Η Clara Petacci είναι γνωστή ως η επίσημη και τελευταία ερωμένη του Ιταλού δικτάτορα Benito Mussolini. Ήταν όμως πολλά περισσότερα από αυτό. Μπορεί να χαρακτηριστεί η μεγαλύτερη θαυμάστριά του. Μια κοπέλα που ήταν ερωτευμένη μαζί του από μικρή ηλικία και παρέμεινε πιστά δίπλα του μέχρι το τέλος, ίσως όσο κανένας άλλος.

__________________________________

Γεννήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου του 1912 σε μια αριστοκρατική οικογένεια της Ρώμης. Ο πατέρας της, Francesco Saverio Petacci, ήταν γιατρός στο Βατικανό και οπαδός του Φασισμού και του ιδρυτή του, Μουσολίνι. Μεγαλωμένη λοιπόν σε μια οικογένεια υποστηρικτών του κόμματος, η Clara από μικρή είχε τον δικτάτορα ως το είδωλό της. Όχι μόνο ως ηγέτη, αλλά και ως άντρα.

Σε εφηβική ακόμα ηλικία κοιμόταν με την φωτογραφία του κάτω από το μαξιλάρι της και τον ανέφερε ως τον απόλυτο πρωταγωνιστή της ζωής της -φαντασίας της τότε- στα ημερολόγιά της. Τον αποκαλούσε “Ντούτσε της” και λέγεται πως έγραφε αυτό το ψευδώνυμό του ακόμα και σε μπισκότα που έφτιαχνε.

Η πρώτη της συνάντηση μαζί του έγινε τον Απρίλιο του 1932. Εκείνη, 19 χρονών τότε, βρισκόταν με τους γονείς της στο αυτοκίνητό τους και ο Μουσολίνι έτυχε να περάσει δίπλα τους με το δικό του όχημα. Όταν τον είδε, φώναξε “Ντούτσε, Ντούτσε!”, όπως κάνουν τα fangilrs όταν βλέπουν αγαπημένο τους σταρ. Ο Μουσολίνι είδε την όμορφη νεαρή και ενδιαφέρθηκε να την γνωρίσει. Από τότε ουσιαστικά ξεκίνησαν και οι επαφές τους, πριν ακόμα γίνει επίσημη ερωμένη του.

Το 1934, η Clara παντρεύτηκε τον Ιταλό αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας Riccardo Federici. Ο γάμος τους κράτησε μόλις δύο χρόνια, αφού το 1936 εκείνος στάλθηκε ως Αεροπορικός Ακόλουθος στο Τόκιο και χώρισαν οριστικά.

Έκτοτε, η Clara Petacci και ο 53χρονος Μπενίτο Μουσολίνι ξεκίνησαν μια παθιασμένη σεξουαλική-ερωτική σχέση, που όπως φαίνεται σύντομα έγινε και αποκλειστική.

Ο Μουσολίνι, σύμφωνα με τις πηγές, ήταν γνωστός για τον εθισμό του στο σεξ. Κάθε μέρα και μια διαφορετική γυναίκα περνούσε από τα διαμερίσματά του, ενώ κάποιες μέρες μπορεί να βρισκόταν και με τρείς ή και τέσσερις, τη μία μετά την άλλη. Παράλληλα είχε και επίσημη σύζυγο, την Rachele Guidi, η οποία ήταν η δεύτερη γυναίκα που είχε παντρευτεί έχοντας αποκτήσει μαζί της και πέντε παιδιά.

Παρόλα αυτά, από τότε που βρέθηκε στο πλευρό του η νεαρή Clara, έγινε εκείνη η επίσημη ερωμένη του. Η επίσημη, γιατί έστω και όχι με την ίδια συχνότητα, ο Μουσολίνι συνέχισε να συνευρίσκεται και με άλλες γυναίκες. Στα προσωπικά της ημερολόγια περιγράφει τις παθιασμένες ερωτικές τους στιγμές και τα όσα συζητούσαν μαζί εκφράζοντας με κάθε τρόπο την εμμονή της με αυτόν τον άντρα, καθώς και τις ζηλοτυπίες και διεκδικήσεις μεταξύ τους.

Είναι προφανές πως η πολιτική και ιδεολογική ιδιότητα του Μουσολίνι ήταν δευτερεύων παράγοντας -αν και όχι άσχετος- για την νεαρή ερωμένη του. Για εκείνη ήταν ο άντρας που αντιπροσώπευε τον μεγάλο, απόλυτό της έρωτα.

Η μακροχρόνια στενή σχέση τους ήταν γνωστή σε όλους. Φυσικά υπήρξε και σημαντικό προνόμιο για την δική της οικογένεια, που επωφελήθηκε επιχειρηματικά από αυτή.

Η Claretta είχε δικό της διαμέρισμα στο Palazzo Venezia, όπου διέμενε ο δικτάτορας, ενώ της είχαν δοθεί επίσης προσωπικοί φύλακες και δικός της οδηγός. Οι ασχολίες της Claretta, παρά το νεαρό της ηλικίας της, ήταν συγκεκριμένες. Ζούσε αποκλειστικά για τον Μουσολίνι. Και τις ώρες που δεν ήταν μαζί του έγραφε ατελείωτες σελίδες αναφέροντάς τον διαρκώς.

Κάπως έτσι συνεχίστηκε η προσωπική τους υπόθεση μέχρι το 1945.

Στις 27 Απριλίου του 1945, ο Μουσολίνι, όπως και η ίδια, συνελήφθησαν από τους Παρτιζάνους, τους επαναστάτες που έριξαν το φασιστικό καθεστώς.

Ο Μουσολίνι φορώντας στολή της Luftwaffe κρύφτηκε σε ένα κομβόι φορτηγών για να φυγαδευτεί στην Γερμανία. Πριν αποχωρήσει, είχε χαιρετηθεί με την Clara ζητώντας της να μην τον ακολουθήσει. Εκείνη όμως δεν θα μπορούσε να υπακούσει σε αυτό. Μπήκε και αυτή σε ένα άλλο φορτηγό και έτσι κατέληξε να συλληφθεί μαζί του, όταν το κομβόι έπεσε στα χέρια των επαναστατών.

Οι Παρτιζάνοι θεωρώντας πως επρόκειτο για μια τυχαία σεξουαλική σύντροφο που βρισκόταν στην συνοδεία του, της έδωσαν την ευκαιρία να φύγει. Εκείνη όμως το αρνήθηκε ζητώντας χαρακτηριστικά να πεθάνει μαζί του.

“Πως μπορώ να σας πείσω πως ήμουν μαζί του όλα αυτά τα χρόνια απλά γιατί τον αγαπούσα; Η μόνη στιγμή που ζούσα ήταν όταν ήμουν μαζί του… Η ζωή μου θα είναι τίποτα αν αυτός πεθάνει. Μόνο αυτό ζητάω: να πεθάνω μαζί του”.

Στις 28 Απριλίου του 1945 και οι δυό τους εκτελέστηκαν με πυροβολισμό. Η Clara στάθηκε μπροστά από τον Μουσολίνι σε μια τελευταία προσπάθεια να τον προστατέψει πεθαίνοντας πρώτη.

Μετά την εκτέλεση, τα σώματά τους αφέθηκαν στο έλεος του οργισμένου όχλου, ο οποίος σχεδόν τα ακρωτηρίασε. Στη συνέχεια τα νεκρά τους σώματα κρεμάστηκαν ανάποδα στον μεταλλικό σκελετό ενός μισόκτιστου βενζινάδικου.

Καθώς η Clara φορούσε φούστα και χωρίς κάποιο εσώρουχο, της έδεσαν τη φούστα στα πόδια της, ώστε να διατηρήσουν κάπως την σεμνότητά της όσο ήταν κρεμασμένη.

Ο ανάποδος απαγχονισμός ήταν μεσαιωνική τεχνική που χρησιμοποιούταν στην Ιταλία για να τονίσουν την κακή φήμη των κρεμασμένων προσώπων.

Ο συγκεντρωμένος όχλος συνέχισε να ξεσπά την οργή του πάνω στα κρεμασμένα πτώματα, ενώ τραβούσαν και φωτογραφίες, οι οποίες έχουν μείνει χαρακτηριστικές στο ιστορικό αρχείο.

Την ίδια μέρα δολοφονήθηκε από τους Παρτιζάνους και ο αδερφός της Marcello Petacci, μαζί με άλλα 15 άτομα που συνόδευαν τον Μουσολίνι στην διαφυγή του.

Μετά το τέλος του πολέμου, η οικογένεια Petacci κίνησε μια μακρά νομική ποινική διαδικασία για την παράνομη δολοφονία της 33χρονης Clara. Τελικά ο ανακριτής έκλεισε την υπόθεση το 1967 αθωώνοντας τον κατηγορούμενο για την δολοφονία με το επιχείρημα πως οι εκτελέσεις αυτές έγιναν στα πλαίσια του πολέμου κατά της Γερμανίας και των Ιταλών Φασιστών.

_________________________________

Η Clara Petacci δεν ήταν η μόνη γυναίκα που είχε σαγηνευτεί από την ιδιόμορφη, ρατσιστική και χειριστική προσωπικότητα του Μουσολίνι. Παρά την κριτική και την γενικότερη συζήτηση που μπορεί αυτό το γεγονός να επιφέρει, η προσωπική και ιστορική της υπόσταση είναι συγκεκριμένη.

Ήταν απλά μια γυναίκα που αγάπησε πολύ έναν ισχυρό και μισητό δικτάτορα, γιατί στο πρόσωπό του έβλεπε τον έρωτα της ζωής της. Ζούσε κυριολεκτικά γι’ αυτόν. Για εκείνη αυτό είχε σημασία. Και το απέδειξε μένοντας δίπλα του με κάθε κόστος μέχρι τις φρικτές τελευταίες τους στιγμές.

Κοινοποιήστε
Άννα-Μαρία Κέκια
Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με έφεση στην έκφραση μέσω του γραπτού λόγου. Στον τομέα της αρθρογραφίας έχω ασχοληθεί τόσο με γενική ειδησεογραφία, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, όσο και με φωτορεπορτάζ, στήλες πολιτισμού, κριτικές δίσκων, αφιερώματα και συνεντεύξεις. Λάτρης της ανεξάρτητης και ερευνητικής δημοσιογραφίας με έμφαση στην ιστορία, την ψυχολογία, την εγκληματολογία και την κοινωνιολογία. Παράλληλη και αγαπημένη απασχόληση η τέχνη της φωτογραφίας.