Το χρονικό μέχρι την δρομολόγηση των εκλογών

Η αντίστροφη μέτρηση για την επαναφορά της Δημοκρατίας στο Αφγανιστάν, ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου 2001 όταν οι Αφγανικές φατρίες συμφώνησαν στη Bonn της Γερμανίας, την υπογραφή του “Bonn Process“, ένα σχέδιο για το οποίο μεσολάβησε ο ΟΗΕ, ώστε να πορευτεί η χώρα προς τη δημοκρατία μετά από σχεδόν 3 δεκαετίες πολέμου.

Στα πλαίσια αυτού του σχεδίου προχώρησαν στη σύνθεση προσωρινής κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Hamid Karzai.

Το καθεστώς των Ταλιμπάν, ωστόσο, ουσιαστικά άρχισε να δέχεται πλήγματα αμέσως μετά την τρομοκρατική επίθεση στους δίδυμους πύργους του World Trade Centre, την 11η Σεπτεμβρίου 2003, γεγονός που οδήγησε τον Hamid Karzai να προχωρήσει σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και εν συνεχεία στην ίδρυση της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Αφγανιστάν στις 26 Ιανουαρίου του 2004.

Αφού την ίδρυσε, επικύρωσε τον Συνταγματικό Χάρτη της χώρας, εξελέγη πρόεδρος στις προεδρικές εκλογές, κερδίζοντας 21 από τις 34 επαρχίες, προγραμμάτισε και τις κοινοβουλευτικές εκλογές -οι οποίες όμως αναβλήθηκαν δύο φορές ελλείψει υλικοτεχνικής υποστήριξης και ασφάλειας- και ανέλαβε καθήκοντα στις 7 Δεκεμβρίου 2004.

Την δρομολόγηση των πρώτων δημοκρατικών εκλογών στο Αφγανιστάν, μετά από τουλάχιστον 3 δεκαετίες συνεχών πολεμικών συρράξεων και εσωτερικών αναταραχών, καθόρισε η απόφαση 686 του Μόνιμου Συμβουλίου του ΟΑΣΕ (Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη), η οποία στις 7 Ιουλίου 2005 αποφάσισε να αποστείλει στο Αφγανιστάν μια Ομάδα Υποστήριξης Εκλογών (EST) η οποία απάρτιζε περίπου 160 παρατηρητές.

Ακολούθησαν, από τον Αφγανό Υπουργό Εξωτερικών και τον Πρόεδρο του Αφγανικού Οργανισμού Διαχείρισης Εκλογών, προσκλήσεις προς τον ΟΑΣΕ για την επίβλεψη των εκλογών.

Η εντολή που είχε η Ομάδα Υποστήριξης Εκλογών (EST) ήταν να αναλύσει βασικά στοιχεία του εκλογικού περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου του εκλογικού συστήματος, της εκστρατείας και της νομοθεσίας, την εκλογική διοίκηση, την εγγραφή ψηφοφόρων, την καταμέτρηση και κατάθεση ψήφων, όπως επίσης και τη διαδικασία καταγγελιών και προσφυγών.

Επίσης, είχε την αποστολή να προετοιμάσει συστάσεις για τη βελτίωση των μελλοντικών εκλογών και την εκπαίδευση των εθνικών αρχών ως προς την ανάπτυξη δεξιοτήτων διοίκησης, με παροχή συμβουλών ακόμη και κατά τη διάρκεια των εκλογών, εφόσον ήταν απαραίτητο.

Τα κρίσιμα σημεία κατά την εκλογική προετοιμασία

Αυτό που χαρακτήρισε την προεκλογική περίοδο ήταν η απουσία ισχυρών πολιτικών κομμάτων, καθώς μόλις το 12% τοις εκατό των υποψηφίων είχαν άμεση σύνδεση μεπολιτικό κόμμα. Εν ολίγοις, από τους 5.800 υποψηφίους που έθεσαν υποψηφιότητα, οι 5.000 ήταν ανεξάρτητοι.

Αυτό ίσως εν μέρει προέκυψε από το γεγονός ότι τα νεογέννητα κόμματα της εποχής δεν είχαν όλα ατζέντα εθνικής εμβέλειας και εστίαζαν κυρίως σε συμφέροντα συγκεκριμένων κοινοτήτων και ψηφοφόρων τους.

Κατά την δίμηνη προεκλογική περίοδο, το Κόμμα Αλληλεγγύης Νέων του Αφγανιστάν, του Προέδρου Karzai (Hezb-e-Hambastagee Mili Jawanan-e-Afghanistan), δεν ήταν σίγουρο πως θα εξασφάλιζε την πλειοψηφία στο νεοσύστατο Κοινοβούλιο, καθώς απέναντί του βρέθηκε ένας συνασπισμός 11 κομμάτων, το Εθνικό Μέτωπο Κατανόησης (Jabha-ye-Tafahhum-e-Milli) που δημιουργήθηκε τον Μάρτιο του 2005.

Ο συνασπισμός με πρωτοστάτη τον Mohammad Yunos Qanuni, επέμεινε στην ανάγκη τροποποίησης του Συντάγματος για τη δημιουργία μιας θέσης πρωθυπουργού που θα εκλέγεται άμεσα από το κοινοβούλιο και ο οποίος θα μοιράζεται την εξουσία με τον πρόεδρο, ενώ δεσμεύτηκε να επιταχύνει την διασπάθιση της οπλοχρησίας και των ναρκωτικών.

Από την άλλη, αν και αρκετοί υποψήφιοι αποκλείστηκαν από τα ψηφοδέλτια λόγω των σχέσεων που είχαν με παράνομες ένοπλες ομάδες, αρκετοί υποψήφιοι που συνέχισαν τον πολιτικό τους αγώνα, χρηματοδοτούσαν όλες τις δραστηριότητές τους βασιζόμενοι στο παράνομο εμπόριο ναρκωτικών.

Βέβαια, αν και παράδοξο, ας μην ξεχνάμε ότι ήταν ένα κράτος που ακόμα προσπαθούσε να ανασυνταχθεί και να ανασυσταθεί, είχε περιορισμένη διαθέσιμη εθνική και διεθνή χρηματοδότηση, γι’αυτό και πολλοί εξακολουθούσαν να εξαρτώνται οικονομικά σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα του οπίου.

 

Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως τα έσοδα του κράτους από τα ναρκωτικά ισοδυναμούσαν με το διπλάσιο της διεθνούς βοήθειας προς το Αφγανιστάν και με το εξαπλάσιο του προϋπολογισμού της κυβέρνησης.

 

Γι’αυτό, τόσο πριν όσο και μετά, το κόστος της τοπικής διακυβέρνησης στο Αφγανιστάν κάλυπταν συχνά τα χρήματα που προέρχονται από παράνομα ναρκωτικά.

Ο προβληματισμός ήταν έντονος για το συγκεκριμένο στοιχείο καθώς αυτοί οι υποψήφιοι, εφόσον αποκτούσαν θέση στο κοινοβούλιο και με τους δεσμούς που είχαν τους με το εμπόριο ναρκωτικών, θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τη δημοκρατία που προσπαθούσε να αναπτυχθεί στη χώρα όπως και να υπονομεύσουν τις προσπάθειες για την εξάλειψη της διαφθοράς στην κυβέρνηση.

Ακόμα μια πρόκληση ήταν το υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού, αφού περίπου το 85% του Αφγανικού λαού ήταν ουσιαστικά αναλφάβητο. Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία της ψηφοφορίας και να υπάρξει μια δίκαιη εκλογική διαδικασία, όσο ήταν αυτό εφικτό, αποφασίστηκε στα ψηφοδέλτια, δίπλα στα ονόματα των υποψηφίων, να υπάρχουν χαρακτηριστικές φωτογραφίες και σύμβολα.

Πρόκληση ήταν επίσης και η εισαγωγή των γυναικών στην εκλογική διαδικασία. Το Αφγανικό σύνταγμα διέθετε από τις 249 έδρες του Wolesi Jirga (Κοινοβούλιο) τις 68 στις γυναίκες, ούτως ώστε ο πολιτικός ρόλος των γυναικών στην κυβέρνηση να είναι εμφανής, δίνοντας τουλάχιστον μία υποψηφιότητα ανά επαρχία σε γυναίκα.

Παρότι, όμως, οι συνθήκες για τις γυναίκες στην Αφγανική πολιτική διαδικασία είχαν βελτιωθεί σημαντικά, οι γυναίκες αντιμετώπιζαν ακόμα προκλήσεις για τις υποψηφιότητές τους, με απειλές προς τις ίδιες και τις οικογένειές τους, με 51 εκ των υποψηφίων να  αποχωρήσουν οικειοθελώς από τα ψηφοδέλτια.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, αρκετές γυναίκες που ήταν υποψήφιες και δεδομένων των εγγυημένων εδρών, να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο στρατηγικής αξίας από Αφγανούς πολέμαρχους.

Παραμονή της μεγάλης ημέρας

Την 17η Σεπτεμβρίου ο αναβρασμός ήταν μεγάλος. Σχεδόν 12 εκατομμύρια Αφγανοί εγγράφηκαν για να ψηφίσουν, καθιστώντας σαφή την διάθεση του λαού να νιώσει και να ζήσει την μεγάλη αλλαγή στην ζωή του, ύστερα από 10 χρόνια πολέμου εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, 10 χρόνια κυβέρνησης των Ταλιμπάν, και πέντε χρόνια εμφυλίου πολέμου.

Συνολικά 2753 υποψήφιοι, εκ των οποίων το 12% ήταν γυναίκες, είχαν ήδη ετοιμαστεί για την μεγάλη ημέρα των εκλογών, προσμένοντας να λάβουν μια θέση στη Βουλή για πενταετή θητεία.

Την ίδια μέρα η αστυνομία ανακοίνωσε το θάνατο 11 ανθρώπων -4 αστυνομικών και 7 ανταρτών- από ενέδρες που είχαν στήσει σε αυτοκινητοπομπή της αστυνομίας στη Ζαμπούλ. Παράλληλα, 20 Ταλιμπάν συνελήφθησαν καθώς προσπαθούσαν να ανατινάξουν το μεγαλύτερο φράγμα της χώρας, ακόμα πέντε ύποπτοι συνελήφθησαν στην επαρχία Καναχάρ, διότι διένειμαν φυλλάδια με τα οποία αποράρρυναν τον κόσμο να συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία, ενώ άλλοι δύο συνελήφθησαν μετά από ένοπλη σύγκρουση στην Ζαμπούλ.

Ακόμα ένα ενδιαφέρον σημείο της ημέρας ήταν ο αποκλεισμός 45 υποψηφίων λόγω των δεσμών που είχαν με ένοπλες πολιτοφυλακές, των οποίων τα ονόματα όμως δεν μπόρεσαν να διαγραφούν από τα ψηφοδέλτια είχαν ήδη τυπωθεί και διανεμηθεί στα εκλογικά κέντρα.

Η μεγάλη μέρα των εκλογών

Το ξημέρωμα της 18ης Σεπτεμβρίου 2005 ολοκληρώνεται επιτυχώς το «Bonn Process». Η εδραίωση της δημοκρατίας και η οικοδόμηση δημοκρατικών θεσμών, δεν είναι πλέον ένα όνειρο. Αυτές οι κοινοβουλευτικές εκλογές σήμαναν για το Αφγανιστάν την έναρξη μιας προσπάθειας για την κοινωνία των πολιτών και ένα κράτος δικαίου.

Ήταν ένα σημαντικό και κρίσιμο γεγονός που έδινε τη δυνατότητα στον Αφγανικό λαό να διαμορφώσει την πορεία της δημοκρατικής ανάπτυξης της χώρας και να δώσει τέλος στην μακρά ιστορία πολέμου και φτώχειας.

Για την πρώτη Αφγανική δημοκρατική εκλογική αναμέτρηση του 21ου αιώνα, διανεμήθηκαν γύρω στα 40 εκατομμύρια ψηφοδέλτια, χρειάστηκαν 130.000 κάλπες και 140.000 μπουκάλια μελάνι, ενώ οι Αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας σε συνεργασία με 12.000 ειρηνευτές -υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ- και 20.000 δυνάμεις συνασπισμού -υπό την ηγεσία των ΗΠΑ- οργάνωσαν περιπολίες για να αποτραπούν επιθέσεις στα εκλογικά κέντρα.
Αν και τα μέτρα που ελήφθησαν ήταν αρκετά, 16 εκλογικά κέντρα δεν άνοιξαν.

Η συμμετοχή του κοινού άγγιξε το 53% , λόγω των απειλών που εξαπέλησαν οι Ταλιμπάν, και στην κάλπη οδηγήθηκαν 6,5 εκατομμύρια ψηφοφόροι. Η εκλογική διαδικασία ολοκληρώθηκε με επιτυχία, παρά τις δύσκολες συνθήκες, και έγινε πρώτο θέμα παγκοσμίως με περισσότερους από 4.700 εθνικούς και 500 διεθνείς ανταποκριτές να καλύπτουν την είδηση.

Αρκετά σχόλια έγιναν για το εκλογικό σύστημα του Αφγανιστάν όπου οι υποψήφιοι εκλέγονται ως άτομα και όχι κάτω από τις λίστες των κομμάτων, γεγονός που θα οδηγούσε σε ένα αποτέλεσμα που δεν θα ήταν αντιπροσωπευτικό.

 

Σε αυτό ήρθε να προστεθεί και η προκαταρκτική έκθεση της Ομάδας Υποστήριξης Εκλογών (EST) όπου ανέφερε ότι η ψηφοφορία διαχειρίστηκε αρκετά καλά και σε μεγάλο βαθμό κύλησε σε ειρηνικό κλίμα, παρόλα αυτά, σημειώθηκε πως η ασφάλεια κατά τη διαδικασία εγγραφής των υποψηφίων δεν ήταν η αναμενόμενη και πως εκτός από την εκλογική βία, ήταν ανεπαρκής η διερεύνηση του ιστορικού των υποψηφίων, καθώς αρκετοί εξ αυτών είχαν διαπράξει εγκλήματα πολέμου.

Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας ανακοινώθηκαν σχεδόν 2 μήνες μετά, στις 14 Νοεμβρίου 2005, και αφού είχαν προηγηθεί αρκετές αναβολές. Οι σύμμαχοι του Προέδρου Karzai κέρδισαν μεταξύ 65 και 118 εδρών, η αντιπολίτευση του Εθνικού Μετώπου Κατανόησης μεταξύ 60 και 80 και στους ανεξάρτητους συγκαταλέγονταν 20 πρώην κομμουνιστές, επιχειρηματίες, φυλετικοί και θρησκευτικοί ηγέτες, ενώ οι 68 ήταν έδρες γυναικών.

Την ίδια μέρα ολοκληρώθηκε και η εκλογή αντιπροσώπων για το Meshrano Jirga (Βουλή των Πρεσβυτέρων). Η Βουλή των Πρεσβυτέρων συστάθηκε με 68 εκπροσώπους των Επαρχιακών Συμβουλίων (34 μόνιμα μέλη και 34 έκτακτα μέλη) και εκκρεμούσαν ακόμα 34 μέλη τα οποία θα διόριζε ο Πρόεδρος στις 11 Δεκεμβρίου 2005.


Η Εθνοσυνέλευση συνεδρίασε επίσημα για πρώτη φορά στις 19 Δεκεμβρίου 2005.


Από το τότε στο σήμερα

Η κυβέρνηση του Αφγανιστάν άνοιξε τότε τα φτερά της προς την δημοκρατία, σε ένα περιβάλλον γεμάτο συγκρούσεις, συρράξεις και αναταραχές. Όσο κι αν προσπάθησαν να καταπολεμήσουν και να καταστείλουν τους Ταλιμπάν, εκείνοι έβρισκαν τρόπο να παρεισφρήσουν στα πράγματα και να δημιουργήσουν νέα προβλήματα.

Από τον Μάιο του 2021 είχαν ήδη εντατικοποιήσει τις ενέργειες για επανακατάληψη της χώρας και κατάφεραν μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να κατακτήσουν όλες τις πόλεις της χώρας. Παρά τις “προσπάθειες” της Δύσης να διατηρήσουν την ειρήνη, την ανάπτυξη και την ευημερία του κράτους, η εξουσία παραδόθηκε εκ νέου -σχεδόν άνευ όρων- στους Ταλιμπάν, στις 15 Αυγούστου 2021, οι οποίοι μόλις 4 μέρες μετά ανακήρυξαν την επανίδρυση του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν.

Όταν δε οι δυνάμεις των ΗΠΑ και των λοιπών συμμάχων τους (ανάμεσά τους και η Ελλάδα) αποχώρησαν οριστικά από την Καμπούλ στις 30 Αυγούστου, οι Ταλιμπάν το εκμεταλλεύτηκαν προς όφελός τους διαμορφώνοντας την άποψη πως μετά από αυτή την ιστορική στιγμή το Αφγανιστάν θα μπορούσε πλέον να είναι ένα ελεύθερο και κυρίαρχο έθνος.

Οι εσωτερικές αναταραχές, ο φόβος και ο τρόμος ήταν και είναι διάχυτες σε όλο το Αφγανιστάν μετά από αυτό. Πρωταγωνίστριες των ημερών, οι γυναίκες, που αν και δεν είχαν κατακτήσει τεράστιες αποστάσεις στον δρόμο του δικαιώματος και της αξιοπρέπειας, ζούσαν σαφώς σε καλύτερες συνθήκες από πριν και δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να βιώσουν μια κοινωνική και πολιτική αναστροφή.

Διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα, προς αντίδραση της επιβολής των νόμων και της “ηθικής” που επιβάλουν οι Ταλιμπάν, αντιμετωπίστηκαν με βία και απειλές ενώ αρκετά στελέχη της οργάνωσης άρχισαν να έχουν ακόμα πιο ενεργή παρουσία στα social media για τη διάδοση μηνυμάτων υπό τη μορφή εκστρατείας σε μια απόπειρα συσπείρωσης.

Εν τω μεταξύ, η ομάδα “Tech Against Terrorism, που στηρίζεται από τον ΟΗΕ, έχει προσθέσει τους Ταλιμπάν στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων και έχει συστήσει στις την αφαίρεση ή τον περιορισμό του περιεχομένου τους. Μεγάλες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης έχουν καταργήσει όλους τους λογαριασμούς των Αφγανών Ταλιμπάν αλλά στο twitter τους επιτρέπεται ακόμη να αναρτούν περιεχόμενο.

Οι Ταλιμπάν ήδη μέσα σε λίγες μέρες έχουν προβεί σε ενέργειες που τους βοηθούν να χτίσουν ένα προφίλ πιο λαοφιλές, μάλιστα έκαναν έρευνες και ανακάλυψαν, όπως έχουν δηλώσειπως βρέθηκαν περίπου 12,3 εκατομμύρια δολάρια στις οικίες πρώην ανώτατων κυβερνητικών αξιωματούχων του Αφγανιστάν. Το γεγονός τους βοήθησε να καταγγείλουν τη διαφθορά του προηγούμενου καθεστώτος και να εξαίρουν τη δική τους διαφάνεια.

Βέβαια, αν και πολύ πρόσφατα ανακοινώθηκε το προσωρινό κυβερνητικό τους σχήμα, έχουν κυκλοφορήσει ειδήσεις πως προέκυψε εμφύλιος εντός της κοινότητας των Ταλιμπαν, σχετικά με το ποιος θα πρέπει να πάρει τα εύσημα για τη νίκη τους και ότι μάλιστα δυο εκ των ηγετικών μορφών των Ταλιμπάν έχουν ήδη πέσει νεκροί.

Ωστόσο, στην παγκόσμια πολιτική σκακιέρα αυτή τη στιγμή παίζεται σκληρό παιχνίδι. Παρόλο που καμία κυβέρνηση δεν αναγνώρισε το Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν, η Κίνα, το Πακιστάν, η Ρωσίας, η Σαουδική Αραβία και οι ΗΠΑ, δήλωσαν ότι ενδέχεται να αναγνωρίσουν την κυβέρνησή τους υπό την προϋπόθεση ότι θα σεβαστούν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, από την άλλη, προχώρησε σε πρόταση ψηφίσματος σχετικά με την κατάσταση στο Αφγανιστάν και η Unesco προειδοποίησε ενάντια στους κινδύνους μιας “καταστροφής γενεών” που θα μπορούσε να επηρεάσει την ανάπτυξη της χώρας τα επόμενα χρόνια.

Κοινοποιήστε
Διαμαντούλα Χατζηαντωνίου
Απόφοιτη ΙΕΚ Οικονομίας & Διοίκησης και πιστοποιημένη Δημοσιογράφος διαδικτύου, με συμμετοχές σε πολλά σεμινάρια ποικίλου ενδιαφέροντος και κατευθύνσεως. Έχει λάβει το πρώτο βραβείο ποίησης στην Θεσσαλία, σε μαθητικό διαγωνισμό. Δραστηριοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, ως ραδιοφωνική παραγωγός, αρθρογράφος καλλιτεχνικών ειδήσεων και ερασιτέχνης ηθοποιός. Θρέφει μεγάλη αγάπη για τις τέχνες, την φύση, την φιλοσοφία και την ψυχολογία ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο σε θέματα κοινωνικής και ιστορικής φύσεως. Αγαπημένη της ερώτηση: Γιατί; Αγαπημένο μότο: Αξίζει να βρίσκεις λόγους να γελάς