Ο Δημήτρης Γαλάνης γεννήθηκε στις 17 Μαΐου 1879 στην Αθήνα όπου και έζησε όλα τα παιδικά του χρόνια. Από πολύ μικρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τις τέχνες, με ιδιαίτερη προτίμηση στην μουσική, αλλά αγαπούσε εξίσου τα μαθηματικά και το σχέδιο.
Στις 22 Μαΐου 1882, ο πατέρας του λόγω της καταγωγής του από την Κύμη, τον δήλωσε στα μητρώα του Δήμου Κύμης.
Σε ηλικία 15 ετών άρχισε να ασχολείται με τη γελοιογραφία και έκανες τις πρώτες δημοσιεύσεις έργων του στην Ακρόπολη, στη Διάπλαση των Παίδων, στο Σκριπ, στα Παναθήναια, στο Αστυ και σε πολλά ακόμα έντυπα της εποχής. Μάλιστα, έναν χρόνο μετά, η Ακρόπολη άρχισε να του δίνει μισθό για τις γελοιογραφίες του.
Τελειώνοντας το γυμνάσιο το 1897, παρακολούθησε μαθήματα σχεδίου, ζωγραφικής και μουσικής στο Πρακτικό Λύκειο με σκοπό την προετοιμασία του για το Πολυτεχνείο της Αθήνας και να γίνει πολιτικός μηχανικός, όπως τον είχε προτρέψει η οικογένειά του.
Με την εισαγωγή του Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ωστόσο, ένιωσε πως δεν ήταν πραγματικά αυτό το δικό του κάλεσμα και τον επόμενο χρόνο, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη σχολή για να εγκατασταθεί στο Παρίσι όπου και παρέμεινε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, επιστρέφοντας κατά καιρούς στην Ελλάδα.
Η αρχή μιας μεγαλοπρεπούς καριέρας στην τέχνη
Ο λόγος για μια τόσο θαρραλέα απόφαση ήταν η υποτροφία που έλαβε για την Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, για σκίτσο που σχεδίασε με θέμα Ο Κατακλυσμός του Νώε και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Le Journal. Η υποτροφία του τον έφερε σε μια νέα καλλιτεχνική και δημιουργική πραγματικότητα και με τη συμμετοχή του σε διάφορα εργαστήρια ζωγραφικής, ξυλογραφίας, χαλκογραφίας και χαρακτικής, ανέδειξε το ταλέντο του.
Τα χρόνια που ακολούθησαν μεγαλούργησε ως καλλιτέχνης και κατέλαβε τόσο σημαντική θέση στη γαλλική τέχνη.
Το 1904 παρουσίασε τα έργα του σε 4 διαφορετικές ομαδικές εκθέσεις και άρχισε να αποκτά δημοτικότητα στη γαλλική πρωτεύουσα. Αυτή την περίοδο γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά με τον ποιητή Jean Moréas (Ιωάννη Α. Παπαδιαμαντόπουλο).
Οι καλλιτεχνικές διασυνδέσεις
Από το ξεκίνημα των σπουδών του στη Σχολή Καλών Τεχνών μέχρι και το 1912 συνεργάστηκε με τα γνωστά σατυρικά περιοδικά Frou-Frou, Gil Blas, Le Cri de Paris, Le Rire, Le Sourire, Le Canard Sauvage και L`Assiette au Beurre οπού δημοσίευσε διάφορες γελοιογραφίες και σχέδια.
Κατά την διετία 1907–1909, έζησε και εργάστηκε στην Γερμανία ως γελοιογράφος για τα γερμανικά περιοδικά Simplicissimus και Lustige Blätter και παράλληλα φιλοτέχνησε αρκετές διαφημιστικές αφίσες.
Κατά την παραμονή του στην Γερμανία, εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον του για τη χαρακτική.
Το 1909 επιστρέφει στην Γαλλία, εγκαθίσταται στην Montmartre, διατηρεί atelier στο σπίτι του και γνωρίζει τους μεγάλους ζωγράφους της εποχής Pablo Picasso, Juan Gris, Aristide Maillol, Henri Matisse, Georges Braque και Andre Derain.
Με τον Matisse απέκτησαν στενή φιλία, καθώς τους ένωνε η αγάπη για τη μουσική και συχνά περνούσαν χρόνο μαζί παίζοντας, εκείνος όργανο και ο Matisse βιολί.
Μάλιστα ο Matisse φιλοτέχνησε δύο προσωπογραφίες του Γαλάνη, εκ των οποίων η μια έχει τίτλο D. Galanis, paysan 1914, είναι το αντίτυπο που χάρισε ο ίδιος στον Γαλάνη και βρίσκεται σήμερα στη μόνιμη συλλογή της Alpha Bank.
Στη Montmartre έμεινε περισσότερα από 50 χρόνια και στο atelier του παρέδιδε μαθήματα χαρακτικής.
Το 1912 συμμετείχε με έργα του στην έκθεση της ομάδας La Section d’or όπου ανακάλυψε τον κυβισμό και αναθεώρησε αρκετά τις προσεγγίσεις του, ενώ 2 χρόνια μετά συμμετείχε με τρεις τοπιογραφίες στην ετήσια έκθεση Salon des Indépendants.
Το ίδιο διάστημα γνώρισε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι για τη Συνθήκη των Σεβρών. Ο Γαλάνης αφού τον οδήγησε σε εκθέσεις καλλιτεχνών, τους παρείχε σημαντικές πληροφόρησε για τους Έλληνες καλλιτέχνες που ζούσαν εκείνο το διάστημα στη Γαλλία.
Τον καιρό του Α’ Παγκοσμίου πολέμου
Όταν ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος ήταν ήδη παντρεμένος με την Γαλλίδα Stéphanie-Julie Bouvier με την οποία είχαν αποκτήσει ένα παιδί, τον Jean-Sébastien. Παρόλα αυτά, αποφάσισε να καταταχθεί στην Λεγεώνα των Ξένων και έλαβε μέρος στην μάχη της Marne.
Οι υπηρεσίες του στην Λεγεώνα του έδωσαν και το δικαίωμα της απόκτησης γαλλικής υπηκοότητας.
Εκτός από την συμμετοχή του στην Λεγεώνα, πολέμησε στη Μακεδονία και την Ήπειρο από το 1916 έως το 1918, όταν και ορίστηκε διερμηνέας του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος στην Ελλάδα.
Το ίδιο διάστημα ξεκίνησε να ασχολείται με την εικονογράφηση βιβλίων, μια δραστηριότητα που κάλυψε ένα μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής του δημιουργίας επί σειρά ετών.
Επέστρεψε στο Παρίσι με την λήξη του πολέμου και στράφηκε αποκλειστικά στην χαρακτική, κυρίως με την ξυλογραφία και την οξυγραφία.
Η ανοδική του πορεία
Από το 1920 έως το 1926 έλαβε μέρος σε μεγάλα παρισινά σαλόνια και συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις μαζί με πολλούς σπουδαίους καλλιτέχνες της εποχής.
Η πλούσια εκθεσιακή δραστηριότητά του τον οδήγησε στο μεσοδιάστημα αυτής της περιόδου, το 1922, στην παρουσίαση της πρώτης του ατομικής έκθεσης στην γκαλερί La Licorne του Παρισιού, μια έκθεση την οποία προλόγισε ο θερμός θαυμαστής του Andre Malraux.
Από την ατομική του έκθεση μέχρι και το 1939 υπήρξε απίστευτα γόνιμος καλλιτεχνικά και είναι μια εποχή που αρχίζει να αναγνωρίζεται στη χαρακτική. Έχοντας καθιερωθεί ως χαράκτης, εξέθεσε έργα του σε κάποια από τα μεγαλύτερα Ευρωπαϊκά και Αμερικανικά κέντρα καθώς επίσης στην Αίγυπτο, ενώ έκανε μια στάση και στην Αθήνα το 1928.
Ένα χρόνο μετά την έκθεση της Αθήνας, ο Γαλάνης δέχτηκε πρόσκληση από τον Ζαχαρία Παπαντωνίου για να αναλάβει την Έδρα της Χαρακτικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Ελλάδος, εκείνος όμως απέρριψε την πρόταση για προσωπικούς λόγους και η έδρα δόθηκε τελικά στον Γιάννη Κεφαλληνό.
Ουσιαστικά, εκείνο ήταν ένα καθοριστικό διάστημα για την πορεία του αφού από το 1930 σταμάτησε να ασχολείται με τη ζωγραφική και αφιερώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στη χαρακτική την οποία και δίδασκε για αρκετά χρόνια στο εργαστήριό του. Από αυτό πέρασαν επίσης πολλοί νέοι Έλληνες καλλιτέχνες, όπως ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Ρέγκος, η Ραφτοπούλου, ο Βασιλικιώτης και ο Ηλιάδης.
Έχοντας τη γαλλική υπηκοότητα μπόρεσε να διδάξει στην ακαδημία Andre Lhote την τριετία 1925-1928, στο εργαστήριό του το διάστημα 1930-1937 και στη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1945 έως το 1952.
Ως χαράκτης, ασχολήθηκε επίσης με τον σχεδιασμό γραμματοσήμων και το 1934 κυκλοφόρησε το πιο διάσημο γραμματόσημό του Le coq gaulois για τη Γαλλική Δημοκρατία. Οι φιλοτελιστές ωστόσο τον γνωρίζουν και για την σειρά τεσσάρων γραμματοσήμων με θέμα την Διεθνή Έκθεση του Παρισιού του 1937, η οποία σχεδιάσθηκε το 1936, ύστερα από παραγγελία των Γαλλικών Ταχυδρομίων.
Ο Β’ Παγκόσμιος και το χτύπημα της μοίρας
Το 1940, εν μέσω Β’ Παγκοσμίου πολεμού, η οικογένειά του δέχτηκε ένα άσχημο χτύπημα της μοίρας καθώς ο μοναχογιός του, ο οποίος τελούσε πλοίαρχος του εμπορικού ναυτικού και με την κατάληψη της Γαλλίας από τους Γερμανούς, κατατάχθηκε στο Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό.
Στις 27 Νοεμβρίου 1940, το πλοίο στο οποίο υπηρετούσε χτυπήθηκε από γερμανικό υποβρύχιο στον Ατλαντικό Ωκεανό και όλοι έχασαν την ζωή τους. Ο Jean-Sébastien ήταν πλέον ένας ήρωας πολέμου που άφησε παρακαταθήκη στην σύζυγο, την κόρη και τους γονείς του την περηφάνεια. Το σκληρό όμως χτύπημα στην οικογένειά του, που ζούσε στο γερμανοκρατούμενο Παρίσι, έκανε δυσβάσταχτη την ζωή τους.
Τα τελευταία χρόνια
Το 1945, όταν απαλευθερώθηκε η Γαλλία, ο Γαλάνης εκλέχθηκε καθηγητής στην Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού και έγινε ισόβιο μέλος της Académie des Beaux-Arts. Μόλις μια πενταετία μετά εκλέχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Από τότε και μέχρι τον θάνατό του λίγα είναι γνωστά.
Αξιοσημείωτη στιγμή ήταν η επίσκεψή του το 1954 στην Κύμη, όπου συνοδευόμεος από το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου των Κυμαίων της Αθήνας, έτυχε θερμότατης υποδοχής στην είσοδο της πόλης από σχολεία, τις αρχές και τους κατοίκους της Κύμης, με επικεφαλής το Δημοτικό Συμβούλιο.
Το 1959 ο Andre Malraux, από την θέση του ως υπουργός Πολιτισμού, απέδωσε προσωπικά στο ατελιέ του το παράσημο της Λεγεώνος της Τιμής.
Ο Γαλάνης επέστρεψε στην Αθήνα το 1965 και πέθανε έναν χρόνο μετά, στις 20 Μαρτίου 1966.
Οι απόψεις διίστανται για τον ακριβή τόπο και τα αίτια του θανάτου του.
Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της καλλιτεχνικής ζωής του
Ο Γαλάνης από τα πρώτα του βήματα ασχολήθηκε με την εικονογράφηση, κυρίως με τις γελοιογραφίες, οι οποίες του άνοιξαν αρκετές πόρτες και ευκαιρίες.
Στην πορεία της καλλιτεχνικής του πορείας η εικονογράφηση εκδόσεων μπήκε στην ζωή του και αποτέλεσε βασικό του βιοπορισμό για περίπου 50 χρόνια.
Συνεργάστηκε με πολλούς βιβλιοκριτικούς συλλόγους επαγγελματιών της εποχής, που παρότι ανταγωνίζονταν μεταξύ τους στις ετήσιες εκδόσεις που πραγματοποιούσαν ήθελαν τον Γαλάνη στο ενεργητικό τους, αφού εκείνη την εποχή εκείνη, υπήρχε μεγάλη ζήτηση για εικόνες στα βιβλία.
Πολλές ήταν περιπτώσεις όπου φιλοτέχνησε μέχρι και το σήμα των εκδόσεων.
Εικονογράφησε πολλά και διαφορετικά είδη βιβλίων, αρκετά τα διακόσμησε με χαρακτικά έργα και πολλά εξ αυτών παρουσιάσθηκαν σε διάφορες εκθέσεις κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Το λεύκωμα Αlbum de quatre natures mortes (1919) είναι ίσως το σημαντικότερο και πιο πρωτότυπο έντυπο που φιλοτέχνησε ενώ τις δεκαετίες του ’20 και του ’30 εικονογράφησε πλήθος εκδόσεων του εμπορίου.
Συνεργάστηκε όχι μόνο με τυπογράφους και εκδοτικούς οίκους αλλά και με συγγραφείς όπως ο Malraux, ο Nerval, ο Gide, ο Maurois και ο Valéry.
Το έργο του Γαλάνη στην εικονογράφηση μπορεί να εντοπίσει κανείς σε τεκμήρια που εκτίθενται στο Μουσείο της Montmartre στο Παρίσι, όπου σε μια πτέρυγα του σημερινού μουσείου στεγάζονταν την περίοδο 1910-1965 το σπίτι και το εργαστήριό και σήμερα διαφυλάσσει όλο το προσωπικό αρχείο του. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του όμως δεν είναι διαθέσιμο για το κοινό.
Σύμφωνα με καταγραφές υπάρχουν τουλάχιστον 152 τίτλοι βιβλίων που εικονογράφησε ο καλλιτέχνης σε βάθος 50 ετών. εικονογράφησε λευκώματα, εκδόσεις τέχνης, λογοτεχνικά βιβλία, επιστημονικά εγχειρίδια, εμπορικούς καταλόγους μέχρι και βιβλία ερωτικού περιεχομένου.
Το μουσείο της Montmartre είναι ιστορικός χώρος και αποτέλεσε τον χώρο όπου έζησε και δημιούργησε ο μεγάλος Έλληνας καλλιτέχνης. Στις μόνιμες συλλογές του οι επισκέπτες έχουν την δυνατότητα να μάθουν την ιστορίας της Montmartre ενώ σε μια από τις πτέρυγές του φιλοξενείται μια μεγάλη συλλογή έργων σπουδαίων καλλιτεχνών.
Ο Δημήτρης Γαλάνης, Démétrios, Démétrius Galanis ή Demetrios Galanis όπως είναι διεθνώς γνωστός, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους χαράκτες στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα στην Ευρώπη όπως επίσης ήταν πρωτοπόρος της νεοελληνικής χαρακτικής. Στη Γαλλία τιμήθηκε ως Γάλλος d’ origine grecque και στην Ελλάδα αποτέλεσε σημείο αναφοράς παρά το γεγονός ότι δραστηριοποιήθηκε κατά βάση στο Παρίσι.
Επηρέασε πολλούς ομοτέχνούς του με το έργο και τη διδασκαλία του καθώς υπήρξε ανανεωτής των παραδοσιακών τρόπων χάραξης και κατάφερε να συνδέσει τη ζωγραφική με τη χαρακτική. Αποτέλεσε παράδειγμα και συνεισέφερε στην αναγέννηση της χαρακτικής στην Ελλάδα, επαναφέροντας ξεχασμένες τεχνικές.
Τα έργα του, εκτός από το μουσείο της Montmartre, βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, στην Tate Gallery, στην Πινακοθήκη Αβέρωφ, στην Εθνική Τράπεζα, στην Τράπεζα Ελλάδος και την Ιονική Τράπεζα, καθώς επίσης στην συλλογή του Τελλόγλειου Ιδρύματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και σε διάφορες δημοτικές πινακοθήκες της Ελλάδος.