Αδιαμφισβήτητα η πιο εμβληματική φιγούρα της reggae μουσικής. Ο άνθρωπος που συνδέθηκε διαχρονικά με την μουσική κουλτούρα της Τζαμάικα και έζησε μια ζωή σύντομη, αλλά πλήρως αφοσιωμένη σε όσα εκείνος ήθελε και υποστήριζε.
____________________________
Ο Robert Nesta Marley γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 1945 στο μικρό χωριό Nine Mile της Τζαμάικα.
Ο πατέρας του Norval Sinclair Marley ήταν ναυτικός αγγλικής καταγωγής και σε ένα από τα ταξίδια του γνώρισε την 19χρονη αφροαμερικάνα Cedilla Malcolm, την οποία και παντρεύτηκε. Στήριζε πάντα οικονομικά την γυναίκα του και τον γιό του, παρόλο που λόγω των ταξιδιών του δεν τους έβλεπε συχνά. Το 1955, ο 60χρονος Norval πέθανε από καρδιακή προσβολή.
Ο μικρός Marley και η μητέρα του έμειναν πλέον μόνοι τους σε μια φτωχογειτονιά του Kingston. Σαν παιδί είχε έρθει αντιμέτωπος με ρατσιστικές συμπεριφορές κυρίως στο σχολικό του περιβάλλον λόγω της ανάμεικτης ταυτότητας καταγωγής του, ενώ πολλές φορές αργότερα είχε δεχτεί σχετικές ερωτήσεις και από τα μέσα.
“Ο πατέρας μου ήταν λευκός και η μητέρα μου μαύρη. Με φωνάζουν μιγά ή κάπως έτσι. Δεν είμαι σε καμία πλευρά. Ούτε στην μαύρη, ούτε στην λευκή. Είμαι στου Θεού την πλευρά, Αυτού που με έπλασε και με έκανε να προέρχομαι από την μαύρη και την λευκή.”
Στα δεκατέσσερά του χρόνια παράτησε το σχολείο και εργαζόταν ως μαθητευόμενος σε ένα σιδεράδικο και αργότερα ως χειριστής ανυψωτικού μηχανήματος σε εργοστάσιο. Εκείνη την περίοδο μπήκε στην διαδικασία να μάθει και αυτοάμυνα, γεγονός που ενίσχυσε την αυτοπεποίθησή του, την φυσική του κατάσταση και του χάρισε το ψευδώνυμο «Tuff Gong».
Στη νέα του γειτονιά έγινε φίλος με τον Neville Livingston (που αργότερα έγινε γνωστός ως μουσικός με το καλλιτεχνικό όνομα Bunny Wailer), με τον οποίο σύντομα έμελλε να γίνουν και ετεροθαλή αδέρφια, αφού η μητέρα του Bob παντρεύτηκε τον επίσης χήρο πατέρα του Neville, Thadeus Livingston.
Τα βήματα στην μουσική
Ο Bob και ο Neville, ζώντας πλέον και στο ίδιο σπίτι, άρχισαν να παίζουν μαζί μουσική ανακαλύπτοντας όλο και περισσότερο την αγάπη τους γι’ αυτή. Συχνά έπαιζαν μαζί και με τον Joe Higgs, που λέγεται ότι ήταν αυτός που τους γνώρισε τον Ρασταφαριανισμό, αλλά και τους δικτύωσε με άλλους συντοπίτες τους μουσικούς.
Πριν ακόμα κλείσει τα 18 του χρόνια, το 1962, ο Bob Marley ηχογράφησε τα πρώτα του τραγούδια, “Judge Not”, “One Cup of Coffee”, “Do You Still Love Me?” και “Terror”, στα Federal Studios και επέλεξε να τα κυκλοφορήσει με το ψευδώνυμο Bobby Martell. Η πρώτη του αυτή απόπειρα δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία.
Έναν χρόνο αργότερα ο Bob Marley και ο Bunny Livingston μαζί με τους Peter McIntosh, Junior Braithwaite, Beverley Kelso και Cherry Smith δημιούργησαν το ska/rockstready συγκρότημα The Teenagers, που στην πορεία μετονομάστηκε σε The Wailers. Μέχρι το 1966 την μπάντα αποτελούσαν μόνο ο Marley, ο Livingston και ο McIntosh.
THE WAILERS
Το πρώτο single των The Wailers με τίτλο “Simmer Down“ κατάφερε να γίνει το νούμερο ένα hit στην Τζαμάικα τον χειμώνα του 1964. Το περιεχόμενό του ήταν μια “επίκληση” στα γκέτο της χώρας να “χαλαρώσουν” και να σταματήσουν την βία και εγκληματικότητα που επικρατούσε στην πρωτεύουσα.
Το πρώτο ολοκληρωμένο άλμπουμ του συγκροτήματος “Catch a Fire” κυκλοφόρησε το 1973 και πήγε αρκετά καλά. Την επόμενη χρονιά ακολούθησε το εξίσου πετυχημένο “Burnin'”, που περιείχε και τα δημοφιλή κομμάτια “Get Up, Stand Up” και “I Shot The Sheriff”.
Χωρίς να έχει γίνει ποτέ γνωστό το γιατί, οι The Wailers διαλύθηκαν το 1974 και κάθε ένα μέλος τους ακολούθησε σόλο καριέρα.
BOB MARLEY AND THE WAILERS
Μετά την διάλυση της πρώτης του μπάντας ο Bob Marley συνέχισε να ηχογραφεί τραγούδια ως Bob Marley & The Wailers. Δίπλα του ήταν τα αδέρφια Carlton και Aston Barrett, ο Junior Marvin, ο Al Anderson, ο Tyrone Downie, ο Earl “Wya” Lindo και ο Alvin “Seeco” Patterson. Τα δεύτερα φωνητικά είχε αναλάβει το συγκρότημα I Threes, μέλος του οποίου ήταν και η γυναίκα του, Rita.
Η φήμη και επιτυχία του Bob Marley άρχισε να παίρνει διεθνείς διαστάσεις από το 1975 με το τραγούδι του “No Woman No Cry” του δίσκου “Natty Dread”.
Το 1976 ο Marley αποφάσισε να “αυτοεξοριστεί” στο Λονδίνο για δύο χρόνια. Εκεί ηχογράφησε τα άλμπουμ του “Exodus” (1977) και “Kaya” (1978), που σημείωσαν τεράστια επιτυχία. Ανάμεσα στα τραγούδια του ξεχώρισε το “One Love”, διασκευή του “People Get Ready” του Curtis Mayfield.
Με το όνομα Bob Marley and the Wailers ο Marley κυκλοφόρησε 7 studio και 4 live άλμπουμ. Το τελευταίο “Babylon By Bus” κυκλοφόρησε το 1978 και ήταν ένα διπλό live άλμπουμ, μέσω του οποίου μπορεί κανείς να πάρει μια γεύση της φρενίτιδας που επικρατούσε στο κοινό του όταν εκείνος ήταν στη σκηνή.
Προσωπική ζωή και παιδιά
Το 1966 ο Bob Marley παντρεύτηκε την Κουβανή τραγουδίστρια Rita Anderson και για ένα διάστημα μετακόμισε μαζί της στην πολιτεία του Delaware. Εκεί διατηρούσε το ψευδώνυμο Donald Marley και εργαζόταν ως καθαριστής σε ξενοδοχείο, καθώς και στη νυχτερινή βάρδια της μονάδας συναρμολόγησης στην περίφημη αυτοκινητοβιομηχανία Chrysler.
Από εκείνο το διάστημα και μετά ήρθε ακόμα πιο κοντά με το κίνημα του Ρασταφαριανισμού και ξεκίνησε να υιοθετεί το “τζιβάτο” στυλ κόμμωσης, γνωστό ως dreadlocks, που ήταν και σήμα κατατεθέν του κινήματος.
Πέρα από την μουσική, ο Marley είχε και άλλη μια μεγάλη αγάπη: το ποδόσφαιρο. Έπαιζε όσο πιο συχνά μπορούσε, σε πάρκα, γήπεδα, ακόμα και στα διαλείμματα των ηχογραφήσεων. Ήταν οπαδός της βραζιλιάνικης ομάδας Santos και αγαπημένος του σταρ του αθλήματος ήταν ο Pele.
Σύμφωνα με τις επίσημες πηγές, ο Bob Marley είχε συνολικά τουλάχιστον 12 παιδιά. Τα τέσσερα από αυτά τα απέκτησε με την γυναίκα του Rita, τα δύο ήταν υιοθετημένα από προηγούμενο γάμο της και τα υπόλοιπα τα είχε αποκτήσει με άλλες γυναίκες.
Τα περισσότερα παιδιά του -εκτός από την χαρακτηριστική ομοιότητα που έχουν με τον πατέρα τους- έχουν σήμερα καταξιωθεί στον χώρο της reggae και hip hop μουσικής σκηνής. Sharon, Cedella, “Ziggy“, “Raggamuffin“, Rohan, Julian, Ky-Mani και ο μικρότερος Damian “Jr. Gong” (καρπός της εξωσυζυγικής σχέσης του με την Καναδή τραγουδίστρια Cynthia Breakspeare).
Ιδέες και Ρασταφαριανισμός
Πολλοί έχουν την εντύπωση ότι η μουσική θεματολογία και φιλοσοφία του Bob Marley είναι ένας ύμνος στην άνευ ορίων ελευθερία, τη νιρβάνα και τα ναρκωτικά της φύσης. Στην πραγματικότητα όμως η πλειοψηφία των τραγουδιών του έχουν θρησκευτικό και πολιτικό περιεχόμενο. Αναφέρονται στην ουσία της αναζήτησης της πνευματικής ηρεμίας, σε κοινωνικά ζητήματα εξάλειψης της βίας και της διαφθοράς που έβλεπε γύρω του, καθώς και στην ανάγκη εναρμόνισης του ανθρώπου με την φύση.
Μέσω των τραγουδιών του κατέκρινε την κοινωνική αδικία και τις διακρίσεις και στην χώρα του θεωρούταν ως προστάτης των φτωχών. Φυσικά οι στίχοι του και οι θέσεις του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες με τις ιδέες του Ρασταφαριανισμού, του οποίου ήταν ένθερμος υποστηρικτής.
Ήταν μάλιστα ο πρώτος που κατάφερε να διαδώσει τις ιδέες των Ρασταφαριανών μέσω της μουσικής τους από τις αποξενωμένες περιοχές της Τζαμάικα στη διεθνή μουσική σκηνή.
Ο Ρασταφαριανισμός είναι ένα κίνημα που εμφανίστηκε στην Τζαμάικα το 1930 και συνδυάζει θρησκευτικές και πολιτικές τοποθετήσεις. Στην πορεία συνδέθηκε άρρηκτα με την ρέγγε μουσική και διαδόθηκε παγκοσμίως μέσω αυτής και των διάσημων εκπροσώπων της, όπως ο Bob Marley και ο Peter Tosh.
Αρχικά οι Ρασταφάρι πίστευαν πως οι μαύροι σαν λαός είναι οι γνήσιοι απόγονοι των Ισραηλιτών και παρόλο που έχουν εκδιωχθεί από τους λευκούς στην Αφρική, κάποια στιγμή θα καταφέρουν να κυριαρχήσουν. Ωστόσο με τον καιρό, και αφού σαν κίνημα δεν είχε ποτέ κάποιο επίσημο δόγμα, αυτές οι απόψεις διαμορφώθηκαν αρκετά και απομακρύνθηκαν από φυλετικά θέματα. Άλλωστε οι Ρασταφάρι πιστεύουν πως κάθε άνθρωπος έχει μια δική του αντίληψη της αλήθειας.
Πιστεύουν επίσης στην έννοια της “μιας αγάπης”, της ανιδιοτελούς αγάπης προς κάθε άνθρωπο, που εκφράζεται με ειλικρίνεια, ανεκτικότητα και ακεραιότητα χωρίς καταπίεση. Βασισμένα σε εδάφια της Π.Διαθήκης βασικά χαρακτηριστικά των ακολούθων του Ρασταφαριανισμού είναι τα dreadlocks (τα μακριά πλεγμένα μαλλιά, που συμβολίζουν την κοινωνική αντίδραση και απομόνωση), η χρήση κάνναβης (που θεωρείται φυτό ευεργετικό, μεγάλης θρησκευτικής σημασίας και συμβολίζει την ελευθερία) και η χορτοφαγική κυρίως διατροφή, που δεν περιλαμβάνει χημικά επεξεργασμένες τροφές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των ιδεών που οδηγούσαν την μουσική του έμπνευση είναι και τα δύο τελευταία του άλμπουμ. Το “Survival” του 1979 είναι ίσως η πιο “επιθετική” δουλειά του με έντονα πολιτικά φορτισμένο περιεχόμενο. Τα δικαιώματα των μαύρων και οι ιδέες του Παναφρικανισμού αποτελούν το θεματικό του επίκεντρο.
Από την άλλη, το άλμπουμ “Uprising” του 1980, που έκλεισε την δισκογραφία του θρυλικού μουσικού, είναι μια από τις πιο θρησκευτικά προσανατολισμένες κυκλοφορίες του. Τα κομμάτια του αποτελούν σχεδόν ύμνους στον θεό του (Jah) και την πνευματική εξύψωση.
“Emancipate yourselves from mental slavery
None but ourselves can free our minds…”
Ο “βασιλιάς της Reggae”, όπως ονομάστηκε, έγραφε τραγούδια κατά κύριο λόγο βιωματικά. Αναφερόταν στις προσωπικές του αναμνήσεις, τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης που γνώρισε και τα κακώς κείμενα που παρατηρούσε στην χώρα του, αλλά και στον κόσμο γενικότερα.
Μάχη με τον καρκίνο
Τον Ιούλιο του 1977 ο Marley διαγνώστηκε με ένα κακόηθες μελάνωμα στα πόδια, για το οποίο του προτάθηκε να κάνει ακρωτηριασμό. Εκείνος αρνήθηκε να κάνει την επέμβαση κυρίως λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων και προσπάθησε να βρει εναλλακτικές λύσεις για το πρόβλημά του. Παράλληλα, έστω και με δυσκολία, συνέχιζε τις περιοδείες και τις συναυλίες του μέχρι το 1980.
Ο καρκίνος όμως εξαπλωνόταν με τον καιρό όλο και περισσότερο προσβάλλοντας τον εγκέφαλο, τους πνεύμονες, το συκώτι και το στομάχι του. Πολλές από τις εμφανίσεις του άρχισαν σταδιακά να ακυρώνονται και τον Σεπτέμβριο του 1980, μετά την τελευταία του συναυλία στην Πενσυλβάνια, αναζήτησε τελικά ιατρική βοήθεια από ένα Γερμανό γιατρό που γνώριζε. Ήταν όμως ήδη αργά.
Πριν προλάβει να επιστρέψει στο σπίτι του στη Τζαμάικα αναγκάστηκε να εισαχθεί άμεσα σε νοσοκομείο του Μαϊάμι. Εκεί άφησε την τελευταία του πνοή στις 11 Μαΐου του 1981 και σε ηλικία μόλις 36 ετών.
Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε δημόσια στην γενέτειρά του και το σώμα του αποτεφρώθηκε μαζί με κάποια αντικείμενα σύμβολα της ζωής του: την Gibson Les Paul κιθάρα του, μια μπάλα ποδοσφαίρου, ένα κλαδί κάνναβης, ένα δαχτυλίδι που φορούσε πάντα και μια Βίβλο.
_______________________________
Ο Bob Marley γνώρισε αρκετά μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία και αναγνώριση όσο ζούσε και έγινε ένας ζωντανός θρύλος στην περιοχή του και σε ολόκληρη την Αφρική. Το 1978 έλαβε το Μετάλλιο Ειρήνης του Τρίτου Κόσμου από τον ΟΗΕ και το 1981, λίγο πριν τον θάνατό του, έγινε μέλος του Τιμητικού Τάγματος της Τζαμάικα.
Σε παγκόσμια κλίμακα καταξιώθηκε ακόμα περισσότερο μετά τον θάνατό του. To 1994 εντάχθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame, ενώ το 2001 “κέρδισε” το αστέρι του στο Hollywood Walk of Fame και τιμήθηκε από τα Βραβεία Grammy για την συνολική του προσφορά στη μουσική και όχι μόνο.
Τα τραγούδια του παραμένουν ευρέως γνωστά και διασκευάζονται μέχρι σήμερα και ο ίδιος αναγνωρίζεται από όλους ως ο διαχρονικότερος εκπρόσωπος της ρέγγε μουσικής και κουλτούρας.