Το ζήτημα της αποκατάστασης των Μικρασιατών προσφύγων ξεκινάει μετά την κατάρρευση του μετώπου και τον διωγμό των Ελλήνων από την περιοχή της Μικράς Ασίας το 1922.
Πριν ακόμα τη Μικρασιατική Καταστροφή, στην Ελλάδα κατέφθαναν διάφορα προσφυγικά ρεύματα από την περιοχή της Μικράς Ασίας, καθώς διαφαινόταν ήδη το ενδεχόμενο αυτής της κατάληξης.
Με την άφιξη των Μικρασιατών και την ανταλλαγή των πληθυσμών θα έπρεπε το κράτος να ξεκινήσει να σχεδιάζει τη δημιουργία αγροτικών οικισμών στη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη. Αυτός ο ανθρώπινος όγκος έφτανε περίπου τα 1,5 εκατομμύρια άτομα, από τους οποίους οι περισσότεροι βρισκόταν τραγικά ταλαιπωρημένοι και σε κατάσταση φτώχειας.
Αγροτική εγκατάσταση στη Μακεδονία
Η μεσοπολεμική περίοδος είχε μεγάλη εθνική, πολιτική και οικονομική σημασία για την ενσωμάτωση της Μακεδονίας στο Ελληνικό κράτος. Αυτή η ενσωμάτωση θα γινόταν με την εγκατάσταση ελληνικού στοιχείου στην περιοχή της Μακεδονίας.
Βασικός στόχος του προγράμματος της εγκατάστασης των προσφύγων στη Μακεδονία, ήταν να δοθεί προτεραιότητα στην αγροτική αποκατάσταση με σκοπό να εποικιστούν οι παραμεθόριες περιοχές και οι πεδιάδες.
Το πρώτο βήμα της ελληνικής κυβέρνησης ήταν να αιτηθεί από την Κοινωνία των Εθνών την βοήθεια της, η οποία δέχτηκε να αναλάβει την εποπτεία του έργου της προσφυγικής αποκατάστασης, καθώς και να συμβάλει στην εύρεση των αναγκαίων πόρων.
Σ’ αυτά τα πλαίσια ιδρύθηκε ο αυτόνομος οργανισμός της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ), που υπό διεθνή έλεγχο θα αναλάμβανε το έργο της εγκατάστασης. Με την ίδρυση του, το κράτος της παραχώρησε περίπου 500.000 εκτάρια καλλιεργήσιμης γης και 10 εκατομμύρια αγγλικές λίρες. Μέχρι το 1927 η ΕΑΠ είχε στη κατοχή της 820.000 εκτάρια, δηλαδή το 85% της Μακεδονίας.
Η ΕΑΠ θεώρησε ότι η αγροτική εγκατάσταση ήταν περισσότερο πρακτική και γρήγορη λύση, αφήνοντας την αστική εγκατάσταση στην εποπτεία της κυβέρνησης.
Μετά την φυγή των μουσουλμάνων, που αποτελούσαν το 39,4% του συνόλου στη Μακεδονία, ο πληθυσμός είχε μειωθεί δραματικά. Η εγκατάσταση των Μικρασιατών θα μπορούσε να γίνει με την χρήση της ακίνητης περιουσίας των Μουσουλμάνων, ενώ θα τους έδιναν παράλληλα καλλιεργήσιμες εκτάσεις για να απασχοληθούν σε παραγωγικές εργασίες. Επιπλέον, οι Μικρασιάτες θα μπορούσαν να απασχοληθούν σε εποχιακές εργασίες ως εργάτες, καθώς στην περιοχή υπήρχαν καλλιέργειες από αμπέλια, ελιές και καπνά.
Η αγροτική αποκατάσταση θεωρήθηκε αναγκαία, γιατί ως πρακτική συνέπιπτε με την οικονομική πολιτική των φιλελεύθερων κυβερνήσεων, οι οποίες επιδίωκαν την αύξηση της αγροτικής παραγωγής κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου.
Το εμπορικό ισοζύγιο της χωράς ήταν ελλειμματικό και έτσι υπήρξε η ανάγκη να αυξηθούν οι εξαγωγές, κυρίως αγροτικών προϊόντων. Επίσης, να σημειωθεί ότι η χώρα θα μπορούσε έτσι να αρχίσει να εξοφλεί τα μεγάλα δάνεια που είχε συνάψει στο παρελθόν.
Η χώρα και πριν την άφιξη των προσφύγων αδυνατούσε να θρέψει το πληθυσμό της και για αυτό θα έπρεπε να αυξήσει την καλλιέργεια των σιτηρών. Με την προσάρτηση της Μακεδονίας το 1913 είχε αυξηθεί ο αριθμός των καλλιεργήσιμων εκτάσεων στον ελλαδικό χώρο, πράγμα το οποίο ενίσχυσε την αγροτική αποκατάσταση με ό,τι αυτή συνεπάγεται.
Η αγροτική αποκατάσταση των προσφύγων στο μακεδονικό χώρο αποσκοπούσε επίσης στην αποτροπή των κοινωνικών αναταραχών. Αυτό θα επιτυγχανόταν με την πολιτική και οικονομική ενσωμάτωση, καθώς και την ενίσχυση του αισθήματος της ιδιοκτησίας με την παραχώρηση γαιών, ώστε να “ξεπεράσουν” την τραυματική εμπειρία του διωγμού.
Ο Βενιζέλος, σε δηλώσεις του το 1923, υποστήριζε ότι με την αγροτική αποκατάσταση των προσφύγων και με την δημιουργία μικροϊδιοκτητών, η χώρα θα μπορούσε να καταφέρει να απαλλαγεί από την δημιουργία ενός ριζοσπαστικού αγροτικού κινήματος, που θα μπορούσε να απειλήσει τους δημοκρατικούς θεσμούς. Οι φιλελεύθεροι προσπάθησαν με κάθε τρόπο να αποτρέψουν τους πρόσφυγες να ενταχθούν στο κομμουνιστικό κόμμα εξασφαλίζοντας την υποστήριξη τους.
Ο πρόεδρος της ΕΑΠ γραφεί το 1924: “δεν νομίζω ότι ο κομμουνισμός θα αποτελέσει μόνιμο κίνδυνο για τη Ελλάδα. Ο τεράστιος αριθμός προσφύγων είναι ο πραγματικός κίνδυνος, ο οποίος θα εκλείψει μόλις εγκατασταθούν. Η Ελλάδα είναι τόσο ολοφάνερα μια χώρα χωρίς τάξη βιομηχανικών εργατών και με απειράριθμους μικροϊδιοκτήτες, ώστε ο κομμουνισμός δεν μου φαίνεται ότι θα βρει έδαφος να ριζώσει εδώ.”
____________________________________
Παρά τα διάφορα προβλήματα, η αποκατάσταση, κυρίως αγροτική, των Μικρασιατών προσφύγων στον ελλαδικό χώρο έγινε αρκετά γρήγορα και θεωρήθηκε επιτυχής. Οι πρόσφυγες όμως δεν έλαβαν την καλύτερη αντιμετώπιση από τους γηγενείς πληθυσμούς, ενώ δεχόντουσαν ρατσιστικές επιθέσεις και μέσω του τύπου από το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα.
Οι γηγενείς πολλές φορές αναφερόταν με απαξιωτικό τρόπο στο ήθος των προσφύγων, στους τρόπους διασκέδασης τους, καθώς στην κοσμοπολίτικη συμπεριφορά τους. Οι πρόσφυγες που απασχολούνταν σε εποχιακές εργασίες, έρχονταν σε ανταγωνισμό με τους ντόπιους χωρικούς, οι οποίοι και εκείνοι πολλές φορές εργάζονταν ως μισθωτοί για να συμπληρώσουν το εισόδημα τους.
Η διαφορά νοοτροπίας και οι πολιτικές αντιπαλότητες που δηλητηρίαζαν την κοινή γνώμη διατήρησαν αυτή τη διάσταση μεταξύ γηγενών και προσφύγων για μερικά χρόνια και εξομαλύνθηκε ουσιαστικά κατά τη δεκαετία του 1940.