Μια από τις αξιομνημόνευτες Αμερικανίδες συγγραφείς και υπέρμαχος της κατάργησης της δουλείας, που άσκησε ιδιαίτερη επιρροή με τα γραπτά και τις δημόσιες θέσεις της απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα της εποχής της.
Το δημοφιλές και κορυφαίο σε πωλήσεις έργο της “Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά” του 1852 είχε τόσο ισχυρό κοινωνικό αντίκτυπο, που θεωρείται ότι υποδαύλισε το ξέσπασμα του Αμερικανικού Εμφυλίου πολέμου λίγα χρόνια αργότερα.
____________________________________
Η Harriet Elisabeth Beecher γεννήθηκε στην πόλη Litchfield του Connecticut των ΗΠΑ στις 14 Ιουνίου του 1811. Ήταν το έκτο από τα έντεκα παιδιά της βαθιά θρησκευόμενης οικογένειάς της, με πατέρα τον ιεροκήρυκα Lyman Beecher και μητέρα την Roxana Foote. Η μητέρα της πέθανε όταν η μικρή Harriet ήταν μόλις πέντε ετών και ο πατέρας της παντρεύτηκε αργότερα άλλες δύο φορές.
Η οικογένεια Beecher ήταν αγγλικής καταγωγής και υπήρξε μια από τις οικογένειες που ξεχώρισαν στην Αμερική του 19ου αιώνα και άσκησαν επιρροή με τις πολιτικοκοινωνικές τους θέσεις σχετικά με θέματα θρησκείας, δικαιωμάτων και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Αρκετά και σημαντικά μέλη της, πρόγονοι της Harriet, ήταν κληρικοί, εκπαιδευτικοί, συγγραφείς και καλλιτέχνες και αντίστοιχες πορείες ακολούθησε εκείνη και τα αδέρφια της, καθώς και απόγονοί τους.
Πριν την ενηλικίωσή της η Harriet εγγράφηκε στο Hartford Female Seminary, που διηύθυνε από το 1823 η μεγαλύτερη αδερφή της Catharine Beecher και ήταν ένα από τα πρώτα μεγάλα εκπαιδευτικά ιδρύματα για γυναίκες στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Εκεί πήρε μια καλή βασική ακαδημαϊκή εκπαίδευση και στα 21 της χρόνια μετακόμισε στο Ohio για να ζήσει με τον πατέρα της, ο οποίος είχε γίνει πρόεδρος του Lane Theological Seminary. Έγινε επίσης μέλος του λογοτεχνικού και κοινωνικά ευαισθητοποιημένου συλλόγου Semi-Colon Club.
Ζώντας σε μια πόλη δίπλα στον ποταμό του Ohio, που είχε σημειώσει ραγδαία ανάπτυξη εκείνη την εποχή στη ναυτιλία και το εμπόριο, η Harriet έγινε σύντομα αυτόπτης μάρτυρας της εκμετάλλευσης των σκλάβων, θέμα που έμελλε να την απασχολήσει σε όλη την μετέπειτα πορεία της.
Πλήθος μεταναστών και φυγάδων σκλάβων από διάφορα μέρη της χώρας είχαν καταφθάσει στην πόλη για να εργαστούν στις εμπορικές και ναυτιλιακές επιχειρήσεις, τα κανάλια και τους σιδηρόδρομους. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πολυφυλετικών εργαζομένων άρχισε να αυξάνεται και το 1829, η εθνότητα των Ιρλανδών προέβη σε επιθέσεις εναντίων των μαύρων προσπαθώντας να τους απομακρύνει από τις δουλειές.
Εκείνη την περίοδο η Harriet συνομίλησε με αρκετούς Αφροαμερικανούς, που υπέφεραν από αυτές τις επιθέσεις και οι εμπειρίες τους την ενέπνευσαν να ασχοληθεί συγγραφικά με το ζήτημα της δουλείας. Ανάλογες ταραχές έλαβαν χώρα και το 1836 και 1841.
Ένα ακόμα γεγονός που προκάλεσε την ενασχόλησή της Harriet με το θέμα ήταν μια σειρά συζητήσεων, ένα debate, που πραγματοποιήθηκε στο Lane (όπου ήταν πρόεδρος ο πατέρας της) τον Φεβρουάριο του 1834. Οι συζητήσεις αφορούσαν το θέμα της δουλείας και συμμετείχαν σε αυτές τόσο υπερασπιστές του αποικισμού και της δουλείας, όσο και ένθερμοι υποστηρικτές της κατάργησής της, όπως ο Theodore Weld, οι οποίοι τελικά υπερίσχυσαν.
Η Harriet παρακολούθησε με ενδιαφέρον τις περισσότερες από τις συζητήσεις, ώσπου ο πατέρας της και άλλοι υπεύθυνοι αποφάσισαν να τις διακόψουν, ώστε να αποτρέψουν πιθανά επεισόδια αντίδρασης από τους λευκούς διαφωνούντες.
Αυτό είχε ως συνέπεια ένα μεγάλο μέρος των μαθητών να αποχωρήσουν από τη σχολή του Lane δημιουργώντας ένα νέο Ινστιτούτο, όπου θα ήταν δεκτά άτομα κάθε φυλής και θα μπορούσαν να συζητούν για οποιοδήποτε θέμα.
Στον λογοτεχνικό κύκλο του Lane η Harriet γνώρισε τον Αιδεσιμότατο Calvin Ellis Stowe, που ήταν τότε χήρος και καθηγητής Βιβλικής Λογοτεχνίας στη σχολή. Οι δυό τους παντρεύτηκαν στις 6 Ιανουαρίου του 1836 και απέκτησαν μαζί επτά παιδιά.
Ισχυρότερος παράγοντας της έλξης μεταξύ τους υπήρξε σίγουρα η κριτική τους στάση απέναντι στο καθεστώς της δουλείας. Υποστήριξαν αγώνες των σκλάβων στην περιοχή, ενώ ανά διαστήματα έδωσαν προσωρινά στέγη σε φυγάδες σκλάβους στο σπίτι τους.
“Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά” και ο Αμερικανικός Εμφύλιος
Το 1850, το Αμερικανικό Κογκρέσο ψήφισε έναν νόμο, ο οποίος απαγόρευε την προσφορά βοήθειας σε δραπέτες σκλάβους τιμωρώντας με σοβαρές κυρώσεις ακόμη και σε ελεύθερες πολιτείες. Τότε η Harriet είχε ήδη μετακομίσει με τον σύζυγό της στην πόλη Brunswick και το σπίτι όπου έμεναν αποτελεί μέχρι σήμερα προστατευόμενη εθνική ιστορική τοποθεσία.
Εκείνη τη χρονιά η σχεδόν 40χρονη τότε Harriet εμπνεύστηκε τη συγγραφή του πρώτου και δημοφιλέστερου μυθιστορήματός της, “Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά” (“Uncle Tom’s Cabin”).
Μέρος της έμπνευσής της θεωρείται πως ήταν και ο θάνατος του 18χρονου γιου της. “Έχοντας βιώσει την απώλεια ενός τόσο κοντινού μου ανθρώπου, μπορώ να συμμερίζομαι όλους τους φτωχούς, ανίσχυρους σκλάβους στις άδικες δημοπρασίες”.
Αφού επικοινώνησε με τον εκδότη του εβδομαδιαίου περιοδικού The National Era (που τάσσονταν κατά της δουλείας), άρχισε από τον Ιούνιο του 1851 να δημοσιεύει την ιστορία της σε μέρη κάθε εβδομάδα ως τον Απρίλιο του 1852.
Ολόκληρο το έργο σε μορφή βιβλίου δημοσιεύτηκε στις 20 Μαρτίου του 1852 από τον John P. Jewett και σε λιγότερο από ένα χρόνο πούλησε τον πρωτοφανή αριθμό των 300.000 αντίτυπων. Σύντομα έγινε το δημοφιλέστερο σε πωλήσεις βιβλίο του 19ου αιώνα μετά τη Βίβλο!
Το βιβλίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία και εκτός Αμερικής, όπως στη Βρετανία, παρόλο που η Harriet δεν αποκόμισε άμεσα έσοδα από εκεί, καθώς τότε δεν υπήρχαν διεθνείς συμφωνίες σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα.
Στην “Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά” παρουσιάζεται η ιστορία του θείου Tom, ενός νέγρου, οικογενειάρχη, χριστιανού σκλάβου, που πωλείται σε λευκούς και βιώνει την άδικη και ανήθικη μεταχείριση και υποτίμηση της σκλαβιάς και εκμετάλλευσης των πλουσίων.
Παρόλο που η ιστορία δεν επιφυλάσσει κάποιο θριαμβευτικό τέλος για τον ταλαιπωρημένο πρωταγωνιστή, αφήνει τον αναγνώστη με μια συμπάθεια για τον καλοσυνάτο νέγρο και θέτει στο προσκήνιο ρεαλιστικά την απάνθρωπη ζωή των δούλων του αμερικανικού Νότου.
Αυτός ήταν άλλωστε και ο στόχος της Harriet, να δώσει στους Βόρειους μια εικόνα της φρίκης που επικρατούσε στο Νότο και να ευαισθητοποιήσει τους ανθρώπους απέναντι στους σκλαβωμένους εργάτες. Και πράγματι το βιβλίο της έγινε επίκεντρο συζητήσεων σε εθνικό επίπεδο και πυροδότησε τα αντιπολιτευτικά κινήματα υπέρ της κατάργησης της δουλείας.
Δεν έλειψαν οι προσπάθειες από κάποιες πλευρές να κατηγορηθεί για συκοφαντίες και αλαζονεία, ενώ οι Νότιοι “απάντησαν” στο βιβλίο της με διάφορα μυθιστορήματα, τα λεγόμενα “anti-Tom”, τα οποία επιδίωξαν να παρουσιάσουν την κοινωνία της δουλείας σε πιο θετικά πλαίσια. Αρκετά από αυτά τα βιβλία έγιναν best sellers, όμως κανένα δεν άγγιξε το ρεκόρ δημοτικότητας του βιβλίου της Harriet Stowe.
Δεν είναι τυχαίο που το βιβλίο “Η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά” θεωρήθηκε ότι πυροδότησε στο έθνος το ήδη φλέγον ζήτημα της απελευθέρωσης των Αφροαμερικανών σκλάβων και πιστεύεται ότι έστρωσε το έδαφος για τον ερχομό του καταστροφικού Αμερικανικού Εμφυλίου, που ξέσπασε το 1861.
Υπεράσπιση των παντρεμένων γυναικών και τα τελευταία χρόνια
Μετά το πέρας του Εμφυλίου Πολέμου (1861-1865) η Harriet άρχισε να τοποθετείται δημόσια και για τα δικαιώματα των γυναικών και το 1868 έγινε ένας από τους πρώτους εκδότες του γυναικείου περιοδικού Hearth and Home.
Συγκεκριμένα προάσπιζε τα δικαιώματα των παντρεμένων γυναικών συγκρίνοντας τη θέση τους με αυτή των νέγρων σκλάβων.
“Δεν μπορεί να κάνει συμβόλαιο και να κρατήσει καμία περιουσία, οτιδήποτε κληρονομεί ή κερδίζει μόνη της γίνεται εκείνη τη στιγμή (του γάμου) ιδιοκτησία του άντρα της, εκείνος γίνεται ο απόλυτος αφέντης αυτών και εκείνη δεν δικαιούται δεκάρα. Για τον βρετανικό νόμο η παντρεμένη γυναίκα είναι ένα τίποτα. Νομικά εξαφανίζεται ως ύπαρξη.”
Κατά τη δεκαετία του 1870, ο αδερφός της Henry Ward Beecher κατηγορήθηκε για μοιχεία και το γεγονός πήρε διαστάσεις εθνικού σκανδάλου. Για να αποφύγει τις δημόσιες διαμάχες επί του θέματος, καθώς υποστήριζε ότι ο αδερφός της ήταν αθώος, η Harriet κατέφυγε στην Φλόριντα χωρίς την οικογένειά της και φρόντιζε να ενημερώνεται συνεχώς για την υπόθεση από τις εφημερίδες.
Όταν αργότερα επέστρεψε ξανά στο Connecticut, έγινε μια από τους ιδρυτές της Σχολής Τέχνης του Hartford, που αργότερα εντάχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Hartford.
Το 1886 έφυγε από τη ζωή ο σύζυγός της, Calvin Stowe, και έκτοτε η υγεία της ηλικιωμένης πλέον Harriet άρχισε να κλονίζεται όλο και περισσότερο. Αναφέρεται ότι λόγω της άνοιας, από την οποία έπασχε, είχε αρχίσει να γράφει την “Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά” από την αρχή.
Φανταζόταν ότι ασχολείται με τη σύνθεση της ιστορίας και περνούσε αρκετές ώρες της μέρας εξαντλώντας τον εαυτό της και γράφοντας ξανά και ξανά αποσπάσματα του βιβλίου της σχεδόν λέξη προς λέξη! Αυτό συνέβαινε ανακαλώντας ασυναίσθητα τη μνήμη της, ενώ εκείνη, μέσα στην πάθησή της, νόμιζε ότι έγραφε όντως κανονικά μια νέα ιστορία. Νεότεροι ερευνητές θεωρούν ότι πιθανόν η Harriet έπασχε από τη νόσο του Alzheimer.
Η Harriet Beecher Stowe πέθανε την 1η Ιουλίου του 1896 στο Hartford του Connecticut λίγες ημέρες αφού είχε κλείσει τα 85 της χρόνια.
___________________________________________
Στο ενεργητικό της ως συγγραφέας μετράει τουλάχιστον 30 βιβλία, μεταξύ των οποίων μυθιστορήματα και συλλογές άρθρων και επιστολών, όμως σίγουρα η πιο διαχρονική και ιστορικά αξιομνημόνευτη επιτυχία της ήταν η “Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά”.
Μια εξαιρετικά δοσμένη ιστορία, που όχι μόνο κέρδισε την αγάπη του λογοτεχνικού κόσμου, άλλα έβαλε και το λιθαράκι της στην καταπολέμηση των φρικτών κοινωνικών ζητημάτων του αμερικανικού Νότου του 19ου αιώνα.