Ένα από τα διασημότερα γλυπτά της αρχαιοελληνικής τέχνης, η Αφροδίτη της Μήλου, βρέθηκε σαν σήμερα 8 Απριλίου του 1820 στο χωράφι ενός αγρότη στη Μήλο και μετά από επεισοδιακές διεκδικήσεις έπεσε στα χέρια των Γάλλων παραμένοντας μέχρι σήμερα “αιχμάλωτη” ως ένα από τα σπουδαιότερα αποκτήματα του Μουσείου του Λούβρου.
________________________________________
Λίγα λόγια για το γλυπτό
Το γνωστό γλυπτό αφιερωμένο στη θεά Αφροδίτη υπολογίζεται ότι φιλοτεχνήθηκε κατά την ελληνιστική περίοδο (150-50 π.Χ.), είναι από παριανό μάρμαρο και δημιουργός του ήταν πιθανόν ο Αγήσανδρος ή Αλέξανδρος της Αντιοχείας.
Όπως φαίνεται σε σχέδιο της εποχής, στη βάση του αγάλματος υπήρχε χαραγμένη μισή η φράση “…ΝΔΡΟΣ ΜΗΝΙΔΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΥΣ ΑΠΟ ΜΑΙΑΝΔΡΟΥ ΕΠΟΙΗΣΕ”. Αυτό όμως το κομμάτι της βάσης με την επιγραφή χάθηκε γύρω στο 1825 και οι Γάλλοι, που το πήραν, υποστήριξαν πως καταστράφηκε και πως δεν ανήκε καν στο άγαλμα.
Θεωρείται όμως πως αυτό είναι ψευδές και το κομμάτι με την υπογραφή του δημιουργού “εξαφανίστηκε” επίτηδες, αφού ειδικοί επιστήμονες έχουν αποφανθεί πως ταιριάζει απόλυτα στη βάση του συγκεκριμένου γλυπτού.
Το καλαίσθητο γλυπτό της Αφροδίτης έχει ύψος δύο μέτρων και απεικονίζει το γυμνό σώμα της θεάς, το οποίο καλύπτει ένα ένδυμα με λεπτομερείς πτυχώσεις από την μέση και κάτω. Τα μαλλιά της είναι επίσης λεπτοδουλεμένα και σε σχήμα κότσου, ενώ χαρακτηριστικά σημάδια στα αυτιά και στο πάνω μέρος του σώματος μαρτυρούν πως αρχικά φορούσε επίσης κοσμήματα.
Όσο για τα χέρια της θεάς που λείπουν και για το τι αυτά μπορεί να κρατούσαν έχουν γίνει διάφορες εικασίες. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες Ελλήνων και Γάλλων που το είδαν τότε από κοντά, επικρατεί η άποψη πως στο αριστερό χέρι κρατούσε ένα μήλο και με το δεξί συγκρατούσε το φόρεμά της. Επίσης πηγές υποστηρίζουν πως το χέρι με το μήλο είχε πράγματι αρχικά βρεθεί και χάθηκε στη θάλασσα κατά την μεταφορά του ή καταστράφηκε κατά τη συμπλοκή Ελλήνων και Γάλλων για το ποιος θα πάρει το γλυπτό.
Ανακάλυψη της Αφροδίτης και η επεισοδιακή αρπαγή
Την ταραγμένη περίοδο της τουρκοκρατίας και πριν ξεσπάσει η Επανάσταση είναι γνωστό το γεγονός ότι πολλοί Ευρωπαίοι, υποτίθεται φιλέλληνες Βρετανοί, Γάλλοι και Γερμανοί, όργωναν την Ελλάδα ψάχνοντας για θαμμένους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς, που μετά πουλούσαν στις χώρες τους. Συχνά χρημάτιζαν τους κατά τόπους Τούρκους διοικητές για να τους επιτρέψουν να κάνουν ανασκαφές ή παζάρευαν χρηματικά ποσά μεταξύ τους για το ποιος θα εκμεταλλευτεί τα ευρήματα.
Ευρωπαίοι και Τούρκοι εκείνη την περίοδο έκαναν κανονικό πλιάτσικο στον αρχαιολογικό πλούτο της Ελλάδας εκμεταλλευόμενοι την δυσχερή θέση του κατεχόμενου λαού.
Στις 8 Απριλίου του 1820 (28 Μαρτίου με το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε τότε), ένας αγρότης στο νησί της Μήλου, ο Γεώργιος ή Θεόδωρος Κεντρωτάς, έσκαβε το χωράφι του, όταν βρέθηκε μπροστά σε μια πολύτιμη ιστορική ανακάλυψη. Μέσα σε μια υπόγεια στοά βρισκόταν το μαρμάρινο άγαλμα της θεάς Αφροδίτης. Όπως ανέφερε στις αφηγήσεις του ως αυτόπτης μάρτυρας ο γιος του αγρότη, Δημήτρης Κεντρωτάς, “η μεν αριστερά χειρ απέκρυπτε τους μαστούς η δε δεξιά εκράτει μήλον”.
Εκεί κοντά βρισκόντουσαν επίσης κάποιοι Γάλλοι, που έψαχναν για αρχαία ευρήματα και ο Κεντρωτάς προσπάθησε να τους κρύψει την ανακάλυψή του μεταφέροντας τα κομμάτια του αγάλματος στον αχυρώνα του. Σύμφωνα με άλλες πηγές, οι Γάλλοι τον πήραν αμέσως είδηση και προσφέρθηκαν να τον “βοηθήσουν” δίνοντάς του και ένα μικρό χρηματικό ποσό.
Σε δικές τους επιστολές μάλιστα τον αναφέρουν ως ανόητο, που προσπαθούσε να τους κρύψει το εύρημα και συμπεριφερόταν σαν να μην είχε κάποια ιδιαίτερη αξία. Ο Κεντρωτάς όμως ήξερε πολύ καλά τις προθέσεις των Ευρωπαίων για τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς και επίτηδες είχε προσπαθήσει να περιφρουρήσει το έργο τέχνης και να αποκρύψει όσο γινόταν την αξία της ανακάλυψής του.
Δυστυχώς όμως οι προσπάθειές του δεν πέτυχαν, οι Γάλλοι δεν “ξεκολλούσαν” από γύρω του και ήδη ειδοποιούσαν τους ανωτέρους τους κανονίζοντας για την τύχη του γλυπτού. Ξεκίνησαν αμέσως παζάρια με τον Κεντρωτά, ο οποίος όμως έδειχνε να αρνείται να τους παραδώσει το γλυπτό, στάση στην οποία συμφωνούσαν κι άλλοι κάτοικοι της Μήλου όταν έμαθαν για την ανακάλυψη.
Ο Έλληνας χωρικός, μη γνωρίζοντας και πολλά για την πραγματική αξία του ευρήματος, φαίνεται πως απευθύνθηκε στους δημογέροντες της περιοχής. Τότε, ο Φαναριώτης και μέγας δραγουμάνος του Οθωμανικού στόλου, Νικόλαος Μουρούζης, παρενέβη παίρνοντας το θέμα πάνω του. Είναι γνωστό από την σχετική βιβλιογραφία ότι η οικογένεια Μουρούζη είχε ανέκαθεν σχέσεις αντιπαλότητας με τους Γάλλους (ήταν περισσότερο αγγλόφιλοι), ενώ ο Μουρούζης γνώριζε πολύ καλά το θέμα της διακίνησης αρχαιοτήτων και προσπαθούσε να εμποδίσει κάθε τέτοια συναλλαγή των κατοίκων της Μήλου με τους Ευρωπαίους.
Η Μήλος ήταν από τις περιοχές, όπου κατά την τουρκοκρατία είχε σημειωθεί έξαρση της αρχαιοκαπηλίας αρκετά χρόνια πριν ανακαλυφθεί η Αφροδίτη. Συνέβαλε καθοριστικά σε αυτό το γεγονός ότι το νησί κυριαρχούταν από ένα ιδιότυπο καθεστώς ξένων συμφερόντων με ισχυρή γαλλική παρουσία. Ανασκαφές επί σειρά χρόνων έφερναν στο φως διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία μεταφέρονταν κατευθείαν στο Μουσείο του Λούβρου.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά ενός Γάλλου αρχαιολόγου ότι “σε κανένα άλλο μέρος στην Ελλάδα δεν έγιναν τόσες ανασκαφές (…) αμφιβάλλω αν υπάρχει ακόμη σ’ αυτή την πόλη της Μήλου κάποιο αρχαίο αντικείμενο άγνωστο στους αρχαιολάτρες… τόσο ανεσκάφησαν τα έγκατά της.”
Έτσι λοιπόν, κάθε αρχαιότητα που βρισκόταν στο νησί θα έπρεπε να φτάνει στα χέρια του Μουρούζη και κατόπιν να μεταφέρεται στην έδρα τότε, την Κωνσταντινούπολη. Όπως όλα δείχνουν, το γλυπτό φορτώθηκε πράγματι σε ένα γαλαξιδιώτικο πλοίο με προορισμό ελληνικά χέρια στην Κωνσταντινούπολη, όμως η επιθετική παρέμβαση των Γάλλων δεν επέτρεψε αυτό να πραγματοποιηθεί.
Οι Γάλλοι πρωταγωνιστές της διεκδίκησης και τελικά αρπαγής της Αφροδίτης της Μήλου ήταν ο νεαρός αξιωματικός Olivier Voutier (αυτός που ειδοποίησε αρχικά τους ανωτέρους του για την ανακάλυψη), ο υποπρόξενος του νησιού, Louis Brest, ο πρόξενος της Υψηλής Πύλης Charles-François de Riffardeau και ο αξιωματικός Dumont d’Urville, γνωστός για το πάθος του για τα αρχαιολογικά αποκτήματα.
Σε συνεννόηση λοιπόν με τον Brest, ο Γάλλος πρόξενος της Κωνσταντινούπολης κατέφθασε με ένα γαλλικό πλοίο στη Μήλο με σκοπό να αποσπάσουν το πολύτιμο γλυπτό από το ελληνικό πλοίο, όπου είχε ήδη φορτωθεί.
Η επικρατέστερη ιστορία των πηγών επιβεβαιώνει το γεγονός ότι στο λιμάνι της Μήλου έλαβε χώρα επίμονη και άγρια σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Γάλλων για το ποιά πλευρά θα καταφέρει να κρατήσει το πολύτιμο αρχαιοελληνικό γλυπτό.
Όταν οι εκπρόσωποι της γαλλικής πρεσβείας βρέθηκαν στο λιμάνι του νησιού, ο δημογέροντας Ιωάννης Ταταράκης και ο ιερέας Οικονόμος Βεργής έτρεξαν εκεί να τους εμποδίσουν έχοντας καταλάβει τις προθέσεις τους. Αναφέρεται πως οι δύο πλευρές αντάλλαξαν μεταξύ τους βρισιές και πιάστηκαν και στα χέρια, ενώ μάλιστα χτυπήθηκε έντονα και ο ιερέας Βέργης.
Η επίθεση της οπλισμένης ναυτικής δύναμης των Γάλλων ανάγκασε τελικά τους Έλληνες, μετά από δύο ημέρες διαμάχης, να παραδώσουν το γλυπτό φοβούμενοι ότι θα καταστρεφόταν αν συνεχιζόταν η εμπλοκή.
Παράλληλα, ένας εκπρόσωπος των Γάλλων, ο Vicomte de Marcellus, προσπαθούσε με επιχειρήματα και απειλές να πείσει τους προεστούς του νησιού να μεταφερθεί το γλυπτό από το πλοίο του Μουρούζη στο γαλλικό πλοίο. Πρόσφερε επίσης μερικές εκατοντάδες γρόσια στον αγρότη που το ανακάλυψε, τον Κεντρωτά (400 ή και 1000, τα οποία άλλες πηγές αναφέρουν πως πήρε ο Κεντρωτάς και άλλες πως τα πήραν οι πρόκριτοι του νησιού).
Η ουσία είναι πάντως πως με μόλις 1000 φράγκα και μια βίαιη αρπαγή, το αρχαιοελληνικό γλυπτό κλάπηκε από τους Γάλλους και μεταφέρθηκε άμεσα στη Γαλλία. Τον Φεβρουάριο του 1821 το άγαλμα έφτασε στο Παρίσι και παραδόθηκε στον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΗ’, ο οποίος μετά το δώρισε στο Μουσείο του Λούβρου.
Ο Νικόλαος Μουρούζης, όταν έμαθε τι συνέβη, διέταξε την παραδειγματική τιμωρία των προεστών του νησιού, οι οποίοι συνελήφθησαν, μαστιγώθηκαν και πλήρωσαν πρόστιμο 7.000 πιάστρων ως αντίτιμο για την πώληση του αγάλματος.
Το μυστήριο των χεριών της Αφροδίτης
Το περίφημο άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου βρίσκεται μέχρι σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου “ακρωτηριασμένο”, χωρίς δηλαδή τα χέρια του, και διάφοροι υποστηρίζουν πως έτσι βρέθηκε εξαρχής. Όμως συγκεκριμένες μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων φαίνεται πως αποδεικνύουν το αντίθετο.
Ο αγρότης Κεντρωτάς και η οικογένειά του καταθέτουν πως το άγαλμα βρέθηκε ολόκληρο και πως κατά την τελική μεταφορά του στο γαλλικό πλοίο, τα χέρια (που ήταν πρόσθετα) είχαν τοποθετηθεί σε ξεχωριστό κιβώτιο από τα υπόλοιπα κομμάτια, πιθανόν σκόπιμα για να μη δοθούν στους Γάλλους.
Ο Olivier Voutier και ο Louis Brest στις προσωπικές τους μαρτυρίες επιβεβαιώνουν επίσης το γεγονός ότι είχαν δει τα χέρια του αγάλματος. Από την άλλη, οι Γάλλοι ναύτες που τελικώς το μετέφεραν δεν γνώριζαν αν είχε χέρια ή όχι.
Στο βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου “Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα” υποστηρίζεται η άποψη πως το κιβώτιο που περιείχε τα χέρια της Αφροδίτης είτε ξεχάστηκε στο λιμάνι, είτε έπεσε στη θάλασσα και χάθηκε την ώρα της σύγκρουσης μεταξύ Ελλήνων και Γάλλων, είτε κρατήθηκε κρυφά πίσω και δεν φορτώθηκε καν στο ελληνικό πλοίο.
Το γεγονός ότι το άγαλμα δεν βρέθηκε εξαρχής ακρωτηριασμένο φαίνεται πως κρατήθηκε επίτηδες κρυφό στις αναφορές, ώστε οι Γάλλοι αξιωματούχοι να μην τιμωρηθούν για την καταστροφή του από τους ανωτέρους τους στο Παρίσι.
Οι σχετικές γαλλικές πηγές παρουσιάζουν διάφορα αντιφατικά σημεία στην εξιστόρηση της απόκτησης της Αφροδίτης και θεωρείται βέβαιο πως οι καταγραφές τους είναι σκόπιμα διαστρεβλωμένες, ώστε να κρύβονται “μελανά σημεία” της δράσης τους και να μην κατηγορηθούν για βανδαλισμό και αρπαγή, όπως ο Έλγιν και η Αγγλία για τα κλοπιμαία μάρμαρα του Παρθενώνα.
__________________________________________
Η Αφροδίτη της Μήλου, όπως και πλήθος άλλων κλεμμένων αρχαιοελληνικών θησαυρών, αποτελεί ένα από τα διασημότερα εκθέματα των μεγάλων ευρωπαϊκών μουσείων, τα οποία επισκέπτονται για να θαυμάσουν άνθρωποι από όλο τον κόσμο.
Πίσω στην Ελλάδα, την νόμιμη ιδιοκτήτρια, υπάρχει μόνο ένα αντίγραφο του γλυπτού, που δόθηκε κάποια στιγμή από το Λούβρο στο μουσείο της Μήλου, και μια πινακίδα που υποδεικνύει το σημείο όπου ανακαλύφθηκε τότε από τον Έλληνα αγρότη.
Η εθνική πολιτιστική μας κληρονομία έχει λεηλατηθεί δίχως οίκτο από δήθεν φιλέλληνες Ευρωπαίους, που εκμεταλλεύτηκαν την ταραγμένη περίοδο της τουρκοκρατίας διαπράττοντας εγκλήματα εις βάρος της Ελλάδας, για τα οποία μέχρι σήμερα δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη ούτε στο ελάχιστο.
Πληροφορίες/μαρτυρίες: “Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα, 1810-1821, Τρίτος Τόμος (2ο μέρος)”, Κυριάκος Σιμόπουλος, Εκδόσεις Πιρόγα & “Η αρπαγή του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου”, Αντώνιος Μηλιαράκης, Εστία 1907.