐου του 1997, η Ελευθερία φεύγει το απόγευμα από το σπίτι της για να πάει στον τηλεοπτικό σταθμό ΕΓΝΑΤΙΑ TV της Ξάνθης, όπου εργαζόταν. Το βράδυ όμως δεν επέστρεψε στο σπίτι της και η μητέρα της έμαθε πως ούτε στην δουλειά της είχε εμφανιστεί. Αφού οι ώρες περνούσαν και μη μπορώντας να μάθει νέα της κόρης της, η Άννα έκανε δήλωση εξαφάνισης στην Ασφάλεια.

Ο Άκης Πάνου, ένας άνθρωπος που απέφευγε την διασημότητα και την έκθεση της ζωής του, βρέθηκε να την ψάχνει ανήσυχος βγαίνοντας μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες με τις πιτζάμες. Υποστήριζε πως το παιδί του πιθανόν είχε πέσει θύμα απαγωγής από κυκλώματα της νύχτας, αν και πιστεύεται πως μέσα του ήξερε που βρισκόταν η κόρη του.

Και πράγματι, μετά την τηλεοπτική προβολή της εξαφάνισης που αναστάτωσε την τοπική κοινωνία της Ξάνθης, η Ελευθερία εμφανίστηκε. Επικοινώνησε με το κανάλι και αποκάλυψε πως είχε φύγει με τον αγαπημένο της, Σωτήρη Γιαλαμά. Κερασάκι στην τούρτα ήταν όταν βγήκε στην τηλεόραση με γυρισμένη πλάτη και ο ίδιος ο Γιαλαμάς δηλώνοντας “ο πατέρας της πιστεύει ότι είμαι μπράβος και η μητέρα της δεν με θέλει, γιατί είμαι ακόμα σε διάσταση με την πρώην σύζυγο και υπάρχει ένα παιδί”.

Το γεγονός εξόργισε τον Άκη Πάνου, τόσο για την δημόσια διάσταση που πήρε το οικογενειακό τους ζήτημα και τις δηλώσεις του Γιαλαμά στην τηλεόραση., αλλά και για την ντροπιαστική για εκείνον πράξη της έφηβης κόρης του. Για τις αρχές και το σκεπτικό του όλο αυτό ήταν μια προσβολή στο πρόσωπό του και εξευτελισμός για την οικογένειά του.

Οι σχέσεις του με την κόρη του μετά από αυτό το περιστατικό ήταν αρκετά ταραγμένες. Αυτό στενοχωρούσε ακόμα περισσότερο τον Άκη Πάνου, που είχε τεράστια αδυναμία στην μοναχοκόρη του, το πρώτο του παιδί που ήθελε τόσο πολύ.

1η Αυγούστου 1997

Κανονίστηκε ένα οικογενειακό τραπέζι στο σπίτι του Άκη και της Άννας, όπου ήρθε και ο Σωτήρης Γιαλαμάς με σκοπό να συζητήσουν, να λύσουν την παρεξήγηση μεταξύ τους και να ζητήσει το χέρι της κόρης τους.

Σύμφωνα με τις αναφορές, η συνάντηση των δύο πλευρών δεν ήταν ακριβώς κανονισμένη. Η Ελευθερία ξύπνησε τον πατέρα της με φιλιά και γλύκες και του έφερε “έκπληξη” τον αγαπητικό της ελπίζοντας σε μια συζήτηση μεταξύ τους.

Ο Άκης Πάνου είχε ήδη ανεχτεί αρκετά τις προσβλητικές για εκείνον κινήσεις του ζευγαριού και η παρουσία του Γιαλαμά και στο σπίτι του ήταν ένα αποκορύφωμα. Ας δούμε πως εξελίχτηκαν τα πράγματα μέσα από την απολογία του Άκη Πάνου:

“Σκέφτηκα ότι παραβιάστηκε ο χώρος μου και κοίταξα να συγκρατήσω τα νεύρα μου. Του ετοίμαζα προσβλητική συμπεριφορά για να το καταλάβει και να φύγει μόνος του. Ούτε που τον χαιρέτησα.
Απευθύνθηκα στην Ελευθερία και της ζήτησα εξηγήσεις, της είπα ότι δεν έχει δικαίωμα να φεύγει με αυτό τον τρόπο από το σπίτι και να την ψάχνουν και να έχει δεσμό με έναν άνθρωπο της νύχτας.
Τότε ο Γιαλαμάς επενέβη και είπε ότι δεν είναι μπράβος και ότι έχει σκοπό να παντρευτεί την Ελευθερία μέχρι το Πάσχα, οπότε και θα έχει πάρει διαζύγιο. Ένιωθα ότι με κορόιδευε περισσότερο από την Ελευθερία. Τον προσβάλλω όσο μπορώ περισσότερο. Τότε αρχίζει να ανεβαίνει η ένταση της κουβέντας. Με ρώτησε γιατί τον χαρακτήρισα χαπάκια και ξυραφάκια. Του απάντησα ότι τις πληροφορίες τις πήρε η γυναίκα μου από την σύζυγό του. Την είχα επιβεβαιώσει αυτή την πληροφορία και από άλλες πηγές, από κύκλους της Ξάνθης.
“Εσύ μπορεί να είσαι όνομα, αλλά εγώ είμαι δώδεκα χρόνια στο πεζοδρόμιο”, μου είπε. Τότε είπα ότι μ’ αυτόν τον άνθρωπο η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Δεν είχα λογική εκείνη την ώρα. Λέω ότι πρέπει να εξαφανιστώ. Έχω βρεθεί απέναντι σε έναν άνθρωπο που μου έχει καταστρέψει το σπίτι.
Εκείνη την ώρα παίρνω το πιστόλι και του το δίνω λέγοντας “τελείωνέ με”. Ο Γιαλαμάς απάντησε “Όχι, ρίξε μου εσύ”. Τότε πέταξα το πιστόλι και βγήκα έξω από το σπίτι. Δεν είχα ηρεμήσει, ήμουν εκτός εαυτού. 
Άκουσα φωνές από μέσα και ξαναμπήκα στο σπίτι. Η Άννα μου είπε “αυτός δεν καταλαβαίνει, θέλει να πάρει την Ελευθερία και να φύγουν”. Τότε πήρα το πιστόλι. Δεν μπορώ να πω κατηγορηματικά από που πήρα το όπλο, από τα χέρια της Άννας ή από τον καναπέ, δεν θυμάμαι ακριβώς. Συγχρόνως πυροβόλησα στον τοίχο λέγοντας “φύγε από το σπίτι μου, αλήτη”. Πίστευα ότι τα λόγια δεν αρκούσαν, γι’ αυτό πυροβόλησα.
Ο Γιαλαμάς σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς την έξοδο. Πήγα κι εγώ από πίσω του με το πιστόλι στο χέρι. Σταμάτησα στο κεφαλόσκαλο. Πρέπει να τον έβριζα και να με έβριζε. Δεν είχα συναίσθηση των πραγμάτων. Βλέποντας να έρχεται καταπάνω μου ένας άνθρωπος μπρατσωμένος, πυροβόλησα και τον έχασα από τα μάτια μου. Δεν μπορώ να αναπλάσω την εικόνα.
Δεν θυμάμαι πόσες σφαίρες έριξα έξω. Πίστευα ότι πυροβολούσα στον αέρα για να σηκωθεί να φύγει. Η γυναίκα μου και η κόρη μου ήταν από πίσω. Όταν τον είδα να πέφτει, είπα στην Ελευθερία να πάρει το 100. 
Δεν είχα πρόθεση να τον σκοτώσω. Δεν είμαι τόσο κουτός, ώστε να αποφασίσω να κάνω έγκλημα μπροστά σε όλους, να κλείσω με τέτοιο τρόπο το πρώτο ιδιόκτητο σπίτι που απέκτησα…”

Μια από τις σφαίρες που ρίχτηκαν στον αέρα φαίνεται λοιπόν πως βρήκε τον 30χρονο Γιαλαμά στο πρόσωπο και δεν άργησε να τον οδηγήσει στον θάνατο. Ο Άκης Πάνου, παρόλο που υποστήριξε μέχρι τέλους ότι δεν είχε πρόθεση να τον σκοτώσει, ανέλαβε εξαρχής κάθε ευθύνη της πράξης του και δεν δημιούργησε πρόβλημα σε καμία φάση της σύλληψης και κράτησής του από τις αρχές.

Ήταν όμως πραγματικά καταβεβλημένος, αμίλητος. Είχε προβεί σε μια πράξη που στιγμάτισε πλέον ακόμα περισσότερο εκείνον και την οικογένειά του από τα γεγονότα που τον οδήγησαν σε αυτή. Η οικογένεια ήταν πλέον πρώτο θέμα στα μέσα ενημέρωσης, όλοι έπεσαν πάνω τους, μιλούσαν για πράγματα που ήξεραν και δεν ήξεραν. Ένα νέο σίριαλ ξεκίνησε στην ελληνική επικαιρότητα και μπορούμε ίσως να κάνουμε μια εικόνα του ορυμαγδού αληθινών και μη πληροφοριών και απόψεων που κυκλοφορούσαν.

Όλα τα πρωτοσέλιδα έγραφαν για τον μεγάλο συνθέτη που “σκότωσε τον αγαπητικό της κόρης του”. Αυτό το ντροπιαστικό χάος δημοσιότητας, μαζί με την ευθύνη της πράξης που το προκάλεσε ήταν ένα ασήκωτο βάρος για την προσωπικότητα και τον αξιακό, ηθικό κώδικα του Άκη Πάνου. Ο ίδιος ήταν ο πρώτος που καταδίκασε τον εαυτό του.

Διώχθηκε για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και επίσης παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Οδηγήθηκε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καβάλας τον Μάρτιο του 1998 και μια εβδομάδα αργότερα βγήκε η απόφασή του. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη χωρίς κανένα ελαφρυντικό, ούτε καν αυτό του πρότερου έντιμου βίου.

Η κόρη του βρισκόταν στο ακροατήριο και ήταν μάλιστα έγκυος τότε στον όγδοο μήνα με το παιδί του χαμένου Σωτήρη Γιαλαμά. Με τον άλλοτε λατρεμένο της πατέρα δεν κοιτάχτηκαν καν στα μάτια κι εκείνη είπε χαρακτηριστικά: “Είδα δύο ανθρώπους που λάτρευα να σκοτώνουν ο ένας τον άλλο”.

Το γεγονός ότι δεν μέτρησε ο πρότερος βίος, αλλά ούτε και η σημαντική καλλιτεχνική του φήμη και κληρονομιά προκάλεσε απορία και εντύπωση σε μέρος του καλλιτεχνικού κύκλου, αλλά και σε μια μερίδα της κοινής γνώμης. Ο ίδιος ο Άκης Πάνου αποδέχτηκε πλήρως την ποινή του, σκληρή ή μη.

“Πριν από δαύτους, εγώ τον Άκη Πάνου, τον έχω καταδικάσει ισόβια. Τίναξα τη ζωή μου στον αέρα, τζάμπα και βερεσέ. Δεν μετανόησα διότι δεν εννόησα, δεν εννόησα να τον σκοτώσω.”

Κλείστηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, όμως σύντομα διαγνώστηκε με καρκίνο στο πάγκρεας και μετά από μια επέμβαση το 1999, αποφυλακίστηκε με περιοριστικούς όρους λόγω της κλονισμένης υγείας του. Τελικά έφυγε από τη ζωή στις 7 Απριλίου του 2000 σε ηλικία 67 ετών.

_____________________________________

Μέχρι σήμερα μπορούμε όλοι να δούμε πως η κοινή γνώμη εν τέλει δεν καταδίκασε τον Άκη Πάνου. Το αποτρόπαιο έγκλημά του, εσκεμμένο ή από αμέλεια, είναι πάντα ένα μελανό σημείο της ιστορίας του, όμως τελικά δεν κατάφερε να καπελώσει την δυναμική του καλλιτεχνική παρουσία και προσφορά.

Στοιχεία και αποσπάσματα της απολογίας από το βιβλίο “Τα εγκλήματα που συγκλόνισαν στην Ελλάδα”, Πάνος Σόμπολος.

Κοινοποιήστε
Άννα-Μαρία Κέκια
Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με έφεση στην έκφραση μέσω του γραπτού λόγου. Στον τομέα της αρθρογραφίας έχω ασχοληθεί τόσο με γενική ειδησεογραφία, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, όσο και με φωτορεπορτάζ, στήλες πολιτισμού, κριτικές δίσκων, αφιερώματα και συνεντεύξεις. Λάτρης της ανεξάρτητης και ερευνητικής δημοσιογραφίας με έμφαση στην ιστορία, την ψυχολογία, την εγκληματολογία και την κοινωνιολογία. Παράλληλη και αγαπημένη απασχόληση η τέχνη της φωτογραφίας.