Τα αστυνομικά ρεπορτάζ τις ημέρες των γιορτών συνήθως περιλαμβάνουν μικροκλοπές, διαρρήξεις και μπόλικα αλκοτέστ, όμως έχουν υπάρξει ορισμένες φορές που οι γλυκές χριστουγεννιάτικες ημέρες στιγματίστηκαν και από άγρια εγκλήματα.

Πολύ γνωστά μεταξύ αυτών ήταν η δολοφονία του Αθανασόπουλου από την πεθερά του μετά την Πρωτοχρονιά του 1931, καθώς και η σοκαριστική υπόθεση Δουρή, που κακοποίησε και σκότωσε το παιδί του την Πρωτοχρονιά του 1993.

Άλλη μια “γιορτινή” εγκληματική υπόθεση ήταν και αυτή της “δηλητηριάστριας της Αμφιλοχίας”, που προκάλεσε το τριπλό φονικό ενός πατέρα και δύο παιδιών έχοντας ως στόχο της την αρραβωνιαστικιά του παράνομου εραστή της…

_________________________________________

Φονικοί κουραμπιέδες

Ήταν παραμονή Χριστουγέννων του 1965. Στην κωμόπολη της Αμφιλοχίας είχε συγκεντρωθεί στο σπίτι της 29χρονης Βασιλικής η οικογένειά της για να περάσουν μαζί τις γιορτινές ημέρες.

Κάποια στιγμή χτύπησε η πόρτα τους και αφέθηκε στο κατώφλι της ένα κουτί με κουραμπιέδες. Θεώρησαν ότι ήταν δώρο από τον 26χρονο Βασίλη, αρραβωνιαστικό της Βασιλικής, για τα χρόνια πολλά. Ο 70χρονος πατέρας της ήταν εκείνος που παρέλαβε το δέμα και δοκίμασε αμέσως το λαχταριστό κατά τ’ άλλα χριστουγεννιάτικο γλυκό.

Δυστυχώς για εκείνον αυτή η κίνησή του θα ήταν μοιραία. Αφού έφαγε το γλυκό, σύντομα άρχισε να υποφέρει από φρικτούς πόνους και μέχρι το επόμενο πρωί, 25 Δεκεμβρίου, τελικά έφυγε από την ζωή. Όλοι θεώρησαν πως τον νίκησαν τα καρδιακά προβλήματα που είχε και κανένας δεν υποπτεύθηκε πως οι κουραμπιέδες είχαν κάποια σχέση με τον ξαφνικό θάνατό του.

Η κηδεία του έγινε το απόγευμα της ίδια ημέρας, ανήμερα των Χριστουγέννων, και παρευρέθηκε σε αυτή και ο αρραβωνιαστικός της κόρης του.

Η γιορτινή ατμόσφαιρα για την οικογένεια είχε ήδη χαθεί με τον απρόσμενο θάνατο του πατέρα, όμως τα πράγματα έμελλε να γίνουν ακόμα πιο τραγικά.

Την επόμενη ημέρα, τα δύο κοριτσάκια της οικογένειας, η Καλλιόπη και η Βασιλική, δοκίμασαν και εκείνες ανυποψίαστες από τους κουραμπιέδες που είχαν έρθει ως δώρο. Λίγη ώρα αργότερα άρχισαν και οι δύο να σφαδάζουν στον πόνο και να κλαίνε ασταμάτητα. Ο πατέρας τους τις μετέφερε στο νοσοκομείο του Αγρινίου, όμως τελικά τα κοριτσάκια δεν κατάφεραν να σωθούν, ξεψύχησαν και τα δύο μέσα σε λίγες ώρες.

Μια τριπλή οικογενειακή τραγωδία, ένα πλέον ξεκάθαρο τριπλό φονικό. Πρωταγωνιστής του οι κουραμπιέδες, που είχαν ποτιστεί επίτηδες με παραθείο και στάλθηκαν στην οικογένεια με στόχο την 29χρονη Βασιλική.

Ο 26χρονος αρραβωνιαστικός της, ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα, διατηρούσε καιρό παράλληλη ερωτική σχέση με την 54χρονη Ειρήνη (παντρεμένη κατά τ’ άλλα κι εκείνη). Όπως δήλωσε και η Βασιλική, το τελευταίο διάστημα η συμπεριφορά του είχε αλλάξει απέναντί της, ενώ προσπαθούσε και να της αποσπάσει χρηματικά ποσά από την προίκα της.

Όπως αποκαλύφθηκε σύντομα, η 54χρονη Ειρήνη, ήθελε να βγάλει οριστικά από τη μέση την αρραβωνιαστικιά του ηλεκτρολόγου, την Βασιλική, ώστε να τον έχει πλέον μόνο δικό της. Εκείνος από τη μεριά του γνώριζε και συμφωνούσε με το σχέδιό της και το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να καταφέρει να βάλει χέρι στις 40.000 δραχμές που η κοπέλα είχε πάρει ως προίκα.

Στο σπίτι της 54χρονης, σε μια τρύπα στον τοίχο, η αστυνομία βρήκε αργότερα περίπου σαράντα γραμμάρια παραθείου, που όπως φαίνεται είχε περισσέψει από την θανατηφόρα συνταγή των κουραμπιέδων.

Τα λεφτά και μια ερωτική αντιζηλία λοιπόν ήταν αυτά που κατέστρεψαν μια οικογένεια μέσα σε δύο μέρες σκοτώνοντας άδοξα τον πατέρα και τα δύο μικρά κοριτσάκια. Το τριπλό φονικό με τους δηλητηριασμένους κουραμπιέδες συγκλόνισε την τοπική κοινωνία της Αμφιλοχίας, αλλά και όλη την χώρα στιγματίζοντας εκείνα τα Χριστούγεννα του 1965.

Δίκη και μια αμφιλεγόμενη απόφαση

Ο προικοθήρας αρραβωνιαστικός και η “δηλητηριάστρια της Αμφιλοχίας”, όπως έμεινε γνωστή από τα μέσα η 54χρονη, οδηγήθηκαν σε δίκη τον Μάρτιο του 1965 στο Κακουργιοδικείο της Πάτρας.

Ενώ αρχικά εκείνη είχε παραδεχτεί την ενοχή της, στην απολογία της άλλαξε τροπάριο υποστηρίζοντας λίγο-πολύ πως ο Βασίλης ήταν εκείνος που σκέφτηκε και υλοποίησε το σχέδιο της δηλητηρίασης και πως γενικά την εκβίαζε ζητώντας της συχνά λεφτά, ώστε να μην μιλήσει στον σύζυγό της για την σχέση τους. Προσπάθησε επίσης να πείσει πως είχε βασανιστεί από τους χωροφύλακες για να ομολογήσει αρχικά πως ήταν ένοχη.

Και ο ηλεκτρολόγος όμως από την μεριά του κράτησε μια παρόμοια στάση δηλώνοντας αθώος και υποστηρίζοντας πως όλη τη δουλειά την είχε κάνει η 54χρονη, η οποία από την αρχή της γνωριμίας τους τον πολιορκούσε συνεχώς και δεν τον άφηνε σε ησυχία. Δήλωσε μάλιστα πως τα είχε φτιάξει μαζί της μόνο από λύπηση και προσπαθούσε να την αποφύγει, καθώς και ότι δεν γνώριζε καθόλου το σχέδιό της να εξοντώσει την αρραβωνιαστικιά του.

Ο εισαγγελέας της έδρας, Περικλής Παναγιωτόπουλος, απευθυνόμενος προς τους ενόρκους είχε δηλώσει χαρακτηριστικά:

“Κύριοι ένορκοι, μη φανείτε επιεικείς προς τους λύκους. Φεισθήτε τους αμνούς. Είναι εγκληματίαι απαίσιοι. Ο ένας διέπραξε το έγκλημα εκ συμφέροντος και η άλλη εκ πάθους ερωτικού. Ουδέν ελαφρυντικόν.”

Δέκα μέρες αργότερα, το δικαστήριο αποφάσισε. Η 54χρονη Ειρήνη κρίθηκε ένοχη για το φονικό και καταδικάστηκε σε 20ετη φυλάκιση, 10ετη στέρηση των πολιτικών της δικαιωμάτων και χρηματικές αποζημιώσεις στα θύματα: 75.000 δρχ. στον πατέρα των δύο άτυχων παιδιών, 30.000 δρχ. στην Βασιλική και από 15.000 δρχ. σε άλλες δύο γυναίκες που είχαν δοκιμάσει τους φονικούς κουραμπιέδες παθαίνοντας ευτυχώς μόνο μια παροδική δηλητηρίαση.

Της δόθηκε το ελαφρυντικό της σύγχυσης που είχε ως έναν βαθμό λόγω του ερωτικού της πάθους, καθώς και της γενικότερης καλής της συμπεριφοράς πέραν του εγκλήματος.

Αντιθέτως, ο 26χρονος ηλεκτρολόγος απαλλάχτηκε πλήρως από κάθε κατηγορία και θεωρήθηκε αθώος, δεν κατηγορήθηκε ούτε καν ως συνεργός. Ο εισαγγελέας αντέδρασε έντονα στην συγκεκριμένη απόφαση ζητώντας να διεξαχθεί νέα δίκη σε άλλο κακουργιοδικείο. Η πρότασή του για κάποιο λόγο απορρίφθηκε και η τραγική αυτή υπόθεση έκλεισε κάπου εκεί.

Η πλειοψηφία της κοινής γνώμης έχοντας συγκλονιστεί από το όλο γεγονός δεν ικανοποιήθηκε από την αμφιλεγόμενη απόφαση του δικαστηρίου. Λεγόταν μάλιστα πως η δηλητηριάστρια και μετά την καταδίκη της δήλωνε πως αγαπούσε ακόμα τον μοιραίο εραστή της, παρόλο που την “άδειασε” στην τελευταία τους πράξη…

Κοινοποιήστε
Άννα-Μαρία Κέκια
Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με έφεση στην έκφραση μέσω του γραπτού λόγου. Στον τομέα της αρθρογραφίας έχω ασχοληθεί τόσο με γενική ειδησεογραφία, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, όσο και με φωτορεπορτάζ, στήλες πολιτισμού, κριτικές δίσκων, αφιερώματα και συνεντεύξεις. Λάτρης της ανεξάρτητης και ερευνητικής δημοσιογραφίας με έμφαση στην ιστορία, την ψυχολογία, την εγκληματολογία και την κοινωνιολογία. Παράλληλη και αγαπημένη απασχόληση η τέχνη της φωτογραφίας.